Η Εθνική Λυρική Σκηνή – Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος με την παραγωγή της Γενούφας του Λέος Γιάνατσεκ (1854 – 1928 ) ανέβασε πολύ ψηλά τον πήχυ παρουσιάζοντας ένα θέαμα κι ένα ακρόαμα ζηλευτού επαγγελματισμού, αντάξιου των καλύτερων οπερών παγκοσμίως.
Ο Γιώργος Κουμεντάκης συνδυάζοντας εξαιρετικές μετακλήσεις από το εξωτερικό με το εγχώριο δυναμικό δείχνει πως πρέπει να λειτουργεί ένα σύγχρονο, λυρικό θέατρο. Αλλά και η επιλογή του έργου είναι μοναδική. Η Γενούφα που παρουσιάζεται για πρώτη φορά, είναι ένα πολυεπίπεδο έργο, στιβαρό δραματικά και απίστευτα μοντέρνο μουσικά που καθηλώνει με τη δύναμη του παρότι γράφτηκε πριν εκατόν τόσα χρόνια όντας συνομήλικο με την αγέραστη Φόνισσα του Παπαδιαμάντη! Ο Γιάνατσεκ σαν τον Σμέτανα και κυρίως τον Μπάρτοκ είναι χαλκέντερος ερευνητής της λαϊκής μουσικής της εποχής του που την συνδυάζει με το δυναμικό, εξπρεσιονιστικό ιδίωμα των αρχών του 20ου αιώνα. Αποτέλεσμα; Πλουσιότατο ηχόχρωμα με τα έγχορδα να κρατούν την δραματική ένταση και τα χάλκινα να την απογειώνουν. Εν προκειμένω ο Λουκάς Καρυτινός μεγαλούργησε εμφανώς αναβαθμίζοντας την κάπως κουρασμένη ορχήστρα της Λυρικής… Προσωπικά μένω στην υποβλητική σκηνογραφία του χώρου από τον Γιώργο Σουγλίδη και βέβαια στην ερμηνεία της Σαμπίνε Χογκρέφε, γνωστής μας και από άλλες άκρως επιτυχημένες εμφανίσεις.
Η Γενούφα είναι εν ολίγοις ένα έργο που διαπαιδαγωγεί το κοινό και δεν το τέρπει απλώς. Καλύτερα, διαμορφώνει ένα καινούργιο κοινό όπως ακριβώς φιλοδοξεί και όπως δικαιούται και η νέα όπερα μας.
Ο Μάνος Στεφανίδης είναι Ιστορικός Τέχνης και Αναπληρωτής Καθηγητής στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του ΕΚΠΑ
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr