Πρόσωπα - Αφιερώματα

Στο δρόμο που χάραξε ένας ταχυδρόμος, του Γιώργου Αρκουλή

Γιώργος Αρκουλής
Spread the love

Γιώργος Αρκουλής

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Γιώργος Αρκουλής 

  

 

• Γιώργος Αρκουλής, δημοσιογράφος, για 3,5 δεκαετίες συντάκτης και αθλητικός σχολιαστής στα έντυπα του ΔΟΛ. Δημοσίευσε δέκα βιβλία όλα με θέμα την Ιστορία και το παρασκήνιο του ελληνικού ποδοσφαίρου, καθώς και τρεις βιογραφίες ανθρώπων της μπάλας. Για το συγγραφικό του έργο τιμήθηκε από το “Ιδρυμα Μπότση”.

 

 

13_mundial.jpg

 

 

 

Αφήνοντας παρά πόδα τις καθημερινές υπερβολές, αυτή τη φορά οι εφημερίδες – κυρίως οι αθλητικές- υποδέχτηκαν με ψυχραιμία και μπόλικη τάση για λήθη την λήξη του ποδοσφαιρικού πρωταθλήματος. Δηλαδή αποφασισμένες να ξεχάσουν τα όσα σκόπιμα λάθη (άρα αθλιότητες) βίωσε το ποδοσφαιρικό πρωτάθλημα από τα καλόπαιδα της διαιτησία, τις αλχημείες των λεγόμενων παραγόντων και την ανικανότητα των ποδοσφαιρικών Αρχών να κοντρολάρουν την ξεφτίλα. Δεν έχει σημασία σε τουρνουά τίνος έτους, αναφέρομαι, αφού αν θυμηθείτε καλά, ίδια κουσούρια θα δείτε να εμφανίζονται σχεδόν από την περίοδο 1959-60, που θεσπίστηκε η λεγόμενη “Εθνική κατηγορία. Δηλαδή η έναρξη της επίσημης μορφής ενός εθνικού τουρνουά που θα απενοχοποιούσε τις μόνιμα ευνοούμενες μεγάλες ομάδες (τις γνωστές…) και θα επέτρεπε στην τότε κυβέρνηση του Καραμανλή Α’, να μαζέψει χρήμα του φουκαρά του λαού, δημιουργώντας το φιλανθρωπικό ίδρυμα κάτω από τα αρχικά ΠΡΟ-ΠΟ.

 

Να μείνουμε όμως αρκετά πίσω, στις αρχές της δεκαετίας του 1970, τότε που η πολυφωνία στα Μέσα ήταν από ανεπαρκής έως ανύπαρκτη, αλλά ούτε και σοβαρές ραδιοφωνικές ή τηλεοπτικές αθλητικές εκπομπές – διυλιστήρια των φάσεων είχαν διάθεση να επιπλήξουν τους λωποδύτες των αγώνων, δηλαδή των ‘μεγάλων’ σε βάρος των μικρών ή και μεσαίων ομάδων. Ηταν μια μακρά περίοδος ερασιτεχνισμού γεμάτου φτιασίδι, όπου επιβίωναν βέβαια οι καλοί παίκτες βγάζοντας ένα μεροκάματο, αλλά κυρίως κερδισμένοι ήταν οι τσαρλατάνοι, οι καιροσκόποι, οι αδίστακτοι απατεώνες, οι οποίοι πλούτιζαν –για παράδειγμα- πλασάροντας στον αφελή άρχοντα Νίκο Γουλανδρή ‘κουτσούς’ αμυντικούς από την Αργεντινή, ως σέντερ φορ μεγάλου βεληνεκούς. Αυτούς τους απατεώνες τους έχει βάλει η Ιστορία στα απόνερά της.

 

Παράλληλα, υπήρχαν κάποιοι φτωχοδιάβολοι, εκατό τοις εκατό γραφικοί και ακίνδυνοι, που σημάδεψαν μια εποχή την οποία σήμερα μεταφράζουμε χαλαρά και με τάση μειδιάματος. Στο πλαίσιο αυτής της κατηγορίας, θυμάμαι έναν απίθανο τύπο που η δημοσιογραφία, λες και αποτελούσε το οξυγόνο της ζωής του. Είχε μέσα του το ‘σκουλήκι’ της είδησης ο άνθρωπος, άσχετα αν δεν διέθετε τρόπο να την γράφει επαρκώς και να την πλασάρει με σοβαρότητα, αφού η επιβεβαίωση εννιά φορές στις δέκα ήταν σε βάρος της…δουλειάς του. Επρόκειτο για ‘δημοσιογράφο’ – περσόνα, κυκλοφορούσε μόνιμα ντυμένος με ακριβό κοστούμι, σωστά δεμένες γραβάτες σε στιλ Κατρούγκαλου –συνήθως κόκκινου χρώματος- γενικά ήταν ένας μεσήλικας απροσδιόριστης ηλικίας, που έβγαζε αρχοντιά και κύρος! Μια στρογγυλή κοιλίτσα, μαγουλάκια καλοξυρισμένα, χτένισμα στο μαλλί με μπόλικο μπριγιόλ. Τον έβλεπες και νόμιζες πως μόλις είχε βγει από τα κινηματογραφικά στούντιο της “Σινετσιτά”, την εποχή αμέσως μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο, έχοντας αριστεύσει σε ρόλο εραστή υπηρετριών…

 

Το ονοματεπώνυμο αυτού του καλού φίλου (των επαγγελματιών δημοσιογράφων) Γ. Ζ. απόλυτα συμπαθής λόγω του μόνιμου χαμόγελου και της καλής κουβέντας που είχε έτοιμη στα χείλια του για τους πάντες…Δεν υπήρχαν φτασμένοι ή δόκιμοι του κλάδου στον χώρο των εφημερίδων που να μη γνωρίζουν τον Ζ. Και όλοι του έβγαζαν το καπέλο επειδή ανά πάσα στιγμή μπορούσε να ξεφουρνίσει μια είδηση που δεν είχε καμία σχέση με την αλήθεια και να πείσει. Μάστορας ήταν ο Ζ. αλλά υπερβολικός αν όχι κάλπης. Παράλληλα, ουδείς τον έβαζε στη γωνία τον Ζ. για δύο λόγους. Πρώτον, είπαμε δεν ήταν επαγγελματίας, την πλάκα του έκανε. Δεύτερο (και βασικότερο) τον αγαπούσε πολύ ο Θόδωρος Νικολαϊδης, ο μόρτης εκδότης της εφημερίδας “Φως των Σπορ”, ένας τύπος καλαμπουρτζής, γεννημένος στην Παλιά Κοκκινιά συνομήλικος του άσσου του “Θρύλου” Γρηγόρη Αγανιάν και του διαιτητή Γιάννη Παπαδάκου. Ο Νικολαϊδης είχε αρχίσει από την δεκαετία του 1960 να χτίζει δυναμική καριέρα εκδότη και κατάφερε μέσα σε ελάχιστα χρόνια να στοιχειοθετήσει μαζί με τα ‘παραμύθια’ της πρώτης σελίδας της εφημερίδας του και μια πολύ μεγάλη περιουσία, εκμεταλλευόμενος μόνο μια λέξη: ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ! Επίσης, τον Γ. Ζ. αγαπούσε ο πρόεδρος Νίκος Γουλανδρής, διότι τον έβλεπε διαρκώς δίπλα του στο γήπεδο ή στο αποδυτήριο του Καραϊσκάκη και –αγνοώντας την πραγματικότητα- σχεδόν τον σεβόταν όσο τον έμπειρο συντάκτη και ομορφόπαιδο Σταύρο Τσώχο, τον αγαπημένο του Νίκο Καρελλά και τους λοιπούς αστέρες της εποχής.

 

Με τις πλάτες, ή την ανοχή, λοιπόν, Γουλανδρή και Νικολαϊδη, άπαντες τον ανέχονταν τον Ζ. ή τον γούσταραν για τα καλά διότι έλεγε απίθανα αστεία, κατά προτεραιότητα σόκιν. Η ετυμολογία του Ζ. φάνηκε από ένα περιστατικό που περιέγραψε ο ίδιος ένα βραδάκι στα γραφεία της “Ομάδας” στον δεύτερο όροφο του Συγροτήματος Λαμπράκη, όταν προϊστάμενος ήταν ο Γιάννης Βανδώρος, διευθυντής σκληρός, αλλά που μαλάκωνε όταν έβλεπε μπροστά του Ζ. και μυριζόταν πλάκα.

Πάρτε γεύση: μια γκόμενα από αυτές που σουλατσάριζαν στις προπονήσεις του Ολυμπιακού στο βοηθητικό του Καραϊσκάκη, είχε διαβάσει ένα ρεπορτάζ του Ζ. που αφορούσε πικάντικο παρασκήνιο από τον δεσμό του Στεφανάκου με μια κυρία του καλλιτεχνικού χώρου. Εψαξε, λοιπόν, τον Ζ., του συστήθηκε και του ζήτησε λεπτομέρειες. Ο φίλος, για να αποφύγει να εκτεθεί –μια και έκρινε επικίνδυνη την περίπτωση λόγω φανατισμού της κυρίας στο θέμα- της αποκάλυψε ότι στην ουσία “δεν ήταν δημοσιογράφος”, αλλά χομπίστας που κινούνταν γύρω από τον χώρο της είδησης. Τότε, σαν κεραυνός, η αναγνώστρια του έθεσε το καίριο ερώτημα:

 

«Δηλαδή με τι ασχολείστε;»

 

Ο Ζ. παίρνοντας το πιο πειστικό ύφος πέταξε με νόημα:

«Είμαι άνθρωπος των γραμμάτων!»

 

Ήταν μία από τις λίγες φορές στην…δημοσιογραφική του ζωή που έλεγε την αλήθεια, διότι –πράγματι- ο μακαρίτης εδώ και χρόνια Γ. Ζ. εργαζόταν ως μόνιμος υπάλληλος στα Ελληνικά Ταχυδρομεία!

Η εποχή του Ζ. διέθετε απίστευτη μοναδικότητα και δυναμική γοητεία. Και άφθονο χιούμορ. Μια ακόμη ιστορία που δείχνει την σχέση του Ζ. με τους επαγγελματίες του χώρου, είχε να κάνει με την σχέση που είχε με την Αθλητική Ηχώ. Ηταν μία από τις εφημερίδες από τις δύο-τρεις που επισκεπτόταν κάθε απόγευμα ο Ζ. Στην Ηχώ, πήγαινε τις Κυριακές κατά το σούρουπο, για να αφήσει το παρασκήνιο του αγώνα που είχε δώσει ο Ολυμπιακός στο Φάληρο. Περισσότερο για πλάκα παρά για να ενημερωθεί, ο γάτος διευθυντής της εφημερίδας Σταμάτης Γρατσίας –άλλος πλακατζής του λόγου του- ρώταγε τον Ζ.:

 

«Πώς ήταν σήμερα η ομάδα Γιάννη;»

 

«Γίγαντες, κύριε Σταμάτη. Γίγαντες».

 

Οι ρεπόρτερ σήκωναν το βλέμμα, μειδιούσαν αλλά δεν σχολίαζαν. Αυτό συνέβη δεκάδες φορές:

 

«Πώς ήταν τα παιδιά;»

 

«Γίγαντες σου λέω!»

 

Οπότε, ο Λευτέρης ο Γενεράλης, με φάτσα Μπάσκερ Κήτον, ένας καραβανάς δημοσιογράφος με υπόγειο χιούμορ και μεγάλη υπομονή, κάποια φορά δεν το άντεξε. Την έστησε στον Ζ. και όταν μπήκε στο γραφείο τον ρώτησε:

 

«Γιαννάκη πώς πήγαν οι παίκτες του Θρύλου σήμερα;»

 

«Γίγαντες αδελφέ μου, γίγαντες».

 

Οπότε, στο αμέσως επόμενο δευτερόλεπτο, ένα βαθύ πιάτο με ζουμερά φασόλια γίγαντες προσφέρθηκε στον Ζ. μαζί με πιρούνι και ένα κατρούτσο.

 

«Εσύ δεν τρώγεσαι άλλο φίλε μου, αλλά οι γίγαντες αυτοί είναι καταπληκτικοί. Είναι δικοί σου για την διασκέδαση που μας προσφέρεις τόσο καιρό».

 

Λεπτομέρεια: Ο Γ. Ζ. γεύτηκε το πιάτο και ζήτησε δεύτερη μερίδα, αλλά το παρακείμενο μαγειρείο στην Βορρέου, είχε ήδη κλείσει…

 

* Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο τεύχος 48 του πολιτιστικού περιοδικού ΔΕ-ΚΑΤΑ, του ποιητή Ντίνου Σιώτη, που ήταν αφιερωμένο στο ποδόσφαιρο.

 

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.

The article expresses the views of the author

iPorta.gr

SHARE
RELATED POSTS
Ντίνος Χριστιανόπουλος: 20 Μικρά Ποιήματα και μια συνέντευξη στην Τζίνα Δαβιλά (ηχητικό)
Σαράντα χρόνια χωρίς τον Κόλλια, του Γιώργου Αρκουλή
Μέρες με τον Νίκο (προδημοσίευση 2): “Ἄφετε τὰ παιδία καὶ […] κωλύετε αὐτὰ ἐλθεῖν πρός με”, του Άγγελου Σπάρταλη

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.