Φουριόζος πρωί – πρωί , γιατί έτσι σου επιτάσσουν οι ρυθμοί της εποχής , μπαίνεις στο αυτοκίνητο για να πας στη δουλειά σου.
Τότε είναι που περνούν από τη σκέψη σου κάτι γρήγορες φευγαλέες στιγμές που είναι αδύνατον να τις συγκρατήσει ο νους σου, να τις καταγράψει η οθόνη του μυαλού σου.
Έξι και τριάντα το πρωί μπρος σ’ ένα κόκκινο φανάρι πατάς απότομα το φρένο γιατί οι σκέψεις σκόρπιες που είναι δεν σου δίνουν περιθώριο για να έχεις την προσοχή σου τεταμένη.
Ένα πρωινό του Γενάρη λοιπόν με ψιλή βροχή, κίτρινη από τη Σαχάρα φερμένη και ανακατωμένη με μια ομίχλη που δεν σου επιτρέπει να διακρίνεις τι ακριβώς δίπλα σου γίνεται.
Μπορείς αυτές τις στιγμές που έρχονται τόσο απότομα και σε βρίσκουν στο δόξα πατρί να τις πεις και ποίηση. Όλα γύρω σου καταπλακωμένα από την καταχνιά. Το μόνο που μπορείς να διακρίνεις είναι μια θαμπή φιγούρα, όπου περνώντας ξυστά από το αυτοκίνητο με ένα μπαστούνι , το γαμπριάτικο κοστούμι ,αλλά κυρίως κρατώντας στο χέρι ένα άσπρο τριαντάφυλλο, δεν υπάρχει περίπτωση να σε αφήσει αδιάφορο όσες σκοτούρες κι αν έχεις.
Βέβαια , όλα τα άλλα είναι ασφαλώς θέμα ποίησης . Το άσπρο τριαντάφυλλο όμως στο χέρι που το προορίζει για την καλή του που κοιμάται χρόνια τώρα στο νεκροταφείο , μισό τσιγάρο δρόμος από το φανάρι έως εκεί, σου λυγίζουν τα γόνατα.
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr