Το τελευταίο βιβλίο της αρθρογράφου “Από ξύλο και Ασήμι” κυκλοφορεί από την Διόπτρα
Είμαι βέβαιη ότι όλοι γνωρίζετε κατ’ όνομα το Πάντειο Πανεπιστήμιο, αλλά λίγοι θα γνωρίζετε τους δύο ανθρώπους που συνέβαλαν τα μέγιστα στην ίδρυσή του: τον Αλέξανδρο Πάντο και τον Γεώργιο Φραγκούδη.
Ο Αλέξανδρος Πάντος (1887-1930) γεννήθηκε στη Ζαγορά του Πηλίου και σπούδασε νομικά στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, ενώ συνέχισε με σπουδές στις πολιτικές επιστήμες στο Παρίσι.
Άφησε με διαθήκη, που συνέταξε από το 1915 στο Βόλο, στο ελληνικό δημόσιο 450.000 δρχ (όλη του την περιουσία, δηλαδή) «υπέρ της ιδρύσεως αντιστοίχου προς την γαλλικήν ECOLE LIBRE DES SCIENCES POLITIQUES Ελληνικής Σχολής Πολιτικών Επιστημών», για την εκτέλεση της οποίας όρισε υπεύθυνο τον εκάστοτε πρωθυπουργό της Ελλάδας. Ένα χρόνο αργότερα, επί πρωθυπουργίας Ελευθερίου Βενιζέλου ιδρύθηκε η Πάντειος Σχολή που μετονομάστηκε Πάντειος Ανώτατη Σχολή Πολιτικών Επιστημών το 1937.
Το συνήθως αποκαλούμενο Πάντειο Πανεπιστήμιο είναι το πέμπτο, κατά χρονολογική σειρά, ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα της χώρας και η πρώτη σχολή πολιτικών επιστημών της χώρας.
Η ίδρυσή του συνδέεται με τον Κύπριο Γεώργιο Φραγούδη(1869-1939) ο οποίος, όπως και ο Α. Πάντος, σπούδασε νομικά στην Αθήνα και Πολιτικές Επιστήμες στο Παρίσι. Γυρίζοντας στην Ελλάδα πολιτεύθηκε. Κοινό όραμα των δύο ανδρών ήταν η ίδρυση στην Ελλάδα μιας Σχολής Πολιτικών Επιστημών, όπως εκείνη του Παρισιού. Ο Γ. Φραγκούδης, ήδη ισχυρό στέλεχος των Φιλελευθέρων, προωθώντας τις ιδέες του ίδρυσε το 1924 την εταιρία Εκπαιδευτική Αναγέννηση, εντοπίζοντας την ανωτάτη εκπαίδευση σαν χώρο αναγκαίων μεταρρυθμιστικών αλλαγών. Σκοπός του ήταν να μορφωθεί η ιθύνουσα τάξη: « Εάν είναι αληθές ότι δια της εκπαιδεύσεως και μόνον είναι δυνατόν να αναδημιουργηθεί η ελληνική πατρίς, η ίδρυση της Σχολής θα δώσει το σύνημα της εθνικής αναπλάσεως δια της δημιουργίας εστίας μελετών των εθνικών ζητημάτων και βήματος ανωτέρας μεταρρυθμιστικής διδασκαλίας και ιδιαιτέρως την προπαρασκευήν υπαλλήλων δια το Κράτος, δια τας Τράπεζας και άλλα ανώτερα ιδρύματα, ‘ετι δε την πολιτικήν του λαού ανατροφήν», υποστήριζε.
Για την πραγματοποίηση αυτού του στόχου, ο Γ. Φραγκούδης, μέσα από την Εκπαιδευτική Αναγέννηση, ίδρυσε τη Σχολή Πολιτικών Επιστημών. Φιλοδόξησε να αποτελέσει για την Ελλάδα, ό,τι εκπροσώπευε η Ελευθέρα Σχολή Πολιτικών Επιστημών του Παρισιού, που υπήρξε εστία ανάπλασης της Γαλλικής Διοίκησης με παγκόσμια ακτινοβολία.
Στις 2 Ιανουαρίου 1927 ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης έθεσε τον θεμέλιο λίθο του κεντρικού κτιρίου «εν οικοπέδω παρά τη ερημική Λεωφόρω Α. Συγγρού».
Η ανέγερση αυτού του πρώτου κτιρίου δεν ήταν εύκολη. Ο Γ.Φραγκούδης για να βρει τα απαραίτητα χρήματα έκανε επανειλημένες εκκλήσεις στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, αναγκάστηκε να ταξιδέψει για να πείσει τους ομογενείς, της Αμερικής κυρίως, να συμβάλλουν για την επίτευξη αυτού του σκοπού.
Τα μαθήματα ξεκίνησαν στις 18 Νοεμβρίου 1930 με τον Ελευθέριο Βενιζέλο πρώτο δωρητή.
Ο Α. Πάντος πεθαίνοντας τον Ιούνιο εκείνης της χρονιάς έδωσε την οικονομική δυνατότητα να ολοκληρωθεί το όραμα. Χάρη στην πειστικότητα και τον ενθουσιασμό του Γ. Φραγκούδη και στην διορατικότητα του Ε. Βενιζέλου, η Εκαπιδευτική Αναγέννηση συγχωνεύεται το 1931 με την Πάντειο Σχολή Πολιτικών Επιστημών.
Η Σχολή ανακηρύχθηκε ανώτατη το 1937 και ίδρυμα δημοσίου δικαίου, πήρε την ονομασία Ανωτάτη Σχολή Πολιτικών Επιστημών και Δημοσίων Υπαλλήλων το 1939, για να απαλειφθεί η φράση «και δημοσίων υπαλλήλων» το 1943.
Από το 1963 εξισώνεται με τα υπόλοιπα πανεπιστήμια και αναγνωρίζεται το πτυχίο ως ισότιμο του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών των Νομικων Σχολών Αθηνλων και Θεσσαλονίκης, καθώς και με εκείνο της ΑΣΟΕΕ.
Το 1983 δημιουργούνται τρία τμήματα: Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σπουδών, Δημόσιας Διοίκησης, και Κοινωνιολογίας.
Το 1989 μετονομάζεται σε Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών κα Πολιτικών Επιστημών.
Ο τάφος του Α. Πάντου βρίσκεται στον κήπο του Παντείου. Έμεινε ξεχασμένος και θαμμένος, χωρίς κανείς να γνωρίζει τη θέση του, παρόλο που στην κηδεία, του είχε παρευρεθεί όλη η άρχουσα ταξη της εποχής, μέχρι που ο Πρύτανης Γρηγόριος Τσάλτας βρήκε φωτογραφικό υλικό στο υπόγειο του Πανεπιστημίου που τον «φανέρωσε». « Τον βρήκαμε καλυμμένο αό έναν πυκνό και μεγάλο θάμνο που τον κουρέψαμε για να μπορέσουμε να αναδείξουμε το μνήμα, τον περιφράξαμε και τον καθαρίσαμε για να φαίνεται και η καταπληκτική επιγραφή που υπάρχει πάνω από την πλάκα που τον σκεπάζει», είπε ο Πρύτανης.