Γι αυτόν δεν υπήρχαν γιορτές και σχόλες .
Κυριακή πρωί κι αφού το χωριό βρισκόταν στο πόδι από νωρίς, ξεκάμπιζε* από τα πηγάδια του χωριού διαλαλώντας το εμπόρευμα του.
Φορτωμένο το γαϊδουράκι του με δυο σακιά κάστανα – τόση ήταν η συνολική ποσότητα που συνέλεξε εφέτος από τις καστανιές του – έφτανε στα πρώτα σπίτια του χωριού .
Που και που αγοράζαμε κάνα κιλό . Ένα κιλό του ζητούσες, “πάρε και από μένα αυτές τις δυο χούφτες χάρισμα . . . ‘’ .
Αμπέλια σταματήσαμε να έχουμε εκεί γύρω στο ’90, γιατί με εντολή της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα ξεριζώσαμε για κάποιες πενταροδεκάρες .
Πάνε χρόνια τώρα που είχα να τον δω – μας είχε πει θυμάμαι και κάποια προβλήματα υγείας με την μονάκριβη κόρη του – οπότε τις προάλλες να’ τος ξανά μπροστά μου καβάλα στο γαϊδουράκι του την ώρα που μαδούσα ένα τσαμπί σταφύλι μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή μου .
Είπα να από πίσω του αλλά δεν τον πρόλαβα . Τούτη τη φορά είχαν μια άλλη ιδιαίτερη νοστιμιά τα κάστανα και τα λόγια των παιδικών μου χρόνων .
Σαν κάτι να συνέβη, λες και μύγα τσίμπησε το γαϊδουράκι του, αφήνιασε και εξαφανίστηκαν στο λεπτό .
Κι εγώ έμεινα να κοιτάζω τη λευκή οθόνη του υπολογιστή μου, την άγραφη .
*ξεκαμπίζω = φανερώνομαι
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr