Ο μύθος είναι γνωστός. Πεθαίνοντας από το χέρι του Ηρακλή ο Κένταυρος Νέσσος χάρισε στη Δηιάνειρα ένα ερωτικό φίλτρο συμβουλεύοντάς την, αν ο Ηρακλής έπαυε ποτέ να την αγαπά, να του χαρίσει ένα χιτώνα εμποτισμένο με αυτό. Το φίλτρο ήταν δηλητήριο κι ο χιτώνας θα γινόταν κάποτε το φονικό όργανο που θα σκότωνε τον μέγιστο των ηρώων με φρικτούς πόνους.
Το 1990, λίγο πριν εκπνεύσει η Σοβιετική Ένωση, η σοβιετική ηγεσία προσέφερε στη Δύση ένα εξίσου δηλητηριασμένο δώρο: συναινούσε στην ενοποίηση της Γερμανίας, παρά την αγωνιώδη προσπάθεια του Φρανσουά Μιτεράν να αποτρέψει την εξέλιξη αυτή. Με αριστοτεχνικό τρόπο από τότε το Βερολίνο, βήμα- βήμα, άρχισε να βγαίνει από την σκόπιμη απομόνωση δεκαετιών επιστρέφοντας στο παγκόσμιο γεωπολιτικό παιχνίδι, αρχικά με τον διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας και στη συνέχεια με την ανάληψη ηγετικού ρόλου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν πέρασαν παρά δύο δεκαετίες και η νέα εποχή του γερμανικού ηγεμονισμού, η τρίτη σε έναν αιώνα, αποδεικνύεται πλέον σοβαρότερη των δύο προηγούμενων για την ελευθερία των ευρωπαϊκών λαών παρότι αυτή τη φορά δεν εκτυλίσσεται με στρατιωτικούς αλλά με οικονομικούς όρους. Αν ο πρωσικός βιλχελμίνειος ιμπεριαλισμός ήταν η ιδεολογία της πρώτης απόπειρας ευρωπαϊκής κυριαρχίας (υπό τον Κάιζερ Γουλιέλμο) και αν ο χιτλερικός εθνικοσοσιαλισμός ήταν η ιδεολογία της δεύτερης, ο οικονομικός προτεσταντισμός μοιάζει να είναι το ιδεολογικό εργαλείο που επέλεξε τώρα το Βερολίνο στην προσπάθειά του να υλοποιήσει την προφητεία του Χέγκελ για μια Γερμανία που θα αποτελεί φορέα της ευρωπαϊκής και στη συνέχεια της παγκόσμιας ολοκλήρωσης.
Είναι σαφές πλέον ότι το Βερολίνο στις αρχές του 21ου αιώνα θεώρησε ότι βρήκε στον οικονομικό προτεσταντισμό (ιδεολογία αγγλοσαξωνικής εμπνεύσεως) το όπλο εκείνο που θα του επιτρέψει να υποτάξει τα ευρωπαϊκά έθνη μέσω της ασφυκτικής επιβολής ενός πλαισίου δημοσιονομικής αρχικά και στη συνέχεια πολιτικής επικυριαρχίας. Οι συγκινητικοί λόγοι για μια ενωμένη Ευρώπη φυσικά δεν σταμάτησαν χωρίς καν να θέτουν ευθέως ζήτημα παραίτησης από την εθνική κυριαρχία αλλά προπαγανδίζοντας την υπεξαίρεση αυτής μέσω της ιδέας ενός «πυρήνα της Ευρώπης». Η διάλυση του κράτους πρόνοιας σε όλη την Ευρώπη, η ομηρεία της Γαλλίας (για να ακολουθεί την πολιτική του Βερολίνου και έτσι να μην φαίνεται ότι έχει κλονιστεί και το τελευταίο μεταπολεμικό ταμπού της Ευρώπης, ο γαλλογερμανικός άξονας) και η αποτυχία του δόγματος ισορροπίας δυνάμεων, έχουν κάνει τη Γερμανία επικυρίαρχη και πάλι στην Ευρώπη. Το μερίδιο του γερμανικού ΑΕΠ στο συνολικό ευρωπαϊκό, ο όγκος των εμπορικών συναλλαγών, ο πίνακας με τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές βιομηχανίες, η κατάσταση του τραπεζικού συστήματος, αποκαλύπτουν την εικόνα μιας αγοράς που μας επιτρέπει να πούμε ότι το ευρώ ουσιαστικά είναι πλέον ένα μεταμφιεσμένο μάρκο.
Επίδειξη δύναμης, αυταρχισμός, πολιτική στενομυαλιά: τα φαινόμενα της Γερμανίας του Κάιζερ είναι και πάλι σημερινά γερμανικά φαινόμενα. Μη έχοντας δυνατότητα πολιτικής ή στρατιωτικής επιβολής, το Βερολίνο της Μέρκελ χρησιμοποιεί πλέον την οικονομία ως στρατηγική γερμανοποίησης της Ευρώπης. Το πάθος για νέες αποικίες, για νέες θέσεις εργασίας, για νέες πηγές πρώτων υλών, για νέες αγορές, τα πάθη που οδήγησαν τη Γερμανία να αιματοκυλίσει την Ευρώπη πριν εκατό χρόνια (μια επέτειος που διόλου τυχαία προκάλεσε πέρυσι πλήθος αναλύσεων οι οποίες εξίσωναν την ευθύνη της δημοκρατικής Αντάντ με τον πρωσικό και αυστριακό απολυταρχισμό για την τραγωδία του πρώτου παγκόσμιου πολέμου), είναι και πάλι παρόντα. Είναι προφανές: μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, στην γεωπολιτική αντιπαράθεση του μέλλοντος, η Γερμανία φιλοδοξεί να προβάλει ως η τρίτη δύναμη. Κάτι τέτοιο όμως προϋποθέτει την επιβολή της ηγεμονίας της στην Ευρώπη. Αν η ίδρυση του δεύτερου Ράιχ το 1871 έφερε τον πόλεμο το 1914, η επανένωση του 1990 τι θα φέρει τα επόμενα χρόνια;
Το ερώτημα μένει προς το παρόν εκκρεμές. Όπως εκκρεμεί και η θέση της Ελλάδας που έκανε κυρίως για εθνικούς (γεωπολιτικούς αλλά και πολιτισμικούς) λόγους την ευρωπαϊκή επιλογή και δεν μπορεί να μένει θεατής στη γερμανοποίηση της Ευρώπης, δεν μπορεί να σύρεται από τον νέο γερμανικό ιμπεριαλισμό. Η στρατηγική θέση της ήταν και θα είναι πάντα στο πλευρό των δυνάμεων της θάλασσας και όχι στο πλευρό του ηπειρωτικού ολοκληρωτισμού. Κι αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε στις δύσκολες μέρες που έρχονται.
* Ο Κώστας Χατζηαντωνίου είναι συγγραφέας