Ο Δημήτρης Ι. Μπρούχος είναι ποιητής, στιχουργός. συγγραφέας και Σύμβουλος Επικοινωνίας
Σε μια εποχή γενικότερης αποψίλωσης αρχών και αξιών, που φαίνεται τελικά πως δεν αφορούν (και μάλλον ποτέ αφορούσαν) κανέναν, ακούγεται κάπως περίεργα το κάθε άσκοπο κουβεντολόϊ γύρω από τις λέξεις «αριστεία» και «σημαία». Αφού όλοι λίγο-πολύ οι πολιτικοί μας φωστήρες, κουλαντρίζουν νεωτερικές ή νεωτερίστικες ή έστω νεωτερίζουσες απόψεις γύρω από το κάθε τι που παραπέμπει στην Ιστορία, στις παραδόσεις, στους συμβολισμούς και στα σύμβολα, υπεραπλουστεύοντας τις έννοιές τους, όσο και τις διάφορες εκφάνσεις τους.
Μέσα σε όλον αυτό τον ορυμαγδό, ο κάθε ημίβλαξ πετάει το τσιτάτο του «από βήματος», το όποιο βήμα του το προσφέρει η συνθλιπτική και διαχρονικά στρεβλή αντίληψη του εκάστοτε γκουβέρνου, περί προσαρμογής, εξέλιξης και ελευθερίας.
Έτσι λοιπόν, παίρνει η μπάλα κάθε τι που μπορεί να διαφοροποιήσει την οπτική μας από τα ψυχαναγκαστικά και συμπλεγματικά τατουάζ, την κακογουστιά σε όλο της το μεγαλείο, την απάλειψη από το λεξιλόγιο λέξεων όπως ήθος, ευγένεια, ταπεινότητα, άμιλλα και βεβαίως αριστεία.
Και τούτο γιατί προφανώς αυτή η τετρασύλλαβη λέξη εμπεριέχει μια άλλη έννοια, που περιγράφεται από μια άλλη επίσης τετρασύλλαβη λέξη, που δεν είναι άλλη από την πειθαρχία.
Η κάθε συνεπής και συνεχής προσπάθεια στη ζωή, που στέφεται από ποικίλες διακρίσεις, στηρίζεται στη λέξη πειθαρχία. Ή –αν το προτιμάτε- στην αυτοπειθαρχία. Δεν ξέρω ποια ηλίθια αντίληψη συνέδεσε και μάλιστα άρρηκτα αυτή τη λέξη με κάθε λογής αρρωστημένο ολοκληρωτισμό και την κατέστησε απωθητική και απάδουσα από τη σύγχρονη στάση μας απέναντι στα πράγματα. Λες και όλοι οι πρωτεύοντες και αριστεύοντες στις εγκύκλιες σπουδές και στις εισαγωγικές (ουσιαστικά) εξετάσεις για την τριτοβάθμια εκπαίδευση αλλά και αργότερα στις Επιστήμες και στα Γράμματα, που από αιώνων αποτελούσαν παράδειγμα προς μίμηση, σήμερα αποτελούν στίγμα, κάτι σαν λεπρικό φαινόμενο προς αποφυγήν.
Όπως είναι φυσικό, σε ένα λαό τζογαδόρων, αντικαταστάθηκε ή μάλλον υποκαταστάθηκε η κάθε έννοια αξίας σε κουμάρι.
Στα ζάρια λοιπόν και στη δημιουργική ασάφεια το μέλλον μας και το μέλλον των παιδιών μας, στα ζάρια το ποιος θα σηκώσει «το κουρελό-πανο», σύμφωνα με την κατά καιρούς λέξη απόδοσης του Υπερτάτου Εθνικού Συμβόλου από μερίδα των και καλά προοδευτικών βουλευτόβλακων και ηθικά ανερμάτιστων θολοκουλτουριάρηδων.
Μείωση της αξίας του συμβολισμού και βεβαίως πλήρης απαξία της Ιστορίας.
Να απαλείψουμε την Εθνεγερσία του ‘21, τον Μακεδονικό Αγώνα, τους Βαλκανικούς πολέμους, το Έπος του ’40, την Εθνική Αντίσταση, τη Μάχη της Κρήτης, τους Αγώνες του ηρωϊκού λαού μας για Ανεξαρτησία, Ελευθερία, Αυτοδιάθεση από τα σχολικά βιβλία και να τα μετατρέψουμε σε φιέστες και ατραξιόν, χωρίς καμιά απολύτως αναφορά στο Άγιο αίμα που χύθηκε και προσέδωσε το νόημα σε κάθε Δίκαιο Αγώνα…
Προσωπικώς υποστήριζα πάντα ότι η σημαία δεν είναι «έπαθλο», να το παίρνει ο πιο δυνατός, ο πιο ψηλός λεβεντομαλάκας ή ο πιο κοντός σπυριάρης αυνάνας με κορακίστικές επιδόσεις. Φτάνει αυτός που τη σηκώνει (που τις προδιαγραφές του έχω απαίτηση να τις σκεφτεί το σοφό κράτος), να έχει συνείδηση και συναίσθηση αυτής της ενέργειας και του ειδικού βάρους αυτού του Ιερού Συμβόλου.
Ουδόλως συνδέω την αριστεία με τη σημαία.
Η αριστεία είναι η αναγνώριση της υπερθετικής ευθύνης κι επίδοσης.
Να παραβλέψουμε τις θυσίες των παιδιών, που βάζοντας στόχους θυσία-σαν τον ελεύθερο χρόνο τους και τις μικροχαρές της Νιότης, σκυμμένοι στην προσπάθεια και στην προτεραιότητα στην προοπτική όχι μόνο μιας απλής επιτυχίας αλλά μιας πρωτιάς…
Και να συγκατανεύσουμε μόνο στις «αθλητικές» αριστείες, μόνο και μόνο επειδή «α π ο τ ι μ ώ ν τ α ι»…
Όντως, ένα πρόβλημα θα μπορούσε να είναι αυτό που έλεγε ο Χατζιδάκις: «Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει» αλλά πιστέψτε με, αν γκρεμιστεί ο Παρθενώνας, θα αντικατασταθεί εν ριπή οφθαλμού στο λόφο-φιλέτο από πολυάστερο ξενοδοχείο «συμμαχικών» συμφερόντων και στην πραγματικότητα θα ακυρωθούν τόσο η ενέργεια των Γλέζου-Σάντα, όσο και η θυσία του Κουκίδη.
Αντί να γκρεμιστεί λοιπόν το κοντινό μας σύμπαν, αντί να καεί το παν, που αυτό θα ήταν η εύκολη, ανεύθυνη, προφανής ομολογία της κατάπτυστης και ενοχικής ανημποριάς μας, ν’ ανασηκώσουμε το σβέρκο από την ένοχη βόλεψή μας, να βάλουμε μπρος την κολλημένη μας δημοκρατία, να εγκαλέσουμε όλους τους ανάξιους πλην επίδοξους επιβήτορες της αξιοπρέπειάς μας και να στείλουμε σον αγύριστο συμπεριφορές αλαζονείας και υποτίμησης του κοινού νοός.
Κάτι τέτοιο βέβαια δεν μπορεί να συμβεί από το μαλακό μαξιλάρι της χρονίζουσας πλάνης μας ούτε από τον καναπέ του βολέματος και του εφησυχασμού μας.
«Ξανά λοιπόν στις δημοσιές / Ξανά στην Άγια Αλητεία / Ξανά στο χέρι τη σφεντόνα / Κάτω τις λάμπες που σκοτίζουν…» (Από τη συλλογή «Ωδίνες της Νύχτας, εκδ. τα τραμάκια 1993).
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr