Ανοιχτή πόρτα

Τι τραβάνε κι αυτοί οι εστεμμένοι, της Ματίνας Ράπτη -Μιλήλη

Spread the love

Τι τραβάνε κι αυτοί οι εστεμμένοι

«Ο Κάρολος με την Καμίλα είναι πολύ απλοί άνθρωποι, καθημερινοί. Σαν και μας!» Είπαν, όσοι έτυχε να τους δουν από κοντά.

Ένας κουλουρτζής στο κέντρο της Αθήνας, ένας Αυστραλός με τη γυναίκα του και την δίδυμη αδερφή της και κουνιάδα του, μιά λουκουματζού κι ένας σερβιτόρος στην καφετέρια που του παράγγειλαν τέσσερις διαφορετικούς καφέδες και δεν ήπιαν κανένα (γιατί ο φρέντο εσπρέσσο δεν πίνεται χωρίς καλαμάκι παιδιά, να είμαστε και λιγάκι λογικοί, που έλεγε κι ο Ηλίας του 16ου). Όποιος κατάλαβε κατάλαβε, αλλά και γω που δεν τους συνάντησα μπορώ να φανταστώ την απλή, βαρετή καθημερινότητά τους …

ΠΡΙΝ…

-Θα σε κάνω βασίλισσα… στο΄πα, δεν στο΄πα; Αντε, Καμιλίτσα, ‘τοίμασε βαλίτσες, φεύγουμε για Ελλάδα. Θα σε πάω στην πατρίδα του μπαμπά για διήμερο.

-Κάτσε ρε συ Κάρολε, ακόμα δεν γυρίσαμε από το προηγούμενο ταξίδι…Θα με ξεκάνεις!

-Παιδί μου, μας περιμένουν οι άνθρωποι. Εξάλλου δεν θα κουραστείς καθόλου. Αφού σου λέω Ελλάδα…Και τι σημαίνει Ελλάδα;

-Οικονομική καταστροφή;

-Όχι παιδί μου…Διακοπές σημαίνει. ΔΙΑ-ΚΟ-ΠΕΣ ! Ξεκούραση, ήλιος , γαλάζιος ουρανός, θάλασσα…ψαράκια στη θράκα…καφεδάκια χαλαρά…

-Καλά, από κει δεν είναι ο νονός σου που μας έλεγε πως τον διώξανε κακήν κακώς…

-Καλά τώρα, ακούς και συ τον νονό…

-Ναι, καλέ, και που μας έλεγε η μάνα σου πως σας φορτώθηκαν οικογενειακώς από τότε…

-Ρε συ Καμήλα, έλεος πια με την μάνα μου!

-Κι ο πατέρας σου δεν μας έλεγε πως και τον παππού σου τον έκαναν πακέτο κι αυτόν; Κυριολεκτικά πακέτο! Σε ψαροκασέλα λέει τον βάλανε για να τον φυγαδεύσουν!

-Αμάν βρε Καμίλα πια, εσύ κι η μνήμη σου! Τι πήγες και θυμήθηκες πάλι;!

-Ναι, πες μας τώρα ότι φταίω κιόλας που κάθε φορά που μας καλούν οι γονείς σου πρέπει να ακούω και όλη την οικογενειακή σας ιστορία! Από μια προπροπρογιαγιά σας που της άρεσε να κουρεύεται γουλί και να πασαλείβεται με ταλκ, μέχρι τις μπερμαντιές του πατέρα σου με «τας καμπαρετζούδας», που έλεγε κι η γιαγιά σου, Θεός σχωρέστηνε, μεγάλη ανακατώστρα και του λόγου της…Τα είδα γώ στο netflix. Μην θυμηθώ τον θείο σας τον Ντέιβιντ που τα ‘μπλεξε με μια χωρισμένη και βούιξε ο κόσμος, και κόντεψε να τινάξει την οικογενειακή επιχείρηση στον αέρα. Εντάξει, μεταξύ μας, αυτό σε καλό της βγήκε της μανούλας σου! Λαμπάδες θα πρέπει να του ανάβετε του θείου… Το τι έχω ακούσει η γυναίκα, δεν λέγεται. Αλλά πού να μιλήσω και γω, που έχουμε και μεις την φωλιά μας καταχεσμένη…την έχουμε. Άντε μη θυμηθώ τώρα εκείνα τα χαζά τηλεφωνήματα που μου έκανες και γίναμε βούκινο σ΄όλη την Αγγλετέρα κι ακόμη παραπέρα!

-Καμιλίτσα μου, σε παρακαλώ, μην τα σκαλίζεις τώρα αυτά. Άντε κυρά μου να ετοιμαστείς και να δεις πόσο θα ηρεμήσεις και θα ξεκουραστείς σ’ αυτό το ταξίδι. Θα τα ξεχάσεις όλα! Θα χαλαρώσεις, άλλος άνθρωπος θα γίνεις σου λέω!

-Νταξ’ Και τί να πάρω μαζί; Τί καιρό τους κάνει εκεί; Να πάρω ομπρέλα; Καμπαρντίνα;

-Τι ομπρέλες και καμπαρντίνες παιδί μου…Θα πάρεις καμπαρντίνα στην χώρα που ο ήλιος λάμπει τις 360 από τις 365 μέρες τον χρόνο;! Μη χειρότερα Παναγία μου! Μαγιό να πάρεις, κανά παρεούλι, άντε, πάρε και κείνο το φουστανάκι το μακρύ, το λευκό, μη τυχόν και μας πάνε για κανά ποτάκι βράδυ. Ε, μην μας περάσουν και για βλάχους…

-Ξέρω. Εκείνο που όποτε το φοράω ανεβάζει πίεση η μάνα σου γιατί μοιάζει με νυφικό. Να δω, αν το έχω πάρει από το καθαριστήριο. Ένα ολόκληρο ποτήρι κόκκινο κρασί έριξε η μανούλα επάνω του την τελευταία φορά που το φόρεσα. Δε στο΄πα μη σε συγχύσω, αλλά να το ξέρεις, την επόμενη φορά που θα πάει να με σαμποτάρει θα βάλω τον Τζέιμς τον Μποντ να τη πετάξει από το ελικόπτερο, χωρίς αλεξίπτωτο, ενημερώνω.

-Καλά, καλά…Πάντως να ξέρεις, η μαμά κατά βάθος σε αγαπάει, αλλά έχει περάσει πολλά η καημένη, είναι και ‘κείνο το netflix που την έχει κάνει σαπουνόπερα…είναι που του ‘ρθε και του μικρού να παντρευτεί μια από τις αποικίες και δεν ξέρει τι χρώμα θα έχει το πρώτο τους παιδί, είναι κι ο μεγάλος που έχει κάνει την Κέιτ κουνέλα και όλο της αφήνουν τα μωρά για να βγούνε. ‘Έχει και τον μπαμπά που τα ‘χει χάσει και γυρνάει στο σπίτι με τα σώβρακα και ένα στέμμα στο κεφάλι! Αφού ένας θαλαμηπόλος λιποθύμησε από τη τρομάρα του, ο καημένος. Είδαμε και πάθαμε να τον πείσουμε πως είδε φάντασμα για να μην μας κάνει βούκινο στις εφημερίδες! Και προχθές δεν τον βγάλαμε στο silver alert …που τον χάσαμε στον κήπο που τον είχαμε βγάλει να λιαστεί και τον βρήκανε μετά από δύο μέρες μπροστά από το Μπιγκ Μπεν να ρωτάει τους περαστικούς τί ώρα είναι, ντυμένος με την μεγάλη στολή και το σπαθί στο χέρι;

Μην την ξεσυνερίζεσαι. Η καημένη η μαμά, περνάει δύσκολα.

-Εντάξει, καταλαβαίνω. Έχεις δίκιο, μπορεί να υπερβάλω και γω λιγάκι. Πάω να ετοιμαστώ, γιατί πραγματικά δεν ξέρεις πόσο ανάγκη τις έχω και γω δύο μερούλες απόλυτης ξεκούρασης.Φιλάκι;

ΜΕΤΑ…

-Είσαι τρελός; Είσαι τρελός. Τι μου είχες πει, θυμάσαι; Τι μου είχες πει;;;

-Ηρέμησε Καμιλίτσα μου. Θα πάθεις τίποτα. Έχεις απόλυτο δίκιο. Πού να το φανταστώ και γω!! Ό,τι και να πεις έχεις απόλυτο δίκιο.

-Μα να μου λες πως θα με πας να ξεκουραστώ και να με τρέχουνε από το πρωί μέχρι το βράδυ σαν την άδικη κατάρα; Να με τραβάνε από δω, να με τραβάνε από κει. Με το που κατεβήκαμε από το αεροπλάνο και πάτησα το πόδι μου στο χώμα δεν σταμάτησα να τρέχω! Σαν τον Μπένι Χιλ ένα πράμα! Δεν αφήσαμε εκκλησάκι για εκκλησάκι και μουσείο για μουσείο, εκτός βέβαια από εκείνο που πραγματικά ήθελα να επισκεφτώ.

Το μουσείο της Ακρόπολης… Πού ακούστηκε, να έρθουμε Ελλάδα και να μην πάμε στη Ακρόπολη ! Πάντως στο δηλώνω. Το πρώτο πράγμα που θα κάνω μόλις συνέλθω από την ταλαιπωρία, θα είναι να στείλω τα ξένα μάρμαρα πακέτο σπίτι τους. Δεν είχα μούτρα να τους δω τους ανθρώπους. Να το πεις στην μάνα σου να το πει στην πρωθυπουργό να κάνουν τα κουμάντα τους. Εγώ ξανά ρεζίλι δεν γίνομαι.

Δεν μιλάς,ε; Δεν μιλάς;

– Τί να πω αγάπη μου, εγώ νομίζεις δεν κουράστηκα να καταθέτω στεφάνια όλη μέρα! Μέχρι στα καράβια με πήγαν για να επιθεωρήσω. Και τί να τους έλεγα; Τους τάραξα στο «γουόντερφουλ». Και να ένα τιμόνι! Όου, γουόντερφουλ! Να μια άγκυρα. Όου, γουόντερφουλ! Να ένα φινιστρίνι, να ένας ναύτης, να ένα κανόνι, να ένας υπουργός, να κι άλλος υπουργός! Γουόντερφουλ, γουόντερφουλ. Στο τέλος ζήτησα δραμαμίνες!

Μετά με πήγαν σε κάτι παπάδες, καλοί άνθρωποι, ευγενικοί, τουλάχιστον εκεί ήμουν καθιστός. Φεύγοντας μου χάρισαν και μια εικόνα οι άνθρωποι. Μου έπεσαν τα μούτρα! Ευτυχώς που μου είχε κόψει και είχα πάρει μαζί κάτι αυτόγραφα που έχω για ώρα ανάγκης, αλλιώς θα γινόμασταν ρεζίλι! Και ποιος θα την άκουγε μετά την μαμά!
-Εμένα να δεις, μέχρι και σε ένα τσούρμο παιδάκια με έστειλαν να τους διαβάσω Χάρι Πότερ! Για όνομα πια! Λίγο ακόμα και θα μ’ έβαζαν να τα ταΐσω fish and chips! Και ο καιρός, δεν ήτανε κι έτσι που μου τα ‘λεγες. Η γυναίκα του προέδρου Παυλόπουλος μου είπε εμπιστευτικά πως μια βδομάδα τώρα παπαριάσανε στην βροχή…και πως είχαν τάξει πίτα στον ‘Άγιος Φανούριος για να τους φανερώσει λίγο ήλιο την μέρα που θα ερχόμασταν. Α προπό, αυτό με την πίτα πιάνει! Θαυματουργό το Άγιος Φανούριος! Να πεις στον πρόεδρο να μας στείλει την συνταγή να τηνε φτιάχνω και γω… Να ρωτήσεις όμως, αν είναι μόνο για να φανερώνει πράγματα και πρόσωπα…μη τυχόν και κάνει και για εξαφανίσεις, που έχω κάτι στο μυαλό μου.

Άσε, κάτι δικά μου….

-Ειλικρινά, δεν ξέρω τι να σου πω. Μα δεν θυμάσαι μόλις κατεβήκαμε από το αεροπλάνο που ήρθε ένα ψηλός και μας έλεγε για τον προπάππο του που ήταν Άγγλος! Αλλά δεν τον έλεγαν ¨Αγγλο¨, τον έλεγαν ¨Κουίκ¨, όχι σαν τον Βαγγέλη Γερμανό που τον έλεγαν ¨Γερμανό¨ και μόνο Γερμανός δεν ήταν!

Βρε άσε μου το χέρι, εκεί αυτός, να μου λέει για τότε που έλεγε ειδήσεις και για την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ! Στο τέλος του υποσχέθηκα πως θα παίζαμε μαζί στοίχημα, αλλιώς δεν μου άφηνε το χέρι!

-Τι πέρασες και συ έρμε μου! Αλλά μην νομίζεις πως δεν είδα την άλλη που σου έπιασε τον ώμο στο τραπέζι…Και πρόσεξε κακομοίρη μου, την επόμενη φορά που θα κάτσεις να σε χαϊδολογάνε ξένες γυναίκες, εκτός που θα τους κόψω το χέρι απ’ τη ρίζα, θα το πω και στην μάνα σου και μετά άντε να ξεμπερδέψεις! Από το μεσιανό κατάρτι της ναυαρχίδας σας θα σε κρεμάσει και θα σε κάνει βόλτα στην Μεσόγειο! Ακούς εκεί, χειρονομίες! Να μας παίρνει κι η τηλεόραση! Απλώνεις, πού απλώνεις κυρά μου;

Χαμογελάς; Τολμάς και χαμογελάς;

-Όχι αγάπη μου, δεν χαμογελάω. Είναι από τα κρασιά…Τόσα κρασιά ήπιαμε! Όπου πήγαινα, «Μεγαλειότατε στην υγειά σας» και « Μεγαλειότατε, στην υγειά σας»! Κι ένα για την μαμά σας, κι ένα για τις χαρές του Χάρυ, κι ένα για την Καμήλα σας, κι ένα για την μαμά, ξανά! Ντίρλα έγινα ! Αφού, θυμάσαι που βρεθήκαμε στην αγορά κάποια στιγμή; Ε, έναν καφέ ήθελα να πιω ο άνθρωπος, να ξελαμπικάρω.

-Πώς δεν θυμάμαι… Που λίγο πριν, σου ζήτησα έναν λουκουμά από τον δρόμο και συ, παλιό τσιφούταρε, μου πήρες το άλλο, το φτηνό, με τα σουσάμια… Αμ΄ από την Σκωτία δεν κρατάτε; Τι περίμενα και γω; Κουβαρνταλίκια;;!!

-Καμήλα μου, παρεξήγησης. Ο κουλουρτζής ήταν αλλήθωρος. Άλλο του έδειξα, αλλού κοιτούσε.

-Βρε πού τα πουλάς αυτά…Δεν σε ξέρω κι απ΄αλλού! Στην Αφρική δεν ήταν που πήγαμε επίσκεψη σε κείνον τον φύλαρχο και όταν σου είπα πως δεν αισθανόμουν πολύ καλά και έπρεπε να βρούμε γιατρό, τον έβαλες να φωνάξει τον μάγο του χωριού να με ξεματιάσει;!

-Και είδες; Μία χαρά σε ξεμάτιασε, έγινες αμέσως περδίκι!

-Ναι, καλά, ας μην είχα πάρει εγώ μαζί μου τα ιμόντιουμ και τα αναβράζοντα και θα σου έλεγα εγώ πόσο πέρα από την Αφρική θα άφηνα τα κοκαλάκια μου. Και μην νομίζεις πως δεν σε είδα που τζούρνεψες εκείνα τα φτερά που σου είχαν περάσει στον λαιμό…

-Για την σκόνη στο παλάτι Καμήλα μου. Ξέρεις τί σκόνη μαζεύουν τα μπιμπελά! Και το λέω στη μαμά χρόνια. Τί τα θέλουμε τόσα μπιμπελά;

-Μου αλλάζεις θέμα, ε; Γιατί μετά το κουλούρι μου στρώθηκες για καφέ και καφέ δεν ήπιαμε, τρέχαμε σαν τους τρελούς! Ήταν που « Όλη μέρα θα κάθεσαι και θα πίνεις καφεδάκια και θα λιάζεσαι Καμιλίτσα μου»…

-Μετά όμως δεν σε πήγα για τσάι στο σπίτι εκείνης της πλούσιας κυρίας;

-Σε ποια, σε κείνη την τρελή; Eρχόμαστε Ελλάδα, Ελλάδα κι αυτή. Μόλις γυρίσουμε Λονδίνο, τσουπ, Λονδίνο θα ΄ναι κι αυτή. Στο λέω και να μου το θυμάσαι, αυτή μας παρακολουθεί. Έχει και κείνο το κορακί το μαλλί και το τσιτωμένο το κούτελο…Πόσα χρόνια την βλέπουμε όπου πάμε, ίδια είναι! Εγώ φοβάμαι όταν με κοιτάζει. Την είδες στο τραπέζι που μας κάνανε στο παλιό το σπίτι του νονού σου; Στυλώνει το μάτι της και λέει :«You and you, at my place, stis pente akrivos…» Kαι το δεξί φρύδι…στο Θεό! Μπρρρρ… Σκιάχτηκα.

-Δίκιο έχεις. Εγώ θα ήθελα να πάμε για τσάι στο σπίτι της άλλης της πλούσιας, της ωραίας, που ήρθε με την μαμά της… αλλά αφού αυτή δεν μας κάλεσε.

-Σκουπίσου κι απόφαγες!! Την τσέκαρες και την άλλη την «ωραία, που ήρθε με την μαμά της» πουλάκι μου…Τέλος πάντων…Τί να λέμε; Όλα τους τα κάναμε! Πρωινά, δεκατιανά, μπράντς, μεσημεριανά, τσάγια απογευματινά, απεριτίφ, δείπνα, κονιάκ στην βιβλιοθήκη, λιμοντσέλο στην βεράντα, γλυκά του κουταλιού, λουκουμάδες, μέχρι κουλούρια Θεσσαλονίκης δοκιμάσαμε και δώστου οι ξεναγήσεις και τα στεφάνια με τις μπάντες! Αλλη μιά φορά να ακούσω εθνικό ύμνο θα παραφρονήσω! Αγκύλωση κόντεψα να πάθω! Από φλεβίτιδα θα πάω η γυναίκα! Τέτοια κούραση έχω να περάσω από τότε που μετακόμισα στο σπίτι σου και έπρεπε να κάνω γενική σε 554 δωμάτια…Τί τα θέλετε και σεις τόσα δωμάτια; Αμ, τα τζάκια; Κάθε δωμάτιο και τζάκι! Τον μισό Αμαζόνιο και ολόκληρο τον Καναδά πρέπει να κάψετε για να τα ζεστάνετε! Κι αυτό το ¨Δούκισσα της Κορνουάλης¨ κομμένο. Μα πού το βρήκατε; Να πεις της μάνας σου να μου το αλλάξει και να μου βρεί κάτι πιό πιασάρικο γιατί κάθε φορά που με αποκαλούν έτσι νομίζω πως ακούω γλάρους να πετάνε ξυστά πάνω από το κεφάλι μoυ και σκύβω!

Οh, dear, oh dear!

Ματίνα Ράπτη -Μιληλή

11805980_1612074449065268_1929602863_n.jpg

 

 

 

 

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.

The article expresses the views of the author

iPorta.gr

 

SHARE
RELATED POSTS
Η ιστορία της Κόκκινης Πόλης, του Σταύρου Θεοδωράκη
Για τη γυναίκα που πέθανε αβοήθητη στη Φολέγανδρο, του Σταύρου Θεοδωράκη
Ό,τι πληρώνεις παίρνεις…, του Γιώργου Αρκουλή
Η ζωή στους τοίχους, του Δημήτρη Μπρούχου

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.