Εβδομάδα 6η
Δευτέρα 27 Ιουλίου – Σάββατο 1 Αυγούστου 2015
Ένα κουίζ. Αντιγράφω μια δήλωση: «Για να παραμείνουμε στην ευρωζώνη θα απαιτηθούν θυσίες». Και το κουίζ είναι το εξής: Ποιος μπορεί να μαντέψει σε ποια ημερομηνία έγινε αυτή η δήλωση; Η απάντηση είναι απλή. Ο δήλωση αυτή είναι διαχρονική. Έχει ειπωθεί αυτούσια και πολλές φορές από το 2010 μέχρι σήμερα. Η μόνιμη επωδός – «θα απαιτηθούν θυσίες» – περιγράφει την παντελή έλλειψη συναίσθησης για το τι ακριβώς σημαίνει θυσία. Γιατί θυσίες κάνει κάποιος που θέλει να αντιστρέψει μια δυσμενή κατάσταση. Εμείς κάνουμε θυσίες έτσι γενικώς, χωρίς καμιά αληθινή προοπτική, χωρίς κανένα σχέδιο που θα μας οδηγούσε σε συνθήκες που δε θα χρειάζονταν άλλες θυσίες. Κι όταν δεν σχεδιάζεις, παραμένεις μονίμως ανέτοιμος. Και γίνεσαι παιχνίδι στα χέρια των εξελίξεων, τις οποίες δεν ορίζεις, αλλά σε ορίζουν.
Λάθη έτσι γενικώς. Ο Σαμαράς είπε σε κάποια στιγμή «ουδείς αναμάρτητος», ο Βενιζέλος είχε ζητήσει συγγνώμη για τα επαχθή μέτρα και ο Τσίπρας, μόλις πριν λίγες μέρες είπε «κάναμε λάθη». Λάθη έτσι γενικώς. Δυστυχώς αυτές τις γενικολογίες οι περισσότεροι τις χαρακτηρίζουν «αυτοκριτική». Μ’ αυτό το είδος της «αυτοκριτικής» όμως ποτέ δε θα μάθουμε τι είναι αυτό ακριβώς που πρέπει να διορθώσουμε.
Και τα αποφθέγματα έχουν ανάγκη από κριτική. Κυκλοφορεί ένα απόφθεγμα που αρέσει σε πολλούς να το επαναλαμβάνουν. «Αν δεν υπήρχε το μνημόνιο θα έπρεπε να το εφεύρουμε». Αυτή η φράση περιέχει ένα θεμελιώδες σφάλμα. Υποθέτει ότι όλα τα μνημόνια είναι ίδια. Μόνο που δεν είναι ακριβώς έτσι. Γιατί αν όλα τα μνημόνια είναι ίδια τότε δεν υπάρχει καμιά ελπίδα να βγούμε από τη κρίση. Γιατί τα μνημόνια που βιώσαμε έφεραν μόνο λιτότητα και ύφεση. Οπότε έχουμε κάθε λόγο να αλλάξουμε το απόφθεγμα και να το αναδιατυπώσουμε: «Τα μνημόνια που φτιάξαμε μέχρι σήμερα θα πρέπει να τα καταργήσουμε αμέσως και να εφεύρουμε ένα άλλο μνημόνιο τελείως διαφορετικό, που να μας βγάλει από τη κρίση με βεβαιότητα». Είναι σαφές ότι αμέσως αλλάζει το νόημα. Αλλά προς το παρόν δεν υπάρχει ούτε ο χρόνος, ούτε η τόλμη για τέτοιες συζητήσεις. Προέχουν τα εσωκομματικά προβλήματα, οι συσχετισμοί δυνάμεων, οι συγκρούσεις με τους δανειστές που μας επιβουλεύονται και πάνω απ’ όλα το προσεχές game of throne. Χωρίς να περνάει απ’ το μυαλό μας ότι μπορεί να έρθει ένα αύριο που αυτό ακριβώς το παιχνίδι δε θα έχει καμιά απολύτως σημασία.
Η αισιοδοξία ως παγίδα. Η αισιοδοξία όταν έχει πήλινα πόδια δε βοηθάει. Η αισιοδοξία όταν δε βασίζεται στην πραγματικότητα, αλλά μόνο στην ανάγκη μας για μελλοντική ασφάλεια, είναι παγίδα. Αυτή τη στιγμή από πουθενά δε μπορεί να προκύψει αισιοδοξία για το άμεσο μέλλον. Η κυβέρνηση διαπραγματεύεται μια συμφωνία, την οποία ανυπομονεί να υπονομεύσει. Γιατί συνεχίζει να ονειρεύεται ότι είναι εφικτό να απαλλάξει από τον καπιταλισμό ολόκληρη την Ευρώπη. Και πώς να αντλήσεις αισιοδοξία, όταν αυτοί που σε κυβερνούν διαφωνούν τον εαυτό τους και με τις πράξεις τους. Αλλά και οι προηγούμενες κυβερνήσεις το ίδιο ακριβώς δεν έκαναν; Δεν υπέγραφαν συμφωνίες και μετά έκαναν τα αδύνατα δυνατά για να τις αλλάξουν; Αλλά και τώρα, οι προηγούμενοι που μας κυβέρνησαν, από τη θέση της αντιπολίτευσης, δεν ακολουθούν τη συνηθισμένη παλαιοκομματική βίβλο; Προσπαθούν να φθείρουν την κυβέρνηση, για να πάρουν τη θέση της όσο γίνεται πιο γρήγορα. Γιατί για τους περισσότερους αντιπολίτευση σημαίνει φθορά των κυβερνώντων κι όχι η επεξεργασία μιας άλλης πρότασης. Πώς λοιπόν να νιώσεις αισιοδοξία όταν ακούς το ΠΑΣΟΚ που χρόνια στηρίχτηκε στην ενισχυμένη αναλογική να κατηγορεί την κυβέρνηση επειδή δεν εφαρμόζει την απλή αναλογική; Είναι προτιμότερο να ζούμε χωρίς αισιοδοξία, όταν αυτή δε προκύπτει από τις εξελίξεις. Είναι καλύτερα χωρίς αυτόν τον ψυχαναγκασμό. Γιατί για κανέναν δεν είναι καλό να βιώνει συνεχώς ματαιωμένες ελπίδες.
Η Ευρώπη αλλάζει. Εμείς; Στη χώρα μας υπάρχει μια μεγάλη ομάδα πνευματικών ανθρώπων, που οραματίζονται την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, αλλά με έναν ελιτίστικο και συνήθως αυθαίρετο τρόπο. Είναι οικονομολόγοι, καθηγητές πανεπιστημίου, δημοσιογράφοι, άνθρωποι των γραμμάτων και τεχνών και φυσικά πολιτικοί. Σέβονται την Ευρώπη και το ευρώ, αλλά θεωρούν ότι η ευρωπαϊκή προσπάθεια έχει αποτελματωθεί. Διαπιστώνουν με βεβαιότητα ότι χάθηκαν οι παλιές αξίες και οι περισσότεροι νοσταλγούν τον Αντενάουερ, τον Κολ, τον Μιτεράν, τον Ντελόρ και άλλους εμβληματικούς ηγέτες του παρελθόντος. Και θεωρούν βέβαια ότι σήμερα αληθινοί ηγέτες δεν υπάρχουν. Επιμένουν – πάντα εκ των υστέρων – ότι η αρχιτεκτονική του ευρώ είναι λανθασμένη. Ότι η ηγεμονία της Γερμανίας και των δορυφόρων της στραγγαλίζουν τις χώρες του νότου. Και γενικά όλα πάνε χάλια. Στη χώρα μας ανθεί ένας παράξενος αντιευρωπαϊσμός ανάμεσα στους ανθρώπους που είναι προσηλωμένοι στην Ευρώπη. Κι ενώ η χώρα απ’ αυτούς περίμενε τη λύση στο μεγάλο πρόβλημα της κρίσης, στο τέλος διαψεύσθηκε. Στο μεταξύ η Ευρώπη, αργά αλλά σταθερά κατανόησε, προσαρμόστηκε και διαχειρίστηκε τη κρίση. Ας θυμηθούμε ποιο ήταν το κύριο επιχείρημα των οπαδών της δραχμής. Η υποτίμηση του νομίσματος, που θα αναζωογονούσε τον ανταγωνισμό και τις εξαγωγές και θα οδηγούσε στην ανάπτυξη. Αυτό ακριβώς η Ευρώπη ήδη το έπραξε. Δεν ξέρω αν το πήραμε χαμπάρι, αλλά το ευρώ υποτιμήθηκε. Και δεν είναι μόνον αυτό. Η Ευρώπη δημιούργησε και μηχανισμούς στήριξης για τις χώρες που θα βρεθούν σε ανάγκη, σε περιόδους κρίσης. Πρώτα τον EFSF και πρόσφατα τον ESM. Προσφέροντας χαμηλότοκα δάνεια και προφυλάσσοντας τις χώρες-μέλη από τη σκληρότητα των αγορών. Επεξεργάστηκε αργά αλλά σταθερά ένα πιο οργανωμένο σύστημα ελέγχου των τραπεζών, ώστε να μην είναι εύκολη η χρεοκοπία τους. Αλλά ακόμα και σ’ αυτή τη περίπτωση αποφάσισε ότι ποτέ πια οι φορολογούμενοι δε θα επιβαρυνθούν το κόστος μιας τέτοιας χρεοκοπίας, όπως έγινε στην αρχή της κρίσης. Και φυσικά ξεκίνησε το κυνήγι των φορολογικών παραδείσων, αυξάνοντας τα κρατικά έσοδα. Η «ετοιμόρροπη» Ευρώπη αλλάζει, έστω κι αν δέχεται τα πυρά ουκ ολίγων μεταρρυθμιστών. Φυσικά προβλήματα πάντα θα έχει. Αλλά ξέρει να προσαρμόζεται και να αλλάζει. Εμείς πότε θα πάρουμε την απόφαση ν’ αλλάξουμε;
Δυστυχώς δε διαβάζουμε. Από την αρχή της κρίσης του 2008, βρέθηκαν εκατοντάδες πρόθυμοι να εξηγήσουν το φαινόμενο. Έτσι δόθηκε η ευκαιρία σε πολλούς να επαναφέρουν το φάσμα της κατάρρευσης του καπιταλισμού, που ήταν πάντα το όνειρο της αριστερής (με την ευρεία έννοια) διανόησης. Εκδόθηκε ένας μεγάλος αριθμός βιβλίων που φόρτωναν τη κρίση στον καπιταλισμό. Λες και δεν ξέραμε ότι εκεί οφείλονταν η κρίση. Αυτό όμως που σπάνια μελετάμε, είναι πώς αυτό το σύστημα έχει την ικανότητα να προσαρμόζεται και να ανακάμπτει. Αυτό φαίνεται ότι ποτέ δεν απασχόλησε προοδευτικούς διανοούμενους. Έτσι είναι πολλοί οι συγγραφείς που πρόλαβαν να γίνουν προφήτες της μεγάλης κατάρρευσης του ευρώ. Προανήγγειλαν επίσης ότι οι ΗΠΑ δεν θα μπορέσουν να ανακάμψουν κι ότι γενικά ο καπιταλισμός σαν σύστημα έφτασε στο τέλος του. Φυσικά καμιά απ’ τις προβλέψεις τους δεν επαληθεύτηκαν. Μερικοί απ’ αυτούς όμως, όπως ο Κρούγκμαν, ο Στίγκλιτς και ο Γκαλμπρέηθ, έγιναν δημοφιλείς στη χώρα μας και συνέβαλλαν στη γενική σύγχυση που βιώνουμε. Για παράδειγμα, ο Στίγκλιτς στο βιβλίο του «Ο θρίαμβος της απληστίας» (2010), μας εξηγεί με περισπούδαστο ύφος ότι η κρίση οφείλονταν στην απληστία και τον φονταμενταλισμό του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Πίσω μάλιστα απ’ τις γραμμές του βιβλίου, μπορούμε να διακρίνουμε ότι ο νομπελίστας συγγραφέας προσβλέπει στην ηθική αποκατάσταση του καπιταλισμού. Γοητευτικά αφηγήματα, αλλά χωρίς κανένα απολύτως ουσιαστικό νόημα. Αν κανείς διαβάσει προσεκτικά τα βιβλία του Βαρουφάκη, «Ο παγκόσμιος μινώταυρος» (2012) και «Η γένεση της μνημονιακής Ελλάδας» (2014) θα καταλάβει αμέσως ότι η επίδειξη γνώσεων δεν εμποδίζει καθόλου στο να εξαχθούν απολύτως λαθεμένα συμπεράσματα. Η συλλογιστική του είναι αυθαίρετη και είναι ανεπιτυχής η προσπάθεια του να χωρέσει το επιστημονικό του υλικό στις προκατασκευασμένες ιδέες του. Αλλά είναι καλό να διαβάσει κανείς για να κρίνει. Γιατί οι περιστασιακές συμπεριφορές και το life style, πάντα μπερδεύουν. Σοφότερος όμως θα γινόταν κανείς αν διάβαζε το βιβλίο του Σόρος «Η κρίση του παγκόσμιου καπιταλισμού» (1998). Εκείνος όχι μόνο δεν έχει παρωπίδες για το σύστημα που τον έκανε πλούσιο, αλλά ξέρει να αναλύει σε βάθος τις παρεκτροπές του. Και το κυριότερο να προσανατολίζεται σε λύσεις. Αλλά είπαμε οι «καπιταλιστές» είναι χρήσιμοι μόνο για να τους ρίχνουμε στη πυρά. Κι αφού ξεμπερδεύουμε μαζί τους, μπορούμε άνετα μετά να συζητάμε περί ανέμων και υδάτων, απολαμβάνοντας τον καπιταλιστικό μας εσπρέσο.
Μάτια ερμητικά κλειστά. Όσο θα αποφεύγουμε να συζητάμε για τη χώρα, τόσο το λάδι της Καλαμάτας θα συνεχίσει να ταξιδεύει χύμα στην Ιταλία. Και θα πληρώνουμε διόδια για δρόμους που ακόμα δεν έχουν γίνει. Και τα δημόσια έργα θα κοστίζουν πέντε φορές επάνω από το πραγματικό κόστος, γιατί οι νόμοι που έχουμε φτιάξει αυτό επιβάλλουν. Και η μεσαία διαφθορά θα καταδυναστεύει κάθε έντιμο επιχειρηματία και κάθε ταλαιπωρημένο πολίτη. Και δε θα συζητήσουμε ποτέ τη διαφορά της ιδιωτικοποίησης με την εκποίηση. Και θα συνεχίζουμε να φτιάχνουμε δημόσιους οργανισμούς σε τομείς που δεν υπάρχει καμιά δραστηριότητα. Και θα συνεχίσουμε να μπερδεύουμε την νομοθετική με την εκτελεστική εξουσία. Και θα συνεχίσουμε να φορτώνουμε με φόρους και εισφορές κάθε επιχειρηματική πρωτοβουλία. Και θα συνεχίσουμε να αυξάνουμε τη γραφειοκρατία με νέες παράλογες συναρμοδιότητες. Και θα συνεχίσουμε αενάως να συνοδεύουμε το υπουργείο εσωτερικών με το προσωνύμιο «και διοικητικής ανασυγκρότησης». Λες και η ανασυγκρότηση θα μένει ημιτελής εις τους αιώνες των αιώνων. Στην απέραντη αυτή αταξία, από κάπου πρέπει κανείς να ξεκινήσει. Κανείς δε μπορεί να τα αλλάξει όλα μονομιάς. Χρειάζεται μέθοδος και προτεραιότητες. Αυτό θα πρέπει να μας απασχολεί νυχθημερόν για να βγούμε τελικά στο ξέφωτο. Αλλά σιγά. Ας μη φωνάζουμε. Η πατρίδα κοιμάται.
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr
6 Σχόλια
Συνομιλία με τους Φίλους από Κοζάνη
Στο ερώτημα ευρώ ή δραχμή δεν απαντάω σ’ αυτό το κείμενο, γιατί το έχω αναλύσει παλιότερα. Για μένα είναι σαφές ότι η δραχμή είναι μια καταστροφική επιλογή. Αντίθετα με ότι πολλοί πιστεύουν, καμιά σχέση δε θα έχει με τη δραχμή που γνωρίζαμε. Ταυτόχρονα όμως το ευρώ με τα μνημόνια που μέχρι τώρα υπογράψαμε είναι επίσης μια καταστροφική επιλογή. Γιατί μας ζητούν θυσίες χωρίς διέξοδο και χωρίς να οδηγούν σε ένα καλύτερο μέλλον. Στο κείμενο μου “Ο τρίτος δρόμος” αρνούμαι και τις δύο λύσεις που μέχρι τώρα υπάρχουν στο τραπέζι. Δηλαδή ούτε δραχμή, αλλά ούτε και ευρώ με αυτά τα μνημόνια. Ο τρίτος δρόμος συμπυκνώνεται στη φράση : “Και μνημόνιο και ρήξη”. Εννοώντας ένα μνημόνιο – συμφωνία που θα το συναποφασίσουν οι πολιτικές δυνάμεις που υποστηρίζουν το ευρώ. Ένα δικό μας μνημόνιο, άσχετο με το μνημόνιο της δανειακής σύμβασης. Ένα μνημόνιο που θα θεμελιώνει τη ρήξη με το δικό μας παρελθόν. Στο κείμενο της 5ης εβδομάδας, στην τελευταία παράγραφο προτείνω και ποιο μπορεί να είναι το πρώτο θέμα αυτού του εσωτερικού μνημονίου. Γιατί τελικά αυτό που χρειαζόμαστε για να πεισθούμε όλοι, είναι πειστικές, χειροπιαστές και άμεσες λύσεις. Μόνο κάτι τέτοιο μπορεί να μας ενώσει σε ένα δρόμο προς το μέλλον. Και μόνο κάτι τέτοιο μπορεί να αποκαταστήσει το δίκιο.
Συνομιλία με τον Κυρ-Γιάννη
Δυστυχώς ζούμε σε μια εποχή που επικρατεί η σύγχυση. Δεν ξέρουμε από πού ακριβώς πηγάζουν τα δεινά μας. Οι απαντήσεις γύρω μας είναι πρόχειρες και επιπόλαιες. Χωρίς περίσκεψη. Μας είναι δύσκολο να κατανοήσουμε τι ακριβώς πρέπει να διεκδικήσουμε και πώς. Ζούμε σε μια εποχή που απουσιάζουν εκείνοι που θα μπορούσαν να μας εμπνεύσουν για να τους ακολουθήσουμε και να προσπαθήσουμε μαζί τους. Γι’ αυτό κι η πατρίδα κοιμάται. Τίποτα όμως δε κρατάει για πάντα. Και φυσικά δε μπορεί να κρατήσει για πάντα κανενός είδους παρακμή. Η αισιοδοξία θα μπορούσε να αναδυθεί στο μέλλον, κάποια στιγμή, όταν όλα θα αντιστραφούν και θ’ αλλάξουν πορεία. Τι μένει σε μας; Απλώς να εξερευνούμε τα μονοπάτια που οδηγούν σ’ αυτό το μετά. Και να μην ξεχνάμε ότι πάντα το μέλλον ξετυλίγεται μακριά από τα γεγονότα που ορίζουν το παρόν.
Συνομιλία με τον Ευγένιο :
Στο “δυστυχώς δε διαβάζουμε” προσπαθώ να αποδείξω ότι αν διαβάζαμε θα ξέραμε τη σύγχυση του Βαρουφάκη, που εκπορεύεται από τα βιβλία του, αλλά και τη σύγχυση της αμερικάνικης παρέας, που – παρ’ όλα τα Νόμπελ – πάσχουν από ουσιαστική γνώση και διεισδυτικό πνεύμα. Όλοι αυτοί μιλάνε αποκλειστικά για το κούρεμα του ελληνικού χρέους, έχοντας όμως παντελή άγνοια για τις κοινωνικές δομές της Ελλάδας, που αυτές ακριβώς δημιουργούν τα χρέη. Αν διαβάσουμε δηλαδή τα βιβλία των Βαρουφάκη, Κρούγκμαν, Στίγκλιτς και Γκαλμπρέιθ, θα καταλάβουμε εύκολα ότι οι αναλύσεις τους είναι παντελώς άστοχες. Κι ότι τα γραπτά τους είναι γνωστά εδώ και πολύ καιρό.
Στο ερώτημα ΕΥΡΩ ή ΔΡΑΧΜΗ κάνετε αναφορά «τις θυσίες αποδεχόμαστε» με τη διαφορά όμως, ο ένας λέει εμένα δε με αγγίζει, ο έτερος πιο ξύπνιος έχει προνοήσει την ασφαλή τοποθέτηση των οικονομιών του… , ο τρίτος – ο πιο αδικημένος – άνεργος χρόνια, πιστεύει ότι χειρότερο από αυτό που ζει δεν θα του συμβεί. Κι όμως συνυπάρχουμε στην ίδια πατρίδα. Το φιλότιμό μας;
Εάν το δίκιο δεν επικρατήσει, δύσκολα ο τόπος θα πάει μπροστά.
Είμαι συνταξιούχος. Διαβάζω τα άρθρα σας. Μιλούν για αλήθειες της καθημερινότητας. Το σημερινό κλείσιμο του άρθρου σας, «… Στην απέραντη αυτή αταξία, από κάπου πρέπει κανείς να ξεκινήσει. Αλλά σιγά. Ας μη φωνάζουμε. Η πατρίδα κοιμάται.» με άγγιξε πολύ. Γράφτηκε για μας τους ανθρώπους της ώριμης ηλικίας. Ζήσαμε στη μεγαλύτερη ζέστη του καλοκαιριού στα ΑΤΜ των τραπεζών…, σιωπηλοί, υπάκουοι… Η πατρίδα κοιμάται.
Στον υπότιτλό σας «Δυστυχώς δε διαβάζουμε» σημειώνετε στην ψύχραιμη ανάλυσή σας ότι ο θεωρητικός λόγος δύσκολα γίνεται αντιληπτός από τον υλοποιήσιμο τεκμηριωμένο λόγο. Δυστυχώς γίναμε σπίτι ορθάνοικτο χωρίς πόρτες και παράθυρα. Ευτυχώς, μείναμε με τα κεραμίδια.