Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Σε συνύπαρξη αρμονική, του Δημήτρη Κατσούλα

Spread the love

Δημήτρης Κατσούλας

Δημήτρης Κατσούλας

Παρακολούθησα διαφήμιση φαρμακευτικής εταιρίας η οποία παρέχει συμπλήρωμα διατροφής σε κάψουλες και σε σπρέι το οποίο – λέει – βοηθά στο να έρθει γλυκά ο ύπνος σε όσους ταλαιπωρούνται νύχτες ολόκληρες να κλείσουν μάτι χωρίς καμία μάλιστα παρενέργεια όπως υποστηρίζει, και γέλασα. Ναι, μπορεί να υπάρχουν κάποιοι οι οποίοι όντως αντιμετωπίζουν πρόβλημα ύπνου αλλά όλα είναι στο μυαλό, όλα είναι στην εστίαση του προβλήματος και στην υπέρ εκτίμηση που δίνουν κάποιοι αντί να αφεθούν ελεύθεροι χωρίς περιτριγυρίσματα στα ίδια και στα ίδια και ο ύπνος έρχεται μόνος του και γλυκά μάλιστα εκτός κι αν κάποιος έχει διαπράξει σοβαρό παράπτωμα και τον «κυνηγούν» οι τύψεις του. Τότε να συμφωνήσω ότι χρήζει επισήμου φαρμακευτικής αγωγής αφού πρώτα εξομολογήσει τα εσώψυχά του προς απαλλαγή του είτε σε ιατρό ή πιο καλά σε παπά της εμπιστοσύνης του διορισμένο απευθείας από την Μητρόπολη ως  ειδικότητα εξομολογητή καθηγητή τηρώντας όλα τα εχέγγυα που πρέπει να τηρεί θέτοντας η εκκλησία ως όρους απαράβατους και όχι χρησιμοποιώντας αυτά τα διαφημιζόμενα υπνωτικά.

Κάποιοι άλλοι άνθρωποι χωρίς να θέτουν τον ύπνο σε πρώτη τους ανάγκη πάει τρεις ή τέσσερις η ώρα και τότε ίσως και αναλόγως των εργασιών της ημέρας που πέρασε οδηγηθούν στα κρεβάτια τους ή στους καναπέδες τους ή στις πολυθρόνες τους ή σκυφτούς μπορείς να τους δεις από τις χαραμάδες των παντζουριών τους να πληκτρολογούν σε υπολογιστές ή ελλείψει αυτών στην πλάτη της/του της αγαπημένης/του να χρησιμοποιούν ως στήριγμα διασκεδάζοντάς το μάλιστα. Κάποιοι άλλοι φαίνονται να κάνουν βόλτα μέσα στην σιωπηλή πόλη που κοιμάται ή σε κάποιο κατάστρωμα καραβιού καθόσον το καράβι εκτελεί το προγραμματισμένο του δρομολόγιο μεταφέροντας κι άλλους επιβάτες να κοιμούνται είτε στις καμπίνες τους είτε αραδιασμένοι σε υπνόσακους επί του καταστρώματος ροχαλίζοντας ρυθμικά.

Οι άνθρωποι αυτοί είναι χαμηλών τόνων και έχουν ως χαρακτηριστικό γνώρισμα τη σιωπή προμηθευόμενοι πάντα τις πρωινές εφημερίδες μόλις κυκλοφορήσουν στα περίπτερα, ρίχνονται στην ανάγνωσή τους απορροφημένοι χωρίς να διακόπτονται από τυχόντες ήχους γυναικείων τακουνιών που έλαχε εκείνη τη στιγμή να περνούν έξω από το παράθυρό τους. Παθιάζονται με τον έρωτα, δεν τον κατατάσσουν κάπου θέτοντάς του ταμπέλες και τοποθετώντας τον σε βιτρίνες. Είναι και φορές που στην προσπάθειά τους να του δώσουν τη διάσταση που αυτοί επινοούν χωρίς να ντρέπονται κάποιες φορές να γίνονται και πρόστυχοι στα λόγια, κάτι που απαιτεί η κορύφωση της αγάπης τους και του εκτός ορίων έρωτά τους. Συνήθως καταλήγει να τους παίρνει ο ύπνος ολόγυμνους και αγκαλιασμένους προς τα ξημερώματα – ο λίγος ύπνος δεν τους είναι εμπόδιο αλλά δύναμη για τη δουλειά τους – όπου σε λίγο πρέπει να σηκωθούν για τις εργασίες τους και ειδικά ο άνδρας που έχει ωράριο αρχόμενο από τις έξι.

Τα γραφεία τους στον ίδιο χώρο του σπιτιού τους ευρισκόμενα είναι γεμάτα από χαρτιά. Χαρτιά μέσα σε φακέλους πρόχειρα τοποθετημένα στιχάκια, άρθρα, θεατρικά κείμενα και σημειώσεις, πολλές σημειώσεις. Από φίλους είναι επιλεκτικοί κατά την άποψή τους: τους αρκούν λίγοι, πέντε, έξι με επτά είναι οι κολλητοί τους. Μαζί τους, πέραν των πολύ-πολύ προσωπικών τους που ανταλλάσσουν πάντα έχουν να πουν και για μια είδηση που πέρασε στα καταχωνιασμένα των εφημερίδων και απαρατήρητη και η οποία είχε ενδιαφέρον, ένα αστείο για να ξεκαρδιστείς στα γέλια, έτοιμοι πάντα να ζητήσουν «συγγνώμη». Στο στήθος τους έχουν πάντα μια μεγάλη διάπλατη καρδιά που αν λίγο την προσέξεις σίγουρα θα αντιληφθείς ότι είναι και φορές όπου τα άλογα που κρύβουν εκεί είναι και φορές όπου συντονίζονται να χοροπηδήσουν κάνοντας την άγρια διαδρομή τους χωρίς να σε τρομάζουν αν τύχει και βάλεις το αυτί σου στο στήθος τους κι ας μη τα βλέπεις καν. 

Είναι άνθρωποι «έξω καρδιά», ωραίοι, όμορφοι, αξιοπρεπείς και διαφορετικοί. Τέτοιες μέρες, τέτοια εποχή του Φθινοπώρου αναπολούν τις καλύτερες μελαγχολικές στιγμές. Κάνουν στάση σε ακροάσεις ραδιοφωνικών εκπομπών απολαμβάνοντας από τους μουσικούς παραγωγούς τη δυνατότητα να ακούν το θόρυβο ενός ξερού φύλου που πέφτει στη γη, μια χοντρή ψιχάλα βροχής πάνω σε ένα κάστανο διασχιζόμενη σε χίλια κομμάτια από τα αγκάθια του γιατί ακόμα είναι άγουρο. Τώρα που η θάλασσα έμεινε ορφανή αυτοί οι άνθρωποι της κάνουν παρέα καθήμενοι στην αμμουδιά και στα ελάχιστα τραπεζάκια που απέμειναν να πίνουν το κρασάκι τους, να ξαπλώνουν στην αιώρα διαβάζοντας το βιβλίο τους ακουμπώντας τα πόδια τους στο νερό που τα γλείφει αραιά και που, απολαμβάνοντας τις στιγμές και ποτέ την οθόνη του κινητού τους το οποίο είναι κλειστό. Άνθρωποι που αγαπήθηκαν από ελάχιστους τρελούς ή ποιητές ενώ για τους πολλούς παρέμειναν οι παράξενοι αυτού του κόσμου και από τη ζωή που ζουν διαβάζονται όχι με μεγεθυντικό φακό (φέροντας τα πράγματα στην επιθυμητή τους διάσταση) αλλά με το μικροσκόπιο της αλήθειας, της άδολης συναναστροφής και της αφτιασίδωτης καλοσύνης πάντα ενδεδυμένη με την περιβολή της απέριττης ανθρωπιάς. Και είναι πολύ λίγοι αυτοί που περνούν ανάμεσά μας αρκεί κάποιος που δεν είναι αδιάφορος τους προσέξει.

 

SHARE
RELATED POSTS
…τότε που τα Καλοκαίρια δεν ονομάζονταν «σεζόν», του Δημήτρη Κατσούλα
Το ραδιόφωνο συνέχιζε να παίζει, της Μαρίας-Μαρίας Βασιλείου
Σε ένα τραπέζι γνωρίζονται οι άνθρωποι, της Αναστασίας Φωκά

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.