Πόρτα στην Ιστορία

Πώς μετακινούνταν Ηπειρώτες και Θεσσαλοί τον 19ο αιώνα, της Δήμητρας Παπαναστασοπούλου

a0e8823e226e7d56487c4040d3ba472c_L.jpg
Spread the love

 

Το μεταφορικό μέσο στον κάμπο ήταν οι αραμπάδες που έσερναν βόδια και οι ξύλινοι τροχοί τους είχαν ένα σιδερένιο στεφάνι προστασίας γύρω-γύρω.

 

Πάνω στην Πίνδο, το χωριό Γράμμοστα –όπως και πολλά άλλα- κατοικούνταν από αγωγιάτες και βοσκούς, ή, όπως συνηθιζαν να τους αποκαλούν οι ντόπιοι, από κερατζήδες και τζουμπάνηδες. Η Γράμμοστα φημιζόταν γα την οργανωμένη κτηνοτροφία της. Ο μεγαλοτσέλιγκας Πατσιαούρας, έχοντας στην κατοχή του πολλές χιλιάδες πρόβατα, διοχέτευε το γάλα και τα τυροκομικά του προϊόντα με υπόγειους πηλοσωλήνες σε απόσταση τεσσάρων περίπου χιλιομέτρων, όπως μας πληροφορεί ο Τ.Μ.Κατσουγιάννης στο έργο του «περί των Βλάχων των Ελληνικών χωριών».
Οι αγωγιάτες έλειπαν σχεδόν όλο το χρόνο από το χωριό τους, ενώ οι τσοπάνηδες κατέβαιναν το χιμώνα στα λιβάδια του κάμπου, αφήνοντας τις εγκαταστάσεις του καλοκαιριού έρημες.

 

Οι Βλάχοι καρβανάρηδες κάλυπταν τις μεταφορές σ’ ολόκληρο το βαλκανικό χώρο. Ο αγωγιατισμός ήταν ένας πολύ σημαντικός κλάδος της οικονομίας στην εποχή της Τουρκοκρατίας. Η μεγάλη ανάπτυξη του εμπορίου και της βιοτεχνίας που σημειώθηκε στη Μακεδονία, σε ορισμένες περιοχές της Θεσσαλίας και της Ηπείρου, βασιζόταν στις μεταφορές που εξασφάλιζαν τα καραβάνια.

 

Ο Κώστας Κρυστάλλης μας πληροφορεί: « Έκαστος τούτων( των αγωγιατών) έχει τα υποζύγιά του αναλόγως των δυνάμεών του, δηλαδή 10,15,20,30,50,100,200 και ούτω καθεξής. Αι πήθύες αύται λέγοντα καραβάνια, ο δε ιδιοκτήτης αυτών καρβανάρης. Οι εύποροι έχουσι και υπηρέτας εις τα καρβάνια των, ούς καλούσι κοπέλια».
Τα καραβάνια αυτά έφταναν πολλές φορές ως την Κεντρική Ευρώπη και τη Ρωσία. Απηχήσεις των συχνών και μεγάλων ταξιδιών στο εξωτερικό, των καραβανιών, των μεταναστεύσεων και των τολμηρών εμπορικών περιπετειών, είναι τα ηπειρώτικα τραγούδια της ξενητιάς.

«ο Ρόβας εξεκίνησε μεσ’ τη Βλαχιά να πάει
Νύχτα σελώνει τ’ άλογο, νύχτα το καλιγώνει
Βάζει τα πέταλα χρυσά και τα καρφιά ασημένια.
…..
Το ποιά έχει άντρα στη Βλαχιά και γιό στο Μπουκουρέστι
πέστους να μην τους καρτερεί, να μην τους πανταχαίνει».

 

Ταξίδια πολύμηνα, πολύμοχθα, περιπετειώδη και πάντα,σχεδόν, επικίνδυνα. Μπορεί κανείς να χαρακτηρίσει τις μεταφορές εμπορευμάτων από τα βουνά της Ηπείρου και της Θεσσαλίας στην Βλαχομπογδανία σαν μικρές εποποιίες. Αγωγιάτες και πραματευτάδες αναγκάζονταν να συμμεριστούν τις αγωνίες της οδοιπορίας. Ήταν αρκετές οι φορές που έπεφταν σε ενέδρες ληστών. Αυτά ιστορεί το παρακάτω τραγούδι των βΛάχων καρβανάρων του Ζαγοριού:

 

«Ο Γιάννης ο πραματευτής ξεβγαίνει από την Πόλη,
σέρνει μουλάρια αφόρτωτα και φορτωμέναις μούλαις.
Κι η μούλα η χρυσοπέταλη, η μούλα η συρντάρα,
Βαστάει το νιο πραματευτή, βαστάει το λεβέντη.
Στη στράταν όπου πήγαινε, στη στράτα που παγαίνει,
αποκοιμήθη ο νιούτσικος στης μούλας τα καπούλια
κι η μούλα παραστράτησε κι απ’ άλλη στράτα πάει.

……

Νάτοι κι οι κλέφταις πόρχοντα σαρανταδυό νομάτοι,
όλοι ντυμένοι μ’ άρματα, με λέρα φορτωμένοι.
Δώδεκα παν από μπροστά και δώσεκα από πίσω.
Πιάνουν και ξεφορτώνουνε αράδα τα μουλάρια
κι ανοίγουν όλα τα σακκιά να βρουν φλουριά και γρόσια».

 

Η Λάρισα αποτελούσε σπουδαίο διοικητικό κέντρο και έπρεπε να διατηρεί τακτική και οργανωμένη επαφή με την Οθωμανική πρωτεύουσα και τα διάφορα πασαλίκια. Έφιπποι ταχυδρόμοι, τα μεντζίλια, κρατικοί υπάλληλοι, μετέφεραν τα φιρμάνια και τις κάθε λογής διαταγές από την Πόλη σε όλες τις επαρχίες. Λόγω των μεγάλων αποστάσεων, εναλλάσσονταν σε διάφορους σταθμούς, τους μεντζιλχανέδες.

Ο ταχυδρόμος ονομαζόταν τάταρης και ο επι κεφαλής τους τατάρ-αγάς. Ο τάταρης φορούσε ειδική στολή και ψηλό τατάρικο σκούφο, το καβούκι.

Εκτός από το τακτικό δημόσιο ταχυδρομείο λειτουργούσε και έκτακτο με πεζοδρόμους. Αυτοί δεν ήταν , φυσικά, κρατικοί υπάλληλοι. Έπαιρναν αγιακτέρ, ποδοκόπι για κάθε πορεία τους. Μ’ αυτή την αμοιβή, μαζί με το κονάκι, δηλαδή το κατάλυμα του έκτακτου τάταρη, επιβαρύνονταν τα χωριά. Τα ποδοκόπια των τατάρηδων αποτελούσαν πραγματική μάστιγα για τους κατοίκους.

Οι περιηγητές που ταξίδευαν συνήθως με σουλτανικό φιρμάνι, συνοδεύονταν από τέτοιους έκτακτους ταχυδρόμους που κατατρομοκρατούσαν και λήστευαν θρασύτατα τους χωρικούς, απαιτώντας περιποιήσεις για τους ξένους και τον ευατό τους, χωρίς να τους πληρώνουν.

 a0e8823e226e7d56487c4040d3ba472c_L.jpg

Δήμητρα Παπαναστασοπούλου

SHARE
RELATED POSTS
Ηγέτες που δολοφονήθηκαν: Ανουάρ Σαντάτ (1918-1981), της Δήμητρας Παπαναστασοπούλου
Σάμουελ Μοδιάνο: ο άνθρωπος που άνοιξε τα συρματοπλέγματα του Άουσβιτς, του Μιχάλη Κόκκινου
Κάθε φορά που βλέπω την ταράτσα της Νομικής, θυμάμαι τον Νικήτα, του Νίκου Βασιλειάδη

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.