Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

“Διώξε τη λύπη παληκάρι…..”, της Πόλυ Μηλιώρη

Spread the love

Η Πόλυ Μηλιώρη είναι Συγγραφέας -Δημοσιογράφος

 

“Διώξε τη λύπη παληκάρι…..”

Διάβασα ότι κάποιος έλεγε : «Για δυο πράγματα δεν πρέπει να στενοχωριέσαι: 1ον, για κάτι που διορθώνεται, 2ον, για κάτι που δε διορθώνεται».

Είναι αλήθεια πως και τη μία φράση και την άλλη τις ακούμε συχνά. Μόνη της, η καθεμιά μάς φαίνεται λογική. Οπωσδήποτε και παρηγορητική. Και οι δυο μαζί όμως μοιάζει με σόφισμα. Είναι ποτέ δυνατόν να καταργηθεί η στενοχώρια ;

Ας πάρουμε την πρώτη περίπτωση: Έγινε κάτι κακό, που διορθώνεται. Κάτι που διορθώνεται, δεν είναι οριστική απώλεια. Η μεταμέλεια. Η αποκατάσταση. Διαδικασίες λίγο ή πολύ μελλοντικές, που η προοπτική τους ελαφρώνει το βάρος. Αλλά το τώρα είναι τώρα· το μέλλον όσο κι αν είναι κάτι που μάθαμε να το θεωρούμε συνέχεια του παρόντος, δεν είναι χειροπιαστό. Είναι αβέβαιο.

Η μνήμη μάς έμαθε ότι δεν είμαστε όντα των διαδοχικών στιγμών, μα πως ο χρόνος προσθέτει στην ως τώρα πορεία μας και πως η ύπαρξή μας είναι σύνολο των “χτες”, των “σήμερα”, των “αύριο”. Αλλά το συναίσθημα πάλλεται ανεξάρτητα από την πείρα. Σαν την φωτογραφική μηχανή, φλουτάρει το χτες, δε διακρίνει το αύριο και εστιάζει στο οδυνηρό μας τώρα.

«Να μη στενοχωριέσαι», λέει, «για κάτι που δε διορθώνεται». Να στερηθούμε δηλαδή και την ελπίδα;

Αυτή πάλι η διαδικασία θέλει άλλα κότσια, Δε σου ζητά να σκέφτεσαι το μέλλον, αλλά να αντιμετωπίζεις το παρόν , ξεχνώντας απόλυτα το παρελθόν. Ό,τι έγινε έγινε. Χαρτί παιγμένο. Να ’σαι, ζητά, κάθε στιγμή έτοιμος για νέα αρχή. Κάθε ώρα νεογέννητος, αθώος κι ανάλαφρος.

Κι αυτό που έχασες, ήταν ένα από τα λιθάρια όπου χτίστηκε το εγώ σου. “Πάει, έγινε το κακό”, μας λέει η προτροπή. “Ποτέ να μη στενοχωριέσαι για κάτι που δε διορθώνεται”. Παραδέξου, λέει, πως όλα δεν περνάνε απ΄το χέρι σου. Κι ό,τι δεν περνά απ’το χέρι σου, δεν είναι για την αφή σου. Μην αφήνεις τις αισθήσεις σου να το πλησιάζουν, γιατί πονάει. Ηλεκτρίζει και σκίζει. Δέξου το σαν φαινόμενο φυσικό, σαν τα βουνά, τις θάλασσες και τις βροχές. Είναι εκεί για τη μνήμη ―αυτήν δε μπορούμε να την ελέγξουμε ―, αλλά είναι αλλού για τη ψυχή…

Τι είμαστε, αλήθεια, μπροστά στη λύπη;

Μαλακά ζυμάρια είμαστε  σ’ αέναο πλάσιμο. Την ώρα της χαράς, αισιόδοξοι σαν αθάνατοι. Την ώρα του θρήνου, απελπισμένοι. Η κάθε στιγμή ―άσχετα πόσο κρατά η στιγμή μέσα στον αντικειμενικό χρόνο― είναι το “πάντα” μας.

Οι φιλόσοφοι αναζήτησαν με μόχθο μυαλού την απόσταση.
Μύστες δίδαξαν την άσκηση που οδηγεί στη νιρβάνα. Αλλά οι ποιητές, κι οι ζωγράφοι, και οι μουσικοί, και οι θεατράνθρωποι, αυτές τις τραγικές και υπέροχες ανθρώπινες ώρες μας είδαν.
Τις τραγούδησαν, τις ακινητοποίησαν, τις παίξανε στο πιάνο και στο σανίδι. Την pieta και την χαρά του πρώτου έρωτα. Την ξενιτιά , τη συγκίνηση μπροστά στο νέο ξεκίνημα.

Έχετε προσέξει, πιστεύω, και τα έργα τα κλασικά: Ακόμα κι ο Ηνίοχος των Δελφών δεν είναι “Ολύμπιος”· ζει μια στιγμή θριάμβου και λάμπει.
Αλλά και “Ολύμπιος” τι σημαίνει;
Μήπως οι Ολύμπιοι θεοί δεν είχαν πάθη;

(Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό “Πάνθεον” το 1987)  

SHARE
RELATED POSTS
Η γιορτινή μου μέρα, του Θάνου Ασκητή
Πού πάει η αγάπη όταν πεθαίνει, της Ματίνας Ράπτη Μιληλή
Δεν ξέρω τι θα πει δυστυχία…, του Κωστή Α. Μακρή

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.