Πόρτα στον Κόσμο

Η «κατάρα» που συνοδεύει το Τόκιο σε κάθε Ολυμπιάδα, του Νίκου Βασιλειάδη

Spread the love

Νίκος Βασιλειάδης

*Ο Νίκος Βασιλειάδης είναι συγγραφέας – αρθρογράφος, βραβευμένος στην Πολιτιστική Ολυμπιάδα του Ναγκάνο της Ιαπωνίας του 1998.

Όταν τον Σεπτέμβριο του 2013 το Τόκιο κέρδισε τη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων για το 2020 στο Μπουένος Αϊρες υπήρξαν πολλοί που γνωρίζοντας καλά την ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων μίλησαν για την ευκαιρία του Τόκυο να «σπάσει» την κατάρα που συνόδευε τις διοργανώσεις που η Ιαπωνική πρωτεύουσα είχε αναλάβει στο πέρασμα του χρόνου. Γιατί η ιαπωνική πρωτεύουσα είχε αναλάβει και παλαιότερα τη διοργάνωση των Αγώνων του 1964 σε μια προσπάθεια να «επανενταχθούν» οι δυνάμεις του Αξονα στο μεταπολεμικό Ολυμπιακό Κίνημα, όπως τέσσερα χρόνια νωρίτερα είχε γίνει με την Ιταλία με τη Ρώμη και θα ακολουθούσε το 1972 η τότε Δυτική Γερμανία με το Μόναχο.

Όλοι είχαν στο μυαλό τους την απαλοιφή των αναμνήσεων του 1940 όταν το Τόκιο είχε αναλάβει μια Ολυμπιάδα που έμελλε να μη γίνει ποτέ λόγω του ξεσπάσματος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η ΔΟΕ ποτέ δεν θεωρείτο και ούτε θεωρείτε ένα πολύ «δημοκρατικό» κλαμπ. Τουναντίον, υπήρξε πρώτα μια λέσχη αριστοκρατών, που εξοβέλιζε τον επαγγελματικό αθλητισμό διότι αυτός θα έβαζε στο παιχνίδι και την εργατική τάξη, και έπειτα ένα «κλαμπ» που εις το όνομα της «μη εμπλοκής στην πολιτική» δεν είχε κανένα πρόβλημα να αναθέσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1936 στη Γερμανία του Χίτλερ με το Βερολίνο και έπειτα στην Ιαπωνία του αυτοκράτορα Χιροχίτο – για δεκαετίες έπειτα εξάλλου, διακεκριμένα μέλη της θα εξυμνούσαν τους Ολυμπιακούς του Βερολίνου ως την καλύτερη διοργάνωση που είχε υπάρξει.

Κάπως έτσι το Τόκιο είχε αναλάβει τη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων του 1940, την εποχή που ο ναζισμός κάλπαζε στην Ευρώπη και ο ιαπωνικός μιλιταρισμός φούντωνε στην Άπω Ανατολή. Η Ιαπωνία είχε τέσσερα χρόνια να προετοιμαστεί. Αλλά ήδη από το καλοκαίρι του 1937 θα ξεσπούσε ο δεύτερος Σινοιαπωνικός Πόλεμος μεταθέτοντας τις προτεραιότητες της οικονομίας στην πολεμική βιομηχανία και στην στρατιωτική προετοιμασία και κλιμακώνοντας από την άλλη τη διπλωματική απομόνωση της χώρας του Ανατέλοντος Ηλίου.

Εκείνο το διάστημα πολλές χώρες είχαν αποφασίσει να μποϊκοτάρουν τους Αγώνες του Τόκιο. Τον Μάρτιο του 1938 στη Σύνοδο της ΔΟΕ στο Κάιρο η ιαπωνική κυβέρνηση διαβεβαίωσε τη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή για την προσήλωσή της στη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων. Ωστόσο είχε ήδη στα χέρια της έκθεση των επιτελείων των ενόπλων δυνάμεων που απαιτούσαν οι ολυμπιακές εγκαταστάσεις να κατασκευαστούν από ξύλο καθώς τα μέταλλα ήταν αναγκαία για τον στρατό και το ναυτικό της.

Τον Ιούλιο του 1938 η Ιαπωνία αποσύρθηκε επισήμως από τη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων του Τόκιο και η ΔΟΕ έσπευσε να τους αναθέσει στο Ελσίνκι σαν δεύτερη επιλογή. Ούτε όμως και το Ελσίνκι θα ήταν τυχερό. Στις 30 Νοεμβρίου του 1939, δύο μήνες μετά το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Φινλανδία δέχθηκε την επίθεση από τις δυνάμεις της τότε Σοβιετικής Ένωσης. Το Ολυμπιακό Κίνημα είχε ήδη πέσει στη (χειμερία) νάρκη του πολέμου…

Έτσι οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 1940 δεν έγιναν ποτέ και το Τόκιο έπρεπε να περιμένει 24 χρόνια μέχρι να διοργανώσει την πρώτη του Ολυμπιάδα που την έναρξή της σημάδεψε το άναμα της Ολυμπιακής φλόγας από τον 19χρονο Γιοσινόρι Σακάι, ο οποίος είχε γεννηθεί στη Χιροσίμα στις 6 Αυγούστου 1945, την ημέρα που έπεσε η ατομική βόμβα στην πόλη. Η επιλογή του Σακάι συμβόλιζε τη μεταπολεμική ειρηνική πορεία της Ιαπωνίας και όλοι θα μιλούσαν για χρόνια αργότερα για τους Ολυμπιακούς αγώνες της τεχνολογίας με τους Ιάπωνες να δίνουν τα πρώτα τους διαπιστευτήρια στην κούρσα του τεχνολογικού εξοπλισμού που θα καταλάμβανε αργότερα ολόκληρο τον κόσμο . Όμως η κατάρα του Τόκιο δεν είχε εξαφανιστεί εντελώς. Πολλοί μιλούν για κάποιες «περίεργες» συμπτώσεις που σημάδεψαν και εκείνη την πρώτη διοργάνωση.

Ο θριαμβευτής του Τόκιο Αμπέμπε Μπικίλα το 1969 τραυματίστηκε σοβαρά σε τροχαίο, για να πεθάνει το 1973 στα 41 του χρόνια από εγκεφαλική αιμορραγία. Ο Σοβιετικός Ολυμπιονίκης του ύψους Βαλερί Μπρούμελ ένα χρόνο μετά τους Αγώνες έπεσε θύμα τροχαίου δυστυχήματος και τελείωσε τη μεγάλη καριέρα του. Ο Αμερικανός Ρόναλντ Ζιν (6ος Ολυμπιονίκης στα 20.000 μ. βάδην) σκοτώθηκε στον πόλεμο του Βιετνάμ, ενώ ο Βρετανός αργυρός Ολυμπιονίκης στα 400 μ. με εμπόδια, Τζον Κούπερ, βρήκε τραγικό θάνατο το 1974, στα 33 του χρόνια, σε πτώση αεροπλάνου.

Οι θιασώτες και προσεκτικοί παρατηρητές των Ολυμπιακών έβαλαν το Τόκιο στην «γκρίζα» ζώνη με πολλά ερωτηματικά. Ερωτηματικά που έπρεπε να σβήσουν με την διοργάνωση των 32ων Ολυμπιακών Αγώνων του 2020 όταν η ΔΟΕ έδωσε μία ακόμη ευκαιρία στους Ιάπωνες. Και ενώ όλα έδειχναν πως αυτή τη φορά δεν θα υπήρχαν προβλήματα και πως όλα θα εξελίσσονταν ομαλά προσφέροντας μας ένα υπερθέαμα με ιαπωνική σφραγίδα, ήρθε η πανδημία του κορωνοϊού για να ανατρέψει για μία ακόμη φορά τον ρου της ιστορίας.

Ο Ολυμπιακοί Αγώνες του Τόκιο αντί να σφύζον από την δύναμη ενός πλήθους που λαχταρά να αφήσει πίσω του τις διαφορές που χωρίζουν τους ανθρώπους έγινα οι Αγώνες της απόστασης και της απομόνωσης από κάθε ανθρώπινη επαφή. Όχι πως δεν έχουν το δικό τους ξεχωριστό ενδιαφέρον. Πρώτα απ όλα είναι ξεχωριστοί όντας οι αγώνες που μπορείς να κοροϊδέψεις τον χρόνο, μιας και ονομάζονται Ολυμπιακοί του 2020 και γίνονται το 2021.

Είναι οι αγώνες με επίσης μια ιδιαίτερη σημασία και για τους αθλητές μιας και μέχρι να φτάσουν εκεί πέρασαν μια πολύ μεγάλη μακρά δύσκολη περίοδο που ανέτρεψε πολλά από την προετοιμασία τους λόγω της πανδημίας και ενώ η κλιματική αλλαγή, η μεγαλύτερη απειλή στον πλανήτη, έχει ήδη προξενήσει και συνεχίζει να προξενεί σημαντικές καταστροφές σ’ Ανατολή και Δύση. Κυρίως όμως είναι οι Ολυμπιακοί που διεξάγονται χωρίς θεατές. Με πολλούς χορηγούς να έχουν έχουν αποσύρει την οικονομική τους στήριξη και με πάνω από το 80% του πληθυσμού της Ιαπωνίας να έχει δηλώσει πριν από δύο μήνες (μέσα Μαΐου) την αντίθεσή του και στην διοργάνωση των Αγώνων και στην πραγματοποίηση της Ολυμπιακής φιέστας.

Ευτυχώς, η Ιαπωνία δεν αντέδρασε με τον τρόπο που καταδίωξε το Μεξικό τον Οκτώβριο του 1968 τους αντιρρησίες φοιτητές, εκτελώντας περίπου 300 (27, σύμφωνα με τον στρατό που βγήκε στον δρόμο), μία εβδομάδα πριν αρχίσουν οι Αγώνες. Αλλά στο «Τόκιο 2020», δηλαδή 2021, τα κόστη ξεπέρασαν κάθε ανεκτό όριο δίνοντας στους αγώνες τον τίτλο των ακριβότερων αγώνων που έγιναν ποτέ.

Οι επιτετραμμένοι δημοσιογράφοι και οι διεθνείς σχολιαστές μιλούν για τριπλασιασμό ή και τετραπλασιασμό του αρχικού προϋπολογισμού, τονίζοντας ότι πάντα το τελικό κόστος ξεπερνάει τους αρχικούς υπολογισμούς κατά ένα μεγάλο ποσοστό. Όμως, ποτέ άλλοτε τέτοια έτσι. Με κόστος άνω των 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων και μειωμένα έσοδα λόγω μη θεατών , πόσα δισεκατομμύρια άραγε θα χάσει το Τόκιο σε αυτούς του «παράξενους» Ολυμπιακούς Αγώνες; Το εκτιμώμενο κόστος για τους Ολυμπιακούς Αγώνες υπερβαίνει τα 20 δισεκατομμύρια δολάρια, πολύ υψηλότερο από την πρόβλεψη εσόδων της Ολυμπιακής Οργανωτικής Επιτροπής ύψους 6,7 δισεκατομμυρίων δολαρίων Αυτό χωρίς να υπολογίσουμε και το οικονομικό όργιο σε κακή διαχείριση, διαφθορά σκανδαλωδών διαστάσεων, χρηματισμούς, εκτός της πανδημίας και του πληθωρισμού.

Δεν είναι όμως μόνον αυτά, που ούτως ή άλλως υπέρ-υπεραρκούν για να ξεσηκώσουν αντιδράσεις. Οι τρεις υψηλά ιστάμενοι καλλιτέχνες στην Οργανωτική επιτροπή της τελετής έναρξης αναγκάστηκαν σε παραίτηση ο ένας μετά τον άλλο, θέτοντας σε κίνδυνο την ίδια την τελετή και γελοιοποιώντας κυριολεκτικά τον θεσμό.

Πρώτος ήταν, τον Μάρτιο, ο σκηνοθέτης Χιρόσι Σασάκι (Hiroshi Sasaki) που παρομοίασε μία διάσημη γυναίκα με γουρούνι. Στην απολογία του είπε ότι ήταν ασυγχώρητος. Τέσσερις ημέρες πριν από την έναρξη, αναγκάστηκε σε παραίτηση και ο μουσικοσυνθέτης Κέϊγκο Ογιαμάντα (Keigo Oyamada) όταν μαθεύτηκε ότι σε μία συνέντευξη περηφανεύτηκε για το «μπούλλινγκ» που έκανε σε συμμαθητές του στο σχολείο, ανάμεσα στους οποίους και παιδιά με διανοητική καθυστέρηση. Είναι αδύνατον να επαναλάβουμε το είδος των βασανιστηρίων που έκανε για να διασκεδάζει και να χασκογελάνε όσοι δεν συγκαταλέγονταν στα θύματά του.

Αλλά ακόμα πιο ανησυχητικό ήταν πως ενώ οι οργανωτές καταδίκασαν τις τα όσα έκανε ο Κέϊγκο Ογιαμάντα συνέχισαν τη συνεργασία μαζί του δηλώνοντας ότι η φιέστα είναι πολύ κοντά. Αυτός δήλωσε συντετριμμένος… Και σαν επιστέγασμα των όσων γίνονταν λίγο πριν ανάψουν τα φώτα στο Ολυμπιακό Στάδιο, η Επιτροπή της διοργάνωσης αναγκάστηκε να απολύσει τον Κεντάρο Κομπαϊάσι (Kentaro Kobayashi) γενικό διευθυντή της έναρξης, λόγω αποκάλυψης ενός βίντεο του 1998 που ο νεαρός τότε Κομπαϊάσι ήταν κωμικός ηθοποιός κι έγραφε ένα χοντροκομμένο τηλεοπτικό σκετσάκι, κάνοντας φρικιαστικά αστεία για το Ολοκαύτωμα των Εβραίων. «Φτηνό χιούμορ» το χαρακτήρισαν κάποιοι ανεκτικοί κι άλλοι έγραψαν ότι ήταν νέος και άμυαλος, ένας λαϊκιστής και πολλά άλλα τέτοια συμπαθητικά για τα ειδεχθή του σχόλια.

Αυτό όμως που αποκαλύφθηκε τοις πάσι είναι πως ο ρατσισμός χαρακτηρίζει τις πράξεις και των τριών καλλιτεχνών. Το γεγονός ότι στον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο η Ιαπωνία ήταν μέλος του φρικώδους φασιστικού Άξονα, δεν αναχαίτισε τον κωμικό τότε ηθοποιό (το ’98) και νυν γενικό διευθυντή μιας παγκόσμιας εορτής από το εκφραστεί με τον τρόπο που εκφράστηκε. Τόσο τα ενδοϊαπωνικά γεγονότα, όσο και η στάση της Διεθνούς Επιτροπής των ΟΑ (ο πρόεδρος κ. Μπαχ και οι άλλοι «αθάνατοι») και η εμμονή να διεξαχθούν όπως – όπως οι Ολυμπιακοί (παρά τον μεγάλο αριθμό κρουσμάτων από αθλητές θετικούς στον κορωνοϊό), αλλά και η περιφερειακή και διεθνής πολιτική κατάσταση (πχ Αφγανιστάν), όπως και η περιβαλλοντική καταστροφή που βιώνουμε (Σιβηρία, Ιμαλάια, Καναδάς, Γερμανία, Βέλγιο και Ολλανδία, Σικελία, Κίνα), δημιουργούν μια εντελώς ακατάλληλη ατμόσφαιρα.

Η ειρηνική και με μήνυμα ενωτικό σε παγκόσμιο επίπεδο διαφήμιση των Ολυμπιακών Αγώνων του 2020 ή του 2021, για να ακριβολογούμε, διεκδικεί τον τίτλο του πιο υποκριτικού μηνύματος του 21ου αιώνα. Μπορεί η ανθρωπότητα άραγε να ξεπεράσει τα προβλήματά της μόνο και μόνο επειδή κάποιοι σημαιοφόροι, άντρας και γυναίκα θα παρελάσουν κρατώντας μία σημαία οι δυο τους, εκφράζοντας έτσι, για πρώτη φορά, την ισότητα; Καλό το μήνυμα αλλά ας ρίξουμε μια ματιά μόνο στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων της δικής μας πατρίδας (που ανήκομεν και στη Δύση, όχι σε κάποια Τουρκία ή Αφγανιστάν..) με το ελληνικό #MeToo και τις γυναικοκτονίες. Ωραία η εικόνα αλλά δεν έχει βάσεις…

Πάντως, οι περισσότεροι από εμάς θα παρακολουθήσουμε τους αγώνες με τους 11.300 αθλητές που θα μπουν στους αγωνιστικούς χώρους ελπίζοντας για ένα μετάλλιο στο βάθρο των νικητών και φυσικά θα χαρούμε την προσπάθεια της ελληνικής αποστολής , απολαμβάνοντας ο καθένας από εμάς τα αγαπημένα του αθλήματα.

Κάποτε όμως, υπό την πίεση των γεγονότων, θα πρέπει η ανθρωπότητα να ξαναδεί όλη την υπόθεση των Ολυμπιακών από την αρχή. Η παγκόσμια σύμβαση και παραδοχή όλης αυτής της τρομερά κοστοβόρας βιομηχανίας, ενισχύει την παγκόσμια υποκρισία και μεταθέτει την πραγματικότητα στο επίπεδο της ουτοπίας. *Ο Νίκος Βασιλειάδης είναι συγγραφέας – αρθρογράφος, βραβευμένος στην Πολιτιστική Ολυμπιάδα του Ναγκάνο της Ιαπωνίας του 1998.

SHARE
RELATED POSTS
Ανθρώπινο λάθος, του Νότη Μαυρουδή
American Democracy’s “Dynamite”President, by George Sarafoglou – Πρόεδρος «Δυναμίτης», του Γιώργου Σαράφογλου
«Οι προκλήσεις για την Ορθοδοξία στην Αμερική και ο ρόλος του Οικουμενικού Πατριαρχείου»

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.