Ήταν Απρίλιος του 1912 όταν ξεκίνησε το μοναδικό του ταξίδι το πλοίο-θαύμα και εξακολουθούσε να είναι Απρίλιος όταν έπαψε να υπάρχει, αφήνοντας πίσω από τη δική του απώλεια χίλιους πεντακόσιους νεκρούς στα παγωμένα νερά του ωκεανού- είχε και παγόβουνα εκεί…
Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή.
Το επιβατηγό υπερωκεάνιο RMS Titanic ήταν βρετανικό, το δεύτερο από τρία παρόμοια κλάσης Olympic που χρησιμοποιούσε η White Star Line, το μεγαλύτερο μέχρι εκείνη τη στιγμή σε μέγεθος που ναυπηγήθηκε στο Μπέλφαστ με ναυπηγό αρχιτέκτονα τον Τόμας Άντριους. Τα άλλα δύο ήταν το Βρετανικός ( βυθίστηκε δυτικά της Κέας κατά τον Α΄Π.Π. μετά από έκρηξη) και το Ολύμπικ ( του δόθηκε το παρατσούκλι Παλαιός Αξιόπιστος το 1935).
Τα πλοία της κλάσης Olympic είχαν δέκα καταστρώματα, από τα οποία τα οκτώ προορίζονταν για τους επιβάτες. Από πάνω προς τα κάτω, τα καταστρώματα ήταν τα εξής:
Το κατάστρωμα των λέμβων, όπου βρίσκονταν οι σωσίβιες λέμβοι, το κατάστρωμα Α, ή Promenade Deck, που εκτεινόταν σε όλο το μήκος της υπερδομής των 166 μέτρων και προοριζόταν αποκλειστκά για τους επιβάτες της πρώτης θέσης (καμπίνες, lounge,καπνιστήριο, αναγνωστήριο, δωμάτια γραφής και Palm court), το κατάστρωμα Β ή Γέφυρας, το ψηλότερο από όλα, με τις περισσότερες εγκαταστάσεις διαμονής των επιβατών πρώτης θέσης, έξι ανακτορικές καμπίνες, εστιατόριο, καφέ, το καπνιστήριο της δεύτερης θέσης και ένα υπερυψωμένο επίστεγο μήκους 32 μέτρων που χρησίμευε ως προκυμαία οι επιβάτες της δεύερης θέσης (εκεί ακριβώς βρήκαν καταφύγιο πολλοί επιβάτες και μέλη του πληρώματος μέχρι να βυθιστεί το πλοίο), το κατάστρωμα καταφύγιο ή C, τμήμα του οποίου χρησίμευε για περίπατο των επιβατών τρίτης θέσης, περιείχε καμπίνες πληρώματος και την βιβλιοθήκη των επιβατών της δεύτερης θέσης.
Ακολουθούσε το κατάστρωμα σαλονιού με τις αίθουσες εστίασης των επιβατών δεύτερης θέσης και καμπίνες και τα υπόλοιπα.
Το πλοίο απέπλευσε από το Σαουθάμπτον την 10η Απριλίου με 992 επιβάτες.Επιβιβάστηκαν πρώτοι οι επιβάτες της τρίτης θέσης και μετά της δεύτερης και της πρώτης. Το ταξίδι άρχισε, το πλοίο έφησε πίσω του το λιμάνι, έφτασε με ασφάλεια στη Μάγχη και έκανε την πρώτη του στάση στο Χερβούργο της Γαλλίας. Το Χερβούργο δεν διέθετε αποβάθρα για το μέγεθος του Τιτανικού, κι έτσι οι 274 επιβάτες που το περίμεναν μεταφέρθηκαν με μικρότερα πλοιάρια. Οι 24 που κατέβηκαν στο Χερβούργο μεταφέρθηκαν επίσης με μικρότερο πλοιάριο.
Το ταξίδι συνεχίστηκε με επόμενο-και τελευταίο- σταθμό το λιμάνι του Κουϊνστάουν(σήμερα Κόβ) της Ιρλανδίας, από όπου επιβιβάσθηκαν οι υπόλοιποι με τον ίδιο τρόπο, όπως είχε γίνει στο Χερβούργο. Σύνολο 2.274 επιβάτες και πλήρωμα. Ο Τιτανικός έφυγε από το Κουϊνστάουν στις 13:30 της 11ης Απριλίου και ανοίχτηκε στον ωκεανό.
Πολλοί από τους επιβάτες ήταν μαικήνες του πλούτου, αλλά οι περισσότεροι ήταν μετανάστες από τη Μ.Βρετανία, την Ιρλανδία, τη Σκανδιναβία και άλλες χώρες, που αναζητούσαν μια καλύτερη ζωή στην Βόρεια Αμερική.
Η πρώτη θέση ήταν ό,τι καλύτερο και ακριβότερο μπορούσε να προσφέρει άνεση και πολυτέλεια (γυμναστήριο, πισίνα, βιβλιοθήκη, εστιατόρια,προηγμένα συστήματα ασφάλειας και, φυσικά, πολυτελέστατες καμπίνες). Αυτό που έλειπε ήταν σωστικές λέμβοι για όλους τους επιβάτες (οι υπάρχουσες κάλυπταν μόνο 1.180 άτομα).
Μετά από τρείς ημέρες και ενώ βρίσκονταν περίπου 375 μίλια νότια της Νέας Γης(νησί του Καναδά στο άνοιγμα του κόλπου του Αγίου Λαυρεντίου), ο Τιτανικός συγκρούστηκε με ένα παγόβουνο. Το ρολόι του πλοίου έδειχνε 23:40.
Οι προσπάθειες να αποφευχθεί η σύγκρουση αποδείχθηκαν μάταιες, λόγω της μεγάλης ταχύτητας την οποία είχε αναπτύξει, θέλοντας να φτάσουν στο λιμάνι της Νέας Υόρκης νωρίτερα από τον αναμενόμενο χρόνο.
Πληροφορούμαστε ότι σ’ εκείνη την περιοχή με τα παγόβουνα, οι καπετάνιοι συνήθιζαν να αυξάνουν την ταχύτητα, ώστε να περνούν την επικίνδυνη περιοχή, όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Δυστυχώς, σ’ αυτή την περίπτωση συνέβη ακριβώς το αντίθετο…
Το παγόβουνο έσκισε το κύτος τού πλοίου ξεκινώντας από την πλώρη, καταστρέφοντας και τα 5 στεγανά μέρη του πλοίου και αφήνοντας ελεύθερα τα παγωμένα νερά να εισέλθουν με ορμή στο εσωτερικό του. Η σχεδίαση του σκάφους ήταν τέτοια, που επέτρεπε την ασφαλή του πορεία στην περίπτωση που πλημμύριζαν μέχρι και 4 στεγανά. Επεκράτησε πανικός, εστάλη το σήμα κινδύνου,και κάποιοι τυχεροί επιβιβάστηκαν στις πρώτες λέμβους, χωρίς να ληφθεί φροντίδα για το νούμερο των επιβατών (χωρούσαν κι άλλα άτομα), ακολουθώντας το ατυχές πρωτόκολλο «πρώτα οι γυναίκες και τα παιδιά».
Οι ώρες φαίνονταν αιώνες, το κρύο ήταν τσουχτερό και γύρω στις 02:20 ένας τρομακτικός θόρυβος ακούστηκε. Το πλοίο έσπασε και άρχισε να βυθίζεται με την πλώρη προς τα κάτω, ενώ πάνω του βρίσκονταν περισσότερα από χίλια άτομα. Η πρύμνη αποκόπηκε και δύο λεπτά αργότερα ό,τι είχε απομείνει από το πλοίο χάθηκε μπροστά στα έντρομα μάτια των διασωθέντων, που παρακολουθούσαν από τις λέμβους της σωτηρίας τους.
Το RMS Carpathia που είχε αναχωρήσει από Νέα Υόρκη για το Φιούμε(σήμερα Ριέκα) έφτασε στο ναυάγιο στις 03:30 και κατάφερε να περισυλλέξει 705 επιζώντες. Από εκείνους που είχαν πέσει στη θάλασσα με τη βύθιση του πλοίου σώθηκαν μόνον έξι. Ένας από αυτούς ήταν ο σέφ του πλοίου, ο οποίος απέδωσε τη σωτηρία του στο ουϊσκυ που είχε πιει νωρίτερα(κάμποσα μπουκάλια). Οι μηχανικοί χάθηκαν, αφού παρέμειναν στις θέσεις τους, προκειμένου να λειτουργούν τις μηχανές μέχρι την τελευταία στιγμή.
Οι βάρκες δεν γύρισαν να μαζέψουν τους επιζήσαντες- εκτός από μία. Ήταν ελάχιστοι εκείνοι που πνίγηκαν. Οι περισσότεροι πέθαναν από το κρύο.
Το κουφάρι του έφτασε σε βάθος 12.415 ποδιών(3.784 μέτρα) και ανακαλύφθηκε μόλις το 1985, μολονότι έγιναν πολλές προσπάθειες νωρίτερα. Από τη μία το βάθος και από την άλλη η πίεση του νερού παρουσίαζαν δυσκολίες στους ερευνητές.