Κοινωνία - Ελλάδα - Οικονομία

Τήνος: Ελληνική πραγματικότητα και μπιτσόμπαρα του Αγίου Ρωμανού, του Μάνου Στεφανίδη

Spread the love

 

Μάνος Στεφανίδης, Αναπληρωτής Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και Ιστορικός Τέχνης

Θεέ μου μεγαλοδύναμε,

που ‘σαι ψηλά εκεί πάνω

ρίξε λιγάκι τουμπεκί… θεούλη μου

στον αργιλέ μου απάνω…

(Στον Άγγελο Παπαδημητρίου)

Πολιτισμοί της περιφέρειας όπως ο δικός μας, ο νεοελληνικός αδυνατούν να αρθρώσουν μεγάλες αφηγήσεις δηλαδή μυθιστόρημα ή κινηματογράφο, κυρίως γιατί ζουν περισσότερο στο εξιδανικευμένο, ρομαντικό παρελθόν τους παρά συνειδητοποιούν ή ερμηνεύουν το παρόν. Και επειδή κατ’ ουσίαν τρέφονται περισσότερο από προνεωτερικά, λαϊκά στοιχεία παρά από την, μάλλον, κακοχωνεμένη, εισαγόμενη ratio, την Lingua Franca δηλαδή του κεντροευρωπαϊκού μοντερνισμού. Έτσι ακμάζει περισσότερο η ποίηση, ο υποκειμενικός λυρισμός και όχι ο πεζός λόγος (το έπος με το βάρος της ιστορίας), ή η εικονογράφηση κι όχι η θεωρία της εικόνας, οι μικρές, αποσπασματικές ιστορίες και όχι η μεγάλη αφήγηση. Όμως η επιβίωση του λαϊκού στοιχείου ακόμα και στην καρδιά του μεταμοντέρνου είναι η πρόταση σωτηρίας των ψυχών για αυτούς τους περιφερειακούς πολιτισμούς. Είναι για παράδειγμα συγκινητικό ότι ο Μίλαν Κούντερα σε ένα από τα πιο σύντομα στα γαλλικά γραμμένο μυθιστόρημα του, την Άγνοια, κάνει μνεία των μεγάλων ρομαντικών ποιητών του 19ου αιώνα, από την Ισλανδία ως τη Ρουμανία και την Τσεχία και βέβαια αναφέρεται και στο δικό μας Διονύσιο Σολωμό. Μεγαλύτερος ύμνος για την ενωμένη Ευρώπη δηλαδή για τον κοινό, πολυεπίπεδο πολιτισμό της δεν θα μπορούσε να γίνει. Και αυτό είναι κάτι που δυστυχώς κάνεις Ευρωπαίος πολιτικός σήμερα δεν μπορεί να συλλάβει και πολύ περισσότερο να εκφράσει. Ας είναι…

Ακούω το τραγούδι του Βασίλη Τσιτσάνη “Σαν απόκληρος γυρίζω από τη μαύρη ξενιτιά, περιπλανώμενος, δυστυχισμένος μακριά από της μάνας μου την αγκαλιά” και αντιλαμβάνομαι πως πρόκειται για μία σύγχρονη, σπαρακτική “Οδύσσεια” τσέπης. Αντί της πολύστιχης, ομηρικής εξιστόρησης του νόστου και του άλγους, εδώ έχουμε μίαν ιδιοφυή μινιατούρα που χτυπάει κατευθείαν στην καρδιά τόσο με τη μουσική όσο και με τους στίχους. Συνεχίζω με άλλο παράδειγμα:

Από την πρώτη φορά που άκουσα το παραπάνω τραγούδι της μαστούρας “με της εκκλησιάς τις αψηλές καμάρες που άναβαν οι καναβουριές σαν να ‘τανε λαμπάδες”, προβληματίστηκα τόσο για την προέλευση όσο και τον ή τους δημιουργούς του. Μου φαινόταν πολύ ανάλαφρο αλλά και συγχρόνως λιτό και ζόρικο, με στίχους που ξέφευγαν από τον πρωτογονισμό των ρεμπέτικων τραγουδιών ενώ το όλον με παρέπεμπε σε κάτι το μεταμοντέρνο. Ας πούμε στο κλίμα του Ρεμπέτικου όπως το έστησαν ο Κώστας Φέρης και ο ο Σταύρος Ξαρχάκος. Ψάχνοντας στο διαδίκτυο διαπίστωσα με έκπληξη πως οι συντελεστές του ήταν άγνωστοι ενώ η πρώτη επίσημη ( ηχογράφηση έγινε στη δεκαετία του ’90. Περίεργο; Πολύ περίεργο!

Αργότερα πληροφορήθηκα από τον φίλο μου Άγγελο Παπαδημητρίου πως πρόκειται για έναν καθιστικό, αντικριστό καρσιλαμά από τη Μικρασία που πέρασε ευλύγιστος και ευπροσάρμοστος στα νησιά του Αιγαίου και τραγουδήθηκε ή χορεύτηκε και σαν μπάλος.

Το τραγούδι πρέπει να απαγορεύτηκε λόγω των αναφορών του στα ναρκωτικά κατά την πουριτανική, μεταξική περίοδο και να καταστράφηκαν οι οποίες δισκογραφήσεις του. Οι στίχοι του με την καταπληκτική ενάργεια αποδίδονται με σχετική βεβαιότητα στον “καταραμένο” εστέτ ποιητή του Μεσοπολέμου Ναπολέοντα Λαπαθιώτη που κάτι ήξερε από περιθώριο, παραισθησιογόνες ουσίες και μεταξικό κυνηγητό ομοφυλοφίλων. Ειδικά η λανθάνουσα ομοιοκαταληξία λέξεων όπως καμάρες – λαμπάδες ή γένια – γέλια δείχνουν τον ευαίσθητο μάστορα. Ακούω το τραγούδι αυτό σήμερα διαπιστώνω πόσο δημοφιλές είναι ανάμεσα στους νεότερους. Να είναι ο εύκολος αλλά τόσο ουσιαστικός ρυθμός του; Το αργό, χορευτικό του tempo ή οι στίχοι που λαμπυρίζουν μεταφυσική πονηριά; Ό,τι και να ‘ναι, αποδεικνύει πόσο έντονη είναι λειτουργία της παράδοσης ακόμα και σήμερα, πόσο επιβιώνει το λαϊκό στοιχείο σε πείσμα του κυρίαρχου, διάχυτου λαϊκισμού και πόσο η ατομική, επώνυμη δημιουργία μπορεί να παρενδύεται ευφυώς λαϊκές φορεσιές και να καθίσταται έτσι ακαταμάχητη.

Οι φωτογραφίες είναι παρμένες απ’ την νεοελληνική πραγματικότητα. Υπάρχει ο ένας κόσμος, αυτός του Παπαδημητρίου που κάνει την καθημερινότητα, τον απλό περίπατο στη πόλη, περφόρμανς και έργο τέχνης. Αλλά υπάρχει κι ο άλλος που οδηγεί βαριές μηχανές ως το ακρογιάλι αρνούμενος να περπατήσει λίγα μέτρα για να πάει στο μπιτσόμπαρο του Αγίου Ρωμανού ενώ συγχρόνως αποκλείει την διάβαση των ΑΜΕΑ προς τη θάλασσα. Υπάρχουν αυτοί που βλέπουν στον κόσμο μόνο τις φτηνές τους ανάγκες και υπάρχουμε κι εμείς που ψάχνουμε για τις ανάγκες μας άλλοτε ένα άλλοθι και άλλοτε – στις καλύτερες περιπτώσεις – μιαν αιτία.

ΥΓ:

Μπιτσόμπαρο Αγίου Ρωμανού, χτες. Το αδιαχώρητο και η απόλυτη σαρδελοποίηση. Η άκρα ανευθυνότητα και η κιτσοποίηση μιας κάποτε πανέμορφης ακρογιαλιάς. Η φωτογραφία αφιερώνεται εξαιρετικά στον κ. Δήμαρχο και τον κ. Λιμενάρχη Τήνου. Αλλά και στους πολιτικούς τους προϊσταμένους. Έχουμε κρούσματα στο νησί και πόσα; Οι φήμες δίνουν και παίρνουν. Κύρια πηγή το Κέντρο Υγείας. Επειδή η Πάρος – με τον απαράδεκτο δήμαρχο της – δεν είναι μακριά.

Άγιος Ρωμανός σήμερα, νωρίς το πρωί.

 Αυγ 19, 2020

 Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.

The article expresses the views of the author

iPorta.gr

SHARE
RELATED POSTS
Η δυσανεξία απέναντι στην κριτική, του Κωστή Α. Μακρή
Τα μπλε φώτα, του Κωστή Α.Μακρή
Κρίσεις ΚΥΣΕΑ 2020: Ποιοι μένουν, ποιοι φεύγουν

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.