Εβδομάδα 8η
Δευτέρα 10 – Σάββατο 15 Αυγούστου 2015
Μια ξεχωριστή μέρα για να τη θυμόμαστε. Στα βιβλία της Ιστορίας θα καταγραφεί. Και μετά από πολλά χρόνια θα μνημονεύεται σαν μια ξεχωριστή μέρα στη πολιτική ιστορία της χώρας. Την παραμονή της Παναγίας, οι βουλευτές συγκεντρώθηκαν βιαστικά, επέστρεψαν στη Βουλή και αφιερώθηκαν σε μια ολονύχτια συνεδρίαση για να νομοθετήσουν. Είναι όμως αλήθεια ότι το μνημόνιο της τρίτης δανειακής σύμβασης ήταν μια αρκούντως ισχυρή αφορμή. Αλλά η παράξενη συνεύρεση στη Βουλή των Ελλήνων, παραμονή της Παναγίας, προέκυψε και από μια άλλη αιτία. Που τη συναντάμε συχνά, αλλά πάντα τη παραβλέπουμε. Πρόκειται για τον βαθιά ριζωμένο εθισμό του πολιτικού συστήματος στην αναβλητικότητα. Γιατί το επείγον του σήμερα έχει πάντα τη ρίζα του στην αναβολή του χθες. Κι αυτή η κυβέρνηση ξόδεψε όλους αυτούς τους μήνες χωρίς να προετοιμάζεται για τίποτα. Το ίδιο ακριβώς που έκαναν και οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Με τα δικά τους κατεπείγοντα νομοθετήματα. Κι έτσι φτάσαμε στην κατεπείγουσα αυτή συνεδρίαση, όπου ασθμαίνον κατέφθασε το τρίτο μνημόνιο. Προχειρογραμμένο, με διορθώσεις στο γόνατο. Με γενικολογίες που μένει να εξειδικευτούν. Απ’ αυτά τα ορνιθοσκαλίσματα θα προκύψουν ένα σωρό καινούρια νομοθετήματα, με νέες δημιουργικές ασάφειες, που θα προστεθούν σ’ ένα ανεικονικό και ανερμάτιστο αραβούργημα με την επωνυμία «Ελληνικοί νόμοι». Το τρίτο μνημόνιο είναι εδώ μαζί μας. Καινούρια δανεικά θα μας φέρει, αλλά δε θα ανάψει κανένα φως για να βλέπουμε στο σκοτάδι.
Η δημοκρατία δε φταίει για τη γήρανση του πολιτικού συστήματος. Μέχρι πρόσφατα όταν μιλούσαμε για τη χρεοκοπία του πολιτικού συστήματος εννοούσαμε τον παλιό δικομματισμό. Μέχρι που ήρθε στο προσκήνιο και η Αριστερά. Για να αποδείξει μέσα σε επτά μήνες ότι κι αυτή τελικά ανήκει στο ίδιο πολιτικό σύστημα. Γιατί αυτό που ονομάζουμε «χρεοκοπία του πολιτικού συστήματος» δεν έχει να κάνει με πρόσωπα, με τζάκια ή με ηλικίες. Αλλά μόνο με κατεστημένες και παρακμασμένες αντιλήψεις στην άσκηση της πολιτικής. Κι έτσι η προσδοκώμενη ελπίδα, όπως την προανήγγειλε η Αριστερά δεν εμφανίστηκε και αναζητείται. Γιατί αυτό που παρουσίασε ήταν ένα ολόγραμμα της. Κι όσοι την ακολούθησαν ένα ολόγραμμα εμπιστεύτηκαν. Και τελικά πώς να αντλήσεις ελπίδα όταν ακούς τον υπουργό των οικονομικών να λέει: «Η κοινωνία θα κρίνει αν είναι καλή η συμφωνία». Δηλαδή πώς θα μας πείσει όταν ο ίδιος δεν έχει πειστεί; Και πώς να αντλήσεις ελπίδα όταν ο εισηγητής της κυβέρνησης για το νομοσχέδιο του μνημονίου μάς παραπέμπει στη συνθήκη του Μπρεστ-Λιτόφσκ, που έκανε ο Λένιν με τους Γερμανούς; Η κρίση έβαλε δύσκολα προβλήματα στο πολιτικό σύστημα. Του έδωσε όμως και την ευκαιρία να αλλάξει ρότα. Να ανανεώσει τον τρόπο σκέψης και να αναζητήσει καινούριους δρόμους στη διαχείριση των δυσκολιών. Τα κόμματα όμως επέμειναν στη πεπατημένη. Με αποτέλεσμα η γήρανση να γίνει εμφανής. Όσοι όμως ταυτίζουν αυτή την αδυναμία με την ίδια τη δημοκρατία προφανώς κάνουν λάθος. Γιατί μόνο οι ελευθερίες που παρέχει η δημοκρατία μπορούν να κυοφορήσουν την αλλαγή, όταν δημιουργούνται συνθήκες παρακμής. Γιατί η ζωή έχει αποδείξει ότι ένα διαφορετικό μέλλον μπορεί να αποκαλυφθεί, ακόμα κι όταν στο παρόν δεν φαίνεται κανένα ανάλογο σημάδι. Και χωρίς τη δημοκρατία τέτοιου είδους αόρατες ζυμώσεις δεν θα ήταν ποτέ εφικτές.
Είναι εύκολο να κατακρίνεις, αλλά δύσκολο να προτείνεις. Ο Σόιμπλε είναι το επίκαιρο σύμβολο της ανημποριάς μας. Όταν θέλουμε να κατηγορήσουμε κάποιον με τον οποίον διαφωνούμε, τον ταυτίζουμε μαζί του. Λίγο πιο παλιά το ρόλο αυτόν τον έπαιζε η Μέρκελ. Και ακόμα παλαιότερα, οι τωρινοί μας αγαπημένοι, οι Αμερικάνοι. Γιατί άραγε δε μπορούμε να δούμε τη μεγάλη εικόνα; Γιατί όταν ανοίγουμε το στόμα μας έχουμε την απόλυτη βεβαιότητα ότι το δίκιο είναι με το μέρος μας; Γιατί ξοδεύουμε τόσο χρόνο και τόση ενέργεια στο να κατηγορούμε αλλήλους, αντί να ασχολούμαστε με τις προκλήσεις των καιρών; Γιατί φλυαρούμε τόσο πολύ για τη δημοκρατία, όταν διαγράφουμε αυτό που στα θεμέλια της είναι καθαρά γραμμένο: Ότι και ο άλλος έχει μερίδιο στο δίκιο; Πού έχει κρυφτεί η διαλεκτική, που υποτίθεται ότι θα μας μάθαινε πώς να συνθέτουμε αντίθετες απόψεις; Γιατί έχουμε χάσει κάθε δυνατότητα να κρίνουμε τις ίδιες μας τις πράξεις; Και σοφότεροι να προχωράμε; Όλα αυτά τα ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα, ακόμα και σ’ αυτές τις δύσκολες ώρες που περνάμε. Κι αντί να χρησιμοποιούμε το παρόν για να διαμορφώσουμε το μέλλον, χρησιμοποιούμε το παρόν για να δικάσουμε το παρελθόν. Αναζητώντας τους ενόχους στο παρελθόν, στρέφουμε τη πλάτη μας στο μέλλον. Και ο χρόνος αμετακίνητους μάς οδηγεί προς το αύριο. Ακίνητοι, καβγατζήδες και μοιραίοι πορευόμαστε. Αλλά το αύριο είναι μπροστά μας και καταφθάνει. Εμείς όμως, με το βλέμμα προς τα πίσω, θα το υποδεχτούμε ανέτοιμοι όπως πάντα.
Το άνθος του κακού. Πόσοι πρωθυπουργοί, πόσοι υπουργοί και βουλευτές, δεν έχουν μετά παρρησίας δηλώσει ότι το κράτος μας έχει ανάγκη αναδιάρθρωσης; Η απάντηση είναι πάλι απλή. Όλοι. Όλοι χωρίς καμιά εξαίρεση. Και είναι εντυπωσιακό ότι κανείς δεν ευαρεστήθηκε να επεξεργαστεί κατά προτεραιότητα ένα σχέδιο και να το θέσει σε δημόσια συζήτηση. Γιατί η ζωή σ’ αυτόν τον τόπο έχει σαν όριο τη περιορισμένη θητεία ενός υπουργού ή μιας κυβέρνησης. Η δουλειά όμως δεν γίνεται έτσι. Δεν γίνεται ο κάθε υπουργός να πετάει έναν καινούριο νόμο και να έρχεται ο επόμενος για να τον τροποποιήσει ή και να τον καταργήσει, για να βάλει κι αυτός τη δική του σφραγίδα, με τον δικό του νόμο. Το κράτος είναι ένας μηχανισμός που υπάρχει για να εξυπηρετεί τους πολίτες μιας χώρας. Δεν είναι δυνατόν ακόμα να αποδεχόμαστε ότι αυτός ο μηχανισμός μπορεί ακόμα να είναι το πεδίο των πολιτικών, ιδεολογικών και προσωπικών αντεκδικήσεων. Δεν είναι δυνατόν ακόμα να μην έχουμε αποφασίσει ότι η πολιτική εξουσία είναι ο εκτελεστικός πυλώνας της δημοκρατίας και δε μπορεί να ταυτίζεται με το κράτος. Μέχρι αυτές οι απλές διαπιστώσεις να συνομολογηθούν απ’ όλους, το κράτος θα παραμένει το άνθος του κακού. Όλοι θα μιλούν για την ανάγκη επανίδρυσης του κι όλοι μετά θα γυρίζουν τη πλάτη στα δικά τους λόγια. Στο μεταξύ θα συνεχίσουμε να το πασπατεύουμε, να το ζυμώνουμε και να το ξαναπλάθουμε. Θα το τροφοδοτούμε με γερές δόσεις νομοθετημάτων και διατάξεων, ώστε να παραμένει ένα τερατούργημα και να εμποδίζει αυτή τη χώρα να προοδεύσει. Και φυσικά πάντα θα υπάρχουν κι εκείνοι που θα κατηγορούν και θα απεχθάνονται τους δημόσιους υπαλλήλους, έχοντας τη τραγική ψευδαίσθηση ότι αυτοί είναι οι υπαίτιοι για τις στρεβλώσεις. Πιστεύοντας ότι μόνο οι απολύσεις θα σώσουν τη κατάσταση. Και δε μπορούν να δουν ότι η δυσανεξία του δικού μας κράτους δεν οφείλεται στους ανθρώπους που το υπηρετούν, αλλά στην ανερμάτιστη δομή του. Αυτή η περίπλοκη και ανακόλουθη δομή είναι που εμποδίζει και τους εργαζόμενους στο δημόσιο να είναι παραγωγικοί και δημιουργικοί. Τους καταδικάζει είτε στην απραξία, είτε στην υπερεργασία. Αλλά το κράτος τελικά δε μπορεί να το αλλάξει καμιά κυβέρνηση από μόνη της και κανένα εμπνευσμένο νομοσχέδιο. Γι’ αυτό το εγχείρημα είναι απαραίτητη η επιμελής δουλειά διακομματικών ομάδων εργασίας. Γιατί οι μεγάλες αλλαγές, που έχουν μακροχρόνιο ορίζοντα, έχουν ανάγκη από μεγάλες συναινέσεις, για να έχουν νόημα. Κάποιος όμως πρέπει να πάρει την πρωτοβουλία. Αλλά ποιος;
Ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός. Μια χώρα που αποστρέφεται την καινοτομία δεν έχει μέλλον. Μια χώρα δεν έχει μέλλον όταν βραβεύει τα παιδιά της για μια καινοτόμα εφεύρεση και μετά τα αφήνει στη τυραννία άπειρων νόμων και κανονισμών και διατάξεων και εγκυκλίων και παραπομπών και συναρμόδιων υπηρεσιών. Πώς να γίνουν αναπτυξιακές ιδιωτικοποιήσεις σ’ ένα περιβάλλον παρασιτικού καπιταλισμού; Και από την άλλη, πώς να εμπιστευτείς δημόσιες επενδύσεις, όταν για τα δημόσια έργα απαιτούνται σαράντα κύματα εγκρίσεων, δηλαδή σαράντα υποψηφιότητες διαφθοράς; Τα θαλασσοδάνεια δεν θα υπήρχαν, χωρίς αυτό το δύσμορφο κράτος. Ένα κράτος που δε θα μπορούσε να λειτουργήσει, ακόμα κι αν στην εξουσία βρεθεί κυβέρνηση αγγέλων. Ένας άλλος κόσμος όμως είναι εφικτός. Κι αυτός δε θα βρεθεί ούτε στις εργαλειοθήκες του ΟΟΣΑ, ούτε στις αναμνήσεις των κολχόζ. Ούτε φυσικά στις προχειρολογίες των μνημονίων που μας ταλανίζουν πέντε χρόνια ήδη. Ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός. Αν αποφασίσουμε να σκεφτούμε διαφορετικά απ’ ότι έχουμε συνηθίσει.
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr
1 Comment
Αναφέρεστε στο άρθρο σας: «Δύσκολα θα αλλάξει η παρακμιακή δομή της χώρας. Ίσως ποτέ, όσο το αφήνουμε στη θέληση των όποιων κυβερνώντων. Αυτό θα αλλάξει μόνο με την επιμελή δουλειά «διακομματικών ομάδων εργασίας», ώστε να έχει ορίζοντα στο μέλλον. Κάποιος όμως πρέπει να πάρει την πρωτοβουλία.’’
Η μελετημένη αυτή αναφορά σας αυτή επισημαίνεται με επιμονή και σε προηγούμενα άρθρα σας. Έχω τη βεβαιότητα ότι ή πλειονότητα των πολιτών επικροτούν χωρίς επιφύλαξη τις θέσεις αυτές. Το πολιτικό προσωπικό της χώρας πρέπει να το λάβει αυτό σοβαρά υπόψη της. Το πατριωτικό χρέος τούτες τις ώρες προηγείται από το όποιο πολιτικό όφελος.