Μανώλης Δημελλάς
Η πόρτα έκλεισε απότομα, πόσο κρίμα, για μια ανάσα δεν πρόλαβε να ξεφύγει. Κάθισε ήρεμα κάτω, τους περίμενε και εκείνοι δίχως πολλές κουβέντες, συνεπέστατοι στις αξίες και τις αρχές τους, άρπαξαν κάτι χοντρά σίδερα και πάνω που θα ξεκινούσαν τα χτυπήματα κάποιος πρόσεξε το έκτο δάχτυλο και θυμήθηκε την προφητεία.
Το σωστό και το δίκαιο ήταν να τον ξεκάνουν, είχε παρανομήσει και θα πλήρωνε το τίμημα, εδώ βλέπεις δεν υπάρχουν συγνώμες, αφού όπου μπαίνει το συμφέρον όλοι κλείνουν τα μάτια και σφραγίζουν τα αυτιά. Και πάντοτε πρέπει, επιβάλλεται να έχουν δίκιο.
Ο Τζακ δεν ήταν και πολύ μεγάλος, ήταν όμως κακογερασμένος, ήταν και εκείνα τα μούτρα του, βλέπεις δεν βοηθούσαν για να τον πεις νεαρό, μα στα σίγουρα δεν θα του μιλούσες στον πληθυντικό.
Γεροδεμένος, με ένα τριγωνικό κορμό, άσε εκείνα τα ψηλά κανιά του, μα ήταν γεννημένος για αθλητής και μάλλον αυτό τον είχε σώσει μέχρι σήμερα.
Ήταν καλός, μα είχε μπλέξει με αλητοπαρέες και έμαθε να τη βγάζει στο πεζοδρόμιο, δίχως να λογαριάζει κανονισμούς και ξενικές περιουσίες.
Ξεχώριζε από τα διπλανά ρεμάλια, είχε εκείνο το παράξενο έκτο δάχτυλο και όσοι έβλεπαν τα πόδια του έκαναν το σταυρό τους και κοιτούσαν ψηλά.
Μπας και είναι αυτός που περιμένουμε; Ρε λες να γεννήθηκε ο σωτήρας;
Έφταιγε βλέπεις εκείνος ο θεόπαλιος μύθος, ο θρύλος, που μιλούσε για έναν εξαδάχτυλο που θα τριγυρνούσε ξυπόλητος και φτωχός στους δρόμους.
Αυτός, λέει, θα σήκωνε στη πλάτη του ολάκερη την κοινωνία. Θα την έβγαζε μέσα από το βούρκο!
Η περιγραφή, που κελαηδούσαν κάτι ξεχασμένα γεροντάκια στα καφενεία, ταίριαζε γάντι με αυτόν τον εξαδάχτυλο και κάποιοι είναι αλήθεια πως στην αρχή μάσησαν. Ξεκίνησαν τα πήγαινε-έλα, κουβαλούσαν κάθε λογής νόστιμα γλυκά και αλμυρά, όλα περιποιημένα, μέσα σε ταπεράκια, όμως εκείνος, μαθημένος από τα υπόλοιπα αλάνια του δρόμου, δεν έδινε καμία σημασία.
Είναι αλήθεια πως και το βλέμμα του, είχε κάτι απόκοσμο, όμως περνούσε ο καιρός και ο εξαδάχτυλος Τζακ δεν έσωζε την κοινωνία από τα δεινά της, δεν ελευθέρωνε το κακό, που είχε κάμει τη φωλιά του και γεννοβολούσε μέσα στις ψυχές των ζωντανών.
Κρίμα δεν ήταν αυτός ο σωτήρας, ξέφτισε κι αυτό το παραμύθι, έτσι όπου τον έβρισκαν κάποιοι ήθελαν να βγάλουν όλο τους το άχτι πάνω στο κορμί του.
Έτσι πίστεψαν, γιατί η αλήθεια ίσως να ήταν διαφορετική!
Ο Τζακ φαινόταν να μετρά κάθε λεπτομέρεια, σα να γνώριζε και τα κρατούσε όλα μέσα στη ψυχή του.
Λες μπας και είχε αποστολή, μόνο που δεν είχε έρθει η ώρα της;
Ίσως να μην έφτανε ποτέ η κατάλληλη στιγμή, αφού κάθε φορά που ίσως προσπαθούσε να περάσει ένα μήνυμα, θα έπεφτε πάνω σε κλειστά αυτιά, θα συναντούσε κλειστά μάτια. Και εκείνος έκανε βήματα προς τα πίσω και βολευόταν όλο και πιο πολύ με τα λιγότερα, μέχρι που έμαθε να ζει με το τίποτα, μόνο με αέρα και νερό και ότι κι αν μπορούσε ψευτοκλέψει, να αρπάξει από τίποτε σκουπίδια. Αν δηλαδή προλάβαινε, γιατί στο μεταξύ τα σκουπίδια είχαν γίνει πολύτιμα, εκεί μέσα ήταν η ελπίδα και δεν ήταν ντροπή να τα σκαλίζει με τα χέρια και να γλείφεις τα δάχτυλα σου!
Όλοι είχαν ξεχάσει τον εξαδάχτυλο και έψαχναν τώρα για το θησαυρό μέσα στα σκουπίδια και να που κάποιος πρόσεξε το έκτο δάχτυλο και την περίεργη ουρά του Τζακ και θυμήθηκε τον μύθο.
Καλά το έκτο δάχτυλο ήταν γνωστό, μα να ξαναβγεί ουρά! Ήταν μικρό κουλούκι και μάλλον από ζήλεια του την είχαν κόψει!
Άνοιξαν τη πόρτα και άφησαν το σκυλί να φύγει, φοβήθηκαν μήπως και γυρίσει πάνω τους καμιά κατάρα και έρθουν ακόμη χειρότερες μέρες.
Ευτυχώς που οι άνθρωποι πιστεύουν σε ένα σωρό τέτοιες προφητείες και έτσι ο τετράποδος Τζακ καταφέρνει και τη βγάζει μέχρι σήμερα.
Αυτό το έκτο δάχτυλο, ρε μπας και έκρυβε κάποιο μυστικό…