Η προσωπικότητα του Δεσπότη της Άρτας, Άνθιμου, ο οποίος έζησε στα χρόνια του Αλή Πασά, αξίζει πράγματι ένα ιδιαίτερο αφιέρωμα.
Τον Ιούνιο του 1805, όταν ο Άγγλος περιηγητής Ουίλλιαμ Λήκ, τον οποίο ακολουθούμε στην περιήγησή του στην πατρίδα μας, έφτασε στην Άρτα, ο Ιγνάτιος τον υποδέχτηκε ζεστά. Οι εντυπώσεις του Λήκ είναι αποκαλυπτικές:
«Είναι από τους πιο συμπαθητικούς και έξυπνους ιεράρχες, ενημερωμένος σε όλα και λαμπρός συνομιλητής. Τον φθείρει,όμως, το αξίωμά του. Αντί να καλλιεργεί το πνεύμα του και ν’ απολαμβάνει τα αγαθά μιας πολιτισμένης κοινωνίας, της οποίας αποτελεί κόσμημα, ζει αδιάκοπα σε ατμόσφαιρα τρόμου, μέσα σε μόνιμη ανασφάλεια και αναγκάζεται, αντίθετα με τις ιδέες και τη συνείδησή του, να εκτελεί τις πιο σκληρές διαταγές ενός εγωιστικού και αδίστακτου τυράννου. Ο μητροπολίτης είχε αναλάβει τη ρύθμιση όλων των πολύπλοκων πολιτικών προβλημάτων της περιοχής. Η αστυνομία και τα οικονομικά βρίσκονται στα χέρια ενός Έλληνα. Όταν ο πασάς ετοιμάζει κάποια αποστολή στα Επτάνησα, χρησιμοποιεί πάντα τον Ιγνάτιο.
Στο μητροπολιτικό μέγαρο βλέπεις ανατολίτικα μεγαλεία. Κανένας Μουσουλμάνος δεν θα τολμούσε τέτοια ζωή στην επικράτεια του Αλή. Αν εξαιρέσεις την απουσία όπλων και το παπαδίστικο ράσο, που βρίσκονται σε αντίθεση με τις πλούσιες οθωμανικές ενδυμασίες, το παλάτι του δεσπότη σου θυμίζει κατοικία Αγά.
Ο Αλή ενθαρρύνει αυτή την χλιδή και τα μεγαλεία των δεσποτάδων, γιατί αυτά ακριβώς τον βοηθούν στους εκβιασμούς και τους πολιτικούς ελιγμούς του. Είναι όργανά του, μα το πουγγί τους δεν γλυτώνει από τα αρπακτικά νύχια του- κυρίως των πλουσίων. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, διόλου παράξενο που ο Ιγνάτιος είναι πιο κατατοπισμένος για τις σύγχρονες πολιτικές εξελίξεις, παρά για την αρχαία ελληνική ιστορία και γεωγραφία».
Ο Αλή Πασάς είχε παραχωρήσει στον Ιγνάτιο πολιτικές εξουσίες. Αντί να γίνεται ο ίδιος δυσάρεστος στους σκλαβωμένους Έλληνες με τις βαριές φορολογίες, ανέθετε στον Ιγνάτιο καθήκοντα φοροεισπράκτορα. Και εκείνος φρόντιζε να ικανοποιεί τις αξιώσεις του πασά με σχολαστική ευσυνειδησία.
Μια χρονιά, ο Αλή ανέθεσε την επιστασία της περισυλλογής των εισοδημάτων στο δεσπότη της Άρτας με την εντολή «να γίνει καλά η δουλειά». Επειδή υπήρξαν ένα σωρό παράπονα για αδιδκίες, ο πασάς ανακοίνωσε στους κατοίκους πώς όταν θα παραδώσουν την άλλη φορά τους νέους φόρους, ο δεσπότης θα αφαιρέσει συνολικά ογδόντα πουγγιά για να ικανοποιηθούν. Όταν, όμως, ήρθε η στιγμή αρνήθηκε να τα αφαιρέσει, απαίτησε το ακέραιο ποσό και άφησε τον Ιγνάτιο να ξεμπλέξει με τους Έλληνες.
Σημειώνει ο Λήκ: « Ο πασάς, μ’όλο που ταλαιπωρεί κάπου-κάπου τους Έλληνες δεσποτάδες, έχει επίγνωση του ρόλου τους στη διακυβέρνηση του χριστιανικού πληθυσμού και τους χρησιμοποιεί σαν όργανα για τους εκβιασμούς του. Γενικά, τους δείχνει μεγάλη εύνοια και τους μεταχειρίζεται καλύτερα από τους Τούρκους μπέηδες. Σπάνια αρνείται την παροχή στρατιωτικής βοήθειας για την είσπραξη των εισοδημάτων τους».
Σύμφωνα με τον Εμ. Πρωτοψάλτη (Ιγνάτιος μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας από το 1766 έως το 1828), ο Ιγνάτιος πρόσφερε σημαντικές υπηρεσίες στον Αλή, βοηθώντας τον στην άλωση της Πρέβεζας, στην επέκταση της κυριαρχίας του στις ενετικές κτήσεις, στον πόλεμο κατά των Σουλιωτών και των Αρματωλών της Ρούμελης που είχαν καταφύγει στα Επτάνησα, καθώς και στις διαπραγματεύσεις με την Επτάνησο Πολιτεία.
Ο Ιγνάτιος, με δική του πρωτοβουλία, εξαπατημένος από τον Αλή, παρέσυρε τους Πρεβεζάνους το 1798 στη σφαγή. Κατά τον Χρ.Περραιβό ( Ιστορία Πάργας και Σουλίου) ο Ιγνάτιος έφερε στον πασά τα κεφάλια των Γάλλων που είχαν εκτελεστεί στην Βόνιτσα μετά την υποταγή της. Υποστηρίζει, δε ότι ο Ιγνάτιος έπαιξε ύπουλο ρόλο στην συμφωνία με την Πάργα: «συνέταξε συνθήκην, ευχάριστον μεν κατ’ επιφάνειαν δια τινα προνόμια, επιτηδείαν δε δια τους καταχθονίους σκοπούς του ηγεμόνος».
Με εντολή του πασά, ο Ιγνάτιος απείλησε τους παπάδες με αφορισμό, αν βοηθούσαν τους Σουλιώτες. Πήγε στην Παραμυθιά και προσπάθησε να πείσει τους Έλληνες να μη βοηθήσουν τους Σουλιώτες, ενώ άσκησε πίεση στους αρματωλούς για το ίδιο θέμα.
Τού έχει αποδοθεί ο βαρύς χαρακτηρισμός του «προδότη του τυράννου», όχι αναίτια. Ωστόσο, το 1805- την ίδια χρονιά που τον συνάντησε ο Λήκ- δραπέτευσε στα Επτάνησα. Γιατί; Δεν είχε πια ψυχική αντοχή να συνεχίσει; Κατάλαβε τα παιγνίδια του Αλή που τον έστρεφαν πάντα εναντίον του ποιμνίου του; Αντιμετώπισε προσωπικό κίνδυνο; Είχε τύψεις που τον βασάνιζαν; Δεν είναι εύκολες οι απαντήσεις. Όμως, από εκείνη τη στιγμή, μεταβάλλεται σε ένθερμο υποστηρικτή και μαχητή της εθνεγερσίας. Μια συμπεριφορά εντελώς διαφορετική, σαν να επρόκειτο για έναν άλλο άνθρωπο.