Το πρόβλημα είναι ότι η Ιστορία βρίσκεται συνεχώς εν κινήσει, ενώ εμείς τη διαβάζουμε ευρισκόμενοι σε ακινησία. Η Ιστορία ξεδιπλώνεται κάθε δευτερόλεπτο σε κάθε γωνιά της Γης. Όπως συμβαίνει και με το χρήμα, η Ιστορία ποτέ δε κοιμάται. Κάθε στιγμή κάπου φωτίζει ο ήλιος, κάπου είναι μέρα κι έτσι η δραστηριότητα συνεχίζεται αενάως. Κι ενώ η Ιστορία κινείται χωρίς σταματημό, ο Άνθρωπος είναι υποχρεωμένος να κοντοστέκεται, για να αξιολογήσει την επικαιρότητα. Δεν μπορεί να κάνει αλλιώς. Τα πράγματα όμως συνεχίζουν ν’ αλλάζουν, είτε εμφανίζοντας, είτε κυοφορώντας νέα καθοριστικά γεγονότα. Αλλά η δική μας ακινησία το πιθανότερο είναι να επιμένει. Κι αντί να συντονιζόμαστε και να κατανοούμε τις αλλαγές, στοιχειοθετούμε ότι καινούριο έρχεται, σε παλιότερες, αμετακίνητες αντιλήψεις, στις οποίες έχουμε προ καιρού καταλήξει. Ανεξάρτητα αν έχουν φιλελεύθερη ή αριστερή καταγωγή. Και τελικά νιώθουμε και μια δικαίωση. Γιατί η ακινησία φέρει τα κοινώς αποδεκτά παράσημα της σταθερότητα και της συνέπειας.
Αλλά υπάρχει κι ένα άλλο εμπόδιο στη προσπάθεια μας να κατανοήσουμε την Ιστορία, όπως αυτή ξεδιπλώνεται. Όταν ο καιρός περάσει, πάντα, μα πάντα ξεχνάμε τον τρόπο που αντιληφθήκαμε την επικαιρότητα του παρελθόντος, όταν δηλαδή τα γεγονότα συνέβαιναν. Αυτή η μετάλλαξη της μνήμης είναι επίσης μια φυσική διεργασία, απ’ την οποία δύσκολα μπορούμε να ξεφύγουμε. Γιατί αυτό που σκεφτόμαστε στο παρόν, όχι μόνο μας επηρεάζει, αλλά αναδιαμορφώνει και την ανάμνηση της στάσης που κρατήσαμε όταν συνέβαιναν τα γεγονότα στο παρελθόν. Γι’ αυτό, έχουμε τη σταθερή ροπή να κρίνουμε εκ των υστέρων. Αυτά που ξέρουμε ή νομίζουμε ότι ξέρουμε τώρα, νιώθουμε ότι τα ξέραμε και πριν.
Ας πάρουμε ένα παράδειγμα. Η πτώση των δίδυμων πύργων στη Νέα Υόρκη μάς αιφνιδίασε όλους ανεξαιρέτως – κανείς, μα κανείς απολύτως δε το περίμενε. Εκ των υστέρων όμως κι αφού το γεγονός απομακρύνθηκε, το αντιμετωπίσαμε σαν να ήταν κάτι αναμενόμενο. Το αίσθημα της έκπληξης εξαερώθηκε, ξεχάστηκε και η εξοικείωση πρυτάνευσε, κυριάρχησε, μας επιβλήθηκε. Ακριβώς αυτή η εξοικείωση με τα συμβάντα ήταν που μας δημιούργησε τη ψευδαίσθηση ότι πάντα τα ξέραμε όλα, ότι όλα ήταν προβλέψιμα απ’ την αρχή.
Διαβάζοντας την κινούμενη Ιστορία μέσα απ’ την ακινησία μας, συχνά βρισκόμαστε σε αδυναμία να καταλάβουμε τι μας συμβαίνει, ιδιαίτερα όταν τα πράγματα μεταστρέφονται απότομα και πέρα από κάθε πρόβλεψη. Τότε η σύγχυση κάνει πάρτι. Προσπαθώντας να προσανατολιστούμε μπερδευόμαστε και πουθενά δε μπορούμε να ξεχωρίσουμε ένα σίγουρο μονοπάτι που να οδηγεί τη σκέψη μας σε ασφαλές καταφύγιο. Ταυτόχρονα όμως και για λόγους αξιοπρέπειας, οφείλουμε να δηλώνουμε ότι γνωρίζουμε, ότι έχουμε άποψη. Όχι μόνο για ότι έχει συμβεί, αλλά και για ότι πρόκειται να συμβεί. Βιαζόμαστε να δώσουμε απαντήσεις, πριν καλά-καλά καταφέρουμε να διατυπώσουμε τις ερωτήσεις. Έτσι επιτείνεται η ακινησία και τα εργαλεία που χρησιμοποιούμε παραμένουν τα ίδια. Συνεχίζουμε να καταλαβαίνουμε τα καινούρια κεφάλαια της Ιστορίας μ’ έναν αμετακίνητο τρόπο σκέψης, χωρίς καμιά βελτίωση και καμιά προσαρμογή στις εξελίξεις που θέλουμε να ερμηνεύσουμε.
Σε μια τέτοια κατάσταση, οι όποιες αποκαλύψεις μπορούν και παίζουν καθοριστικό ρόλο. Τις προσδοκούμε μήπως και φωτίσουν καλύτερα τη κατάσταση μας. Ύστερα προσπαθούμε να αφουγκραστούμε τις εξηγήσεις που δίνουν οι ειδικοί. Και στο τέλος τις ταξινομούμε κι αυτές στο προκατασκευασμένο σύστημα αντίληψης που έχει κυριαρχήσει στη σκέψη μας εδώ και καιρό. Αυτό συνέβη και με τις αποκαλύψεις των Financial Times. Ότι δηλαδή στις Κάννες κινδυνέψαμε να βγούμε απ’ το ευρώ. Ότι οι Ευρωπαίοι σε μια νύχτα έριξαν τους δημοκρατικά εκλεγμένους πρωθυπουργούς της Ελλάδας και της Ιταλίας. Ότι ο Μπαρόζο επέβαλε τον «τραπεζίτη» Παπαδήμο. Κι ότι ακόμα κι αργότερα κινδυνέψαμε, τον Ιούνιο δηλαδή του 2012, σε μια εποχή που νομίζαμε ότι είχαμε ήδη σιγουρέψει τη παραμονή μας στο ευρώ. Κι όλα αυτά τα θεωρήσαμε αποκαλύψεις και τα αναλύσαμε εκτενώς και επανειλημμένως. Μα πώς μπορούν να είναι «αποκαλύψεις» αυτά που ήδη ξέραμε από τότε, την ίδια στιγμή που τα γεγονότα εξελίσσονταν;
• Δηλαδή δε ξέραμε ότι ο πρωθυπουργός, στο τέλος του 2011, σε μια απονενοημένη και απελπισμένη κίνηση προσπάθησε να μετουσιώσει ένα υπαρκτό δίλημμα σε δημοψήφισμα; Και ότι αυτό το έκανε γιατί δε μπορούσε πλέον να ελέγξει τη κυβερνητική πλειοψηφία, έχοντας παράλληλα όλα τα άλλα κόμματα εναντίον του;
• Δηλαδή δε ξέραμε ότι η Ν.Δ. μεταστράφηκε και υποστήριξε το μνημόνιο της δανειακής σύμβασης, όταν κατάλαβε ότι αλλιώς η χώρα θα χρεοκοπούσε αμέσως; Κάτι που νωρίτερα δεν το είχε αντιληφθεί;
• Και μήπως δε καταλάβαμε ότι με αυτό τον τρόπο το μνημόνιο αποκτούσε ισχυρή νομιμοποίηση και άνετη πλειοψηφία; Κι όσοι εναντιώνονταν ήταν πια μια μικρή κοινοβουλευτική μειοψηφία;
• Και ότι μετά από αυτή τη μεταστροφή της Ν.Δ. υπήρχε πλέον η δυνατότητα να δημιουργηθεί μια κυβέρνηση ειδικού σκοπού, με αποκλειστικό καθήκον να διαπραγματευτεί το κούρεμα και στη συνέχεια να διενεργήσει τις εκλογές που όλοι τότε ποθούσαν;
• Μήπως δεν καταλαβαίνουμε ότι για το κούρεμα χρειαζόταν ένας έμπειρος σ’ αυτά τα θέματα κι όχι ένας κομματάρχης; Αφού – με δεδομένο ότι το μνημόνιο απέκτησε άνετη πλειοψηφία – η μόνη δουλειά πλέον του μεταβατικού πρωθυπουργού θα ήταν να ολοκληρώσει μια οικονομικοτεχνική διαπραγμάτευση και απολύτως τίποτα άλλο; Κι αν δεν ήταν ο Παπαδήμος υποχρεωτικά θα ήταν κάποιος αντίστοιχος; Και δεν καταλαβαίνουμε ότι για το ποιος θα ήταν πρωθυπουργός του κουρέματος, που μείωσε θεαματικά το χρέος (κάποιοι ακόμα το θεωρούν καταστροφικό) η ΕΕ θα είχε γνώμη, τη στιγμή που ήταν ένα ειδικό θέμα που την αφορούσε άμεσα;
• Και μήπως δεν είναι προφανές ότι η έξοδος απ’ το ευρώ δεν ήταν πιθανή μόνο το 2011 ή το 2012, αλλά ότι είναι ακόμα και σήμερα; Ότι αν ξαναγυρίσουμε στα παλιά κι αρχίσουμε να δημιουργούμε νέα ελλείμματα (χωρίς να αυξάνουμε τη παραγωγικότητα μας), πάλι το Grexit θα επανέλθει πλησίστιο; Κι ότι αν αποφασίσουμε μονομερώς να μη πληρώνουμε το χρέος μας προς τα άλλα ευρωπαϊκά κράτη που μας δάνεισαν, θα ξαναδούμε τη πόρτα της εξόδου;
Πού βρίσκονται οι αποκαλύψεις σε όλα αυτά τα γνωστά; Ίσως μοιάζουν με αποκαλύψεις γιατί επιμένουμε οι απαντήσεις μας να δίνονται σε ερωτήματα που πια δεν υπάρχουν. Γιατί επιμένουμε να αγνοούμε τα καινούρια ερωτήματα που έθεσε η κρίση, αυτή που πρόσθεσε και τις τελευταίες σελίδες στην Ιστορία. Κι όσο επιμένουμε, τόσο οι απαντήσεις που θα επιλέγουμε, αντί να δίνουν εξήγηση, θα αιωρούνται στον αέρα.
Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr