Τα Χριστούγεννα βάζω πάντα περισσότερα βιβλία δίπλα μου στο κομοδίνο του κρεββατιού. Μου αρέσει να κοιμάμαι με τόμους, στα εξώφυλλα των οποίων υπάρχουν εικόνες από ιστορίες που δεν έγιναν ποτέ μα θα μπορούσαν να είναι αληθινές. Μου αρέσει να αφήνομαι να παραδίδομαι πλήρως μέσα στο δικό τους παράλληλο σύμπαν , ελπίζοντας πως όλες αυτές οι ιστορίες κάποια στιγμή θα μπορούσαν να γίνουν μια προσευχή που θα ενώσει με τον κόσμο. Ακούω εκατοντάδες φορές τα ίδια τραγούδια, διαβάζω εκατοντάδες φορές τις ίδιες σελίδες. Έχω σε όλα τα σακάκια μου πακέτα από τσιγάρα μπας και ξεμείνω ξαφνικά στην μέση του πουθενά χωρίς καπνό, κυκλοφορώ σε πιο κεντρικά μέρη, τις μέρες και τις ώρες με την περισσότερη πολυκοσμία. Είναι μια άλλη εποχή, μια εποχή που νοιώθεις να βρίσκεσαι πιο κοντά με τον άλλον, με τον άνθρωπο που έφτασε και επιβίωσε μέχρι αυτή την μαγική εποχή, την εποχή που μπορούν να γίνουν τα πάντα. Υπάρχουν κάποιοι που δεν το αισθάνονται αυτό, που η εποχή αυτή δεν μπορεί να φτάσει να ανοίξει τα φύλλα της καρδιάς τους. Είναι οι αδύναμοι τύποι – όλοι εκείνοι οι μελαγχολικοί άνθρωποι που δεν μπορούν να γευθούν την ηδονή της ίδιας τους της ουσίας και περιπλανιούνται στη ζωή χωρίς ταυτότητα, σαν ανθρώπινη ομίχλη, νιώθοντας έναν ακαταλαβίστικο ή ανόητο αν θέλετε οίκτο για όλους γύρω μας.
Αυτοί που δεν μπορούν να δουν ή αποστρέφουν το βλέμμα τους από τον ανάπηρο ζητιάνο στο μετρό με τα λιγοστά μολύβια που πουλάει, τη γριά με το έντονο ρουζ στο πρόσωπο που μιλάει μόνη της στο σταθμό του τρένου, το πρεζόνι μέθυσος που έχει καταρρεύσει στα σκαλιά της τράπεζας. Όλοι αυτοί που αδιαφορούν και δεν εννοούν να κάνουν κάτι περισσότερο από το να αποστρέφουν το βλέμμα χωρίς κανένα συναίσθημα συμπόνιας αυτών των ανθρώπων, στην δική μου ματιά μεταμορφώνονται οι ίδιοι σε αυτά τα κακόμοιρα και δυστυχισμένα πλάσματα. Η έρημη , εγκαταλειμμένη ανθρωπότητα σκοντάφτει στις ανολοκλήρωτες ψυχές τους, αφήνοντάς τους στο λυκόφως της ανυπαρξίας. Ίσως γιατί απογοητευμένοι από τον εαυτό τους, βρίσκονται πάντα σε ετοιμότητα να απογοητευτούν από όλους εμάς, τους υπόλοιπους, τους ανθρώπους με αδυναμίες και λάθη και θα χτίσουν ολόκληρες πόλεις, ολόκληρα δημιουργήματα και ουράνιους θόλους, από δακρύβρεχτη απογοήτευση. Το βράδυ στο κρεβάτι τους σκέφτονται μάλλον με έξαψη την επιτυχία, την αυτοπροβολή τους, το πόσο καλά τα κατάφεραν και αυτή την χρονιά, και πόσο θλιβερά είναι όλα δίχως την δική τους παρουσία !” Όλοι οι υπόλοιποι – για αυτούς – ζούμε όλοι μας μακρινοί κι ανώνυμοι, υποφέρουμε άγνωστοι σε μια οδυνηρή επανάληψη και καθημερινότητα της ανάξιας λόγου ζωής, μας.
Όμως για μένα είναι πια ολοφάνερο – μάθημα που μου χάρισαν τα χρόνια και αρκετά χαστούκια της ζωής – πως αξία έχει να γνωρίζουμε ακριβώς ποιοι είμαστε, να γνωρίζουμε πως ό,τι σκεφτόμαστε ή αισθανόμαστε ό,τι θέλουμε και το θελήσαμε, και ίσως κανείς άλλος δεν το θέλησε, να γευόμαστε κάθε μας συναίσθημα. Αξία στην ζωή έχει, για όσο διάστημα βρισκόμαστε εδώ, το να μην νοιώθει κανείς ξένος στην ίδια του την ψυχή, εξόριστος μέσα στις ίδιες του τις αισθήσεις. Έτσι λοιπόν άσχετα με το τι θα ονειρευτεί κανείς μας για το ανεξιχνίαστο μέλλον του, αξία έχει να μπορεί ονειρευτεί ότι μια βραδιά σαν την μαγική βραδιά των Χριστουγέννων θα μπορούμε να κάνουμε θαύματα. Να ονειρευτούμε κόσμους τόσο έντονους, ώστε το τραγούδι ενός και μόνο του του θα μπορούσε να σκοτώσει κάθε θλίψη, κάθε δυστυχία. Να ονειρευτούμε πως θα μπορούμε να βλέπουμε με όλο μας το σώμα, όπως το ήθελε ο Μίλτον στο σκοτάδι αυτών των εύθραυστων σφαιρών, των οφθαλμών. Έναν κόσμο δίχως άψυχες αριθμητικές πράξεις, και δίχως αυτή την θλιβερή την αδιαφορία. Η ζωή δεν είναι όνειρο, γράφει ο Νοβάλις, αλλά μπορεί να γίνει.
Καλά Χριστούγεννα σε όλους και όλες.
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr