Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Η υποχρέωση , του Δημήτρη Κατσούλα

Spread the love

Δημήτρης Κατσούλας

Δημήτρης Κατσούλας

Του Αυγούστου οι βροχές είναι οι πιο αναπάντεχες αλλά και συχνά καταστροφικές για τον κόσμο της γεωργίας και του μεροκάματου γενικότερα. Μονομιάς ο ουρανός μελαγχολεί, γίνεται μουντός, ένα αστροπελέκι ταρακουνά συθέμελα κι έφτασε η μπόρα λες και την καλέσαμε, λες και την είχαν ανάγκη οι δρόμοι και τα πλακόστρωτα να γίνουν πιο γλιστερά για να διαβούν από πάνω τους μετά οι άνθρωποι και ν’ αρχίσουν τα τσακίσματα σε χέρια, πόδια και λεκάνες εξ αιτίας της καθαρής διαδρομής που γυαλίστηκαν όλα σ’ αυτή την πόλη. Η βροχή ήταν το προμήνυμα, το ξεκαθάρισμα και ο προάγγελος της νέας προσαρμογής μας στη νέα εποχή που άρχισε διότι από τούδε και στο εξής δεν θα περπατούμε αλλά θα ολισθαίνουμε είτε σε κατηφόρες είναι αυτές είτε σε ανηφόρες αλλά και σε ισιώματα ακόμη. Η βροχή(κατά τα άλλα) τέτοια εποχή σε όλους είναι επιθυμητή, οπότε οι περισσότεροι βγαίνουμε τους δρόμους αρκεί μόνο να περπατούμε σταθερά και προσεκτικά παίρνοντας σβάρνα τα στενά του Ψυρρή, του Κολωνού και του Μεταξουργείου φωτογραφίζοντας κάθε πολύχρωμο τρισδιάστατο γκράφιτι μιας και οι τοίχοι της πόλης δεν είναι πια επίπεδοι διότι άλλοτε προβάλλουν σαν επιφάνειες «εγκυμονούσας» πρόσκρουσης κι άλλοτε δημιουργούν βαθουλώματα προσπαθώντας ν’ απορροφήσουν τους κραδασμούς μας επάνω τους. Κι έτσι, σιγά σιγά ξεχνιέσαι κι αρχίζεις να εξερευνείς όλο το Μοναστηράκι, όλα τα μαγαζιά. Σε κάποια στιγμή μου σκας το μυστικό ότι πέρα από τα γκράφιτι το ενδιαφέρον σου εστιάζεται και σε παλιά περιοδικά, βιβλία, δίσκους, καθρέφτες, περιδέραια, μπρούτζινα κηροπήγια και τασάκια στο χέρι ζωγραφισμένα, αλλά η πλειονότητα αυτών έχει «μετακομίσει» στο Σχιστό και εκτείνεται μέχρι τον Σκαραμαγκά εδώ και μερικά χρόνια πλέον. Εκεί ανάμεσα σε πλανόδιους πωλητές και πλήθος κόσμου κάθε κατηγορίας μπορείς να συναντήσεις από άχρηστα gadgets μέχρι σεντόνια μεταξωτά τελευταίας εισαγωγής καθώς και υφαντά αρίστης ποιότητος από Ινδίες, Τεχεράνη, Πακιστάν, Αφγανιστάν, Μέση Ανατολή. Τα πάντα, κάθε Κυριακή και σε πολύ προσιτές τιμές μάλιστα.

Ξεκινούμε για εκεί. Η λεωφόρος προς το τέλος της φαίνεται μποτιλιαρισμένη από αυτοκίνητα και ανθρώπους οι οποίοι στην πλειοψηφία τους ή περιεργάζονται τα αντικείμενα που είναι ξαπλωμένα στην άσφαλτο ή σε πάγκους ακόμη και σε συρματοπλέγματα απλωμένα ή άλλοι απλώς κάνουν την Κυριακάτικη βόλτα τους. Ενδιαφέρον παρουσιάζει ένας άνθρωπος ρακένδυτος ο οποίος έχει ψηλά σαν σε σταυρό σηκώσει μια πινακίδα με ‘ κείνη τη γνωστή λέξη γραμμένη σε χαρτόνι, εκείνη πια που βλέπεις παντού από την οδό Αθηνάς και το ιστορικό τρίγωνο μέχρι έξω από δικαστήρια, σχολεία και ανώτατα ιδρύματα, εκείνη που νομίζαμε ότι έχει πλέον εκλείψει από την κοινωνία μας ή τέλος πάντων ότι δεν θα χρειαζόταν ποτέ να πούμε πια διότι οι διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης λένε ότι έχουν μεριμνήσει για όλους μας. ΠΕΙΝΑΩ γράφει η πινακίδα του ξεσπιτωμένου συνανθρώπου μας εκεί στην λεωφόρο. Εμείς οι άλλοι προφανώς να μη πεινάμε, κι αν πεινάμε μια γκαζιά που λέει ο λόγος απέχει το σπίτι μας από το πιάτο μας. Κόκκινο το φανάρι και ξανά στριμωξίδι και συνωστισμός από αυτοκίνητα και φωνές από πωλητές και αγοραστές. Ένας πανζουρλισμός επικρατεί. Ο οδηγός εμπρός μου ανοίγει την πόρτα μιας κόκκινης νταλίκας, την κλείνει μετά από λίγο με θυμό και αγανάκτηση όπως δείχνει το πρόσωπό του, και κατεβαίνει. Είμαι έτοιμος να κορνάρω γιατί κόβει την κίνηση κι όλοι βιαζόμαστε, δεν αντέχεται αυτή η λαύρα του Αυγούστου κι ας είναι ακόμη σχετικά νωρίς. Κρατάει δυο καφάσια με βερίκοκα, ένα με κεράσια καθώς και ένα καρπούζι στη μασχάλη του κι ενώ εγώ ετοιμάζομαι να τον ειρωνευτώ και να τον χαρακτηρίσω άξεστο και αγενή που κόβει την κυκλοφορία κορνάροντάς του μάλιστα εκείνος φωνάζει τον άνθρωπο με το χαρτόνι και του τα δίνει. Επιθυμώ να ανοίξει η γη και να με καταπιεί, νοιώθω λίγος, τιποτένιος και ασήμαντος μπροστά του. Είμαι.

Σκέπτομαι καθοδόν: δεν είναι αρκετό μια κόκκινη νταλίκα να μου δείχνει το δρόμο μοναχά,  έχω υποχρέωση να μάθω να την οδηγώ κιόλας.

Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του. 

The article expresses the views of the author

iPorta.gr

SHARE
RELATED POSTS
Ατόφια με την ποίηση, του Δημήτρη Κατσούλα
Ο μεγιστάκος, του Κωστή Α.Μακρή
Απόψε στο μισοσκόταδο μου φαίνεσαι πιο όμορφη, του Δημήτρη Κατσούλα

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.