Πόρτα στην Ιστορία

Ίντιρα Γκάντι (1917-1984): Κι εσύ τέκνον, Μπέντ;, της Δήμητρας Παπαναστασοπούλου

Spread the love

 

 

 

 

 

 

 

 

  Δήμητρα Παπαναστασοπούλου 

 

 

 

 

Indira_Gandhi.jpg

 

 

Πρόκειται για μια ισχυρή προσωπικότητα που διετέλεσε Πρωθυπουργός της Ινδίας από το 1966 ως το 1977, κερδίζοντας τρεις συνεχείς εκλογές, ενώ δεν κατάφερε να τελειώσει την τέταρτη, κλείνοντας τα μάτια σε τούτον τον κόσμο το 1984 ως πρωθυπουργός. Η μόνη και αναμφισβήτητη γυναίκα πρωθυπουργός της τεράστιας Ινδίας, της οποίας το άστρο λάμπει δίπλα σ’ εκείνο που φωτίζει την Μαρία Κιουρί και την Μητέρα Τερέζα.

 

Ο πατέρας της, ο Τζαβαχαρλάλ Νεχρού, υπήρξε ο πρώτος πρωθυπουργός της αυτόνομης Ινδίας, έχοντας συμμετάσχει προηγουμένως καθοριστικά στο Κίνημα Ανεξαρτησίας της Ινδίας(Κ.Α.Ι.). Το περιβάλον που μεγάλωσε η Ίντιρα ήταν άκρως πολιτικοποιημένο, αλλά πολλές φορές δυσάρεστο και σκληρό. Η Ίντιρα ήταν μόλις 4 ετών όταν ο πατέρας της φυλακίστηκε και οι αστυφύλακες μπαινόβγαιναν στο σπίτι, αρπάζοντας ό,τι ήθελαν. Ήταν ο τρόπος που διάλεξε η τότε κυβέρνηση για να εξοφληθούν τα χρέη που επέβαλαν στον φυλακισμένο πολιτικό. Συγχρόνως, η μητέρα της ήταν άρρωστη και το μικρό κορίτσι ήταν το μόνο που μπορούσε να την φροντίσει. Την έχασε από φυματίωση πολύ γρήγορα.
Τέτοιες εικόνες μένουν χαραγμένες στη μνήμη και στην καρδιά. Και ίσως, οι κατοπινές απόψεις της για το αστυνομικό σώμα να έχουν τη βάση τους εκεί, όπως και η μοναχική και υπερ το δέον προστατευτική προσωπικότητα που απέκτησε μεγαλώνοντας.

 

Έτσι, στα φοιτητικά της χρόνια στην Αγγλία βρίσκεται ανακατεμένη στο Κόμμα του Κογκρέσου και διαδηλώνει κατά του φασισμού στην Ισπανία. Σ’ αυτές τις συγκεντρώσεις γνωρίζει και ερωτεύεται τον γοητευτικό Φερόζ Γκάντι. Επιστρέφει το 1941 από την Οξφόρδη, προσχωρεί στο Κ.Α.Ι. της Ινδίας και παντρεύεται τον Φερόζ το 1942, αγνοώντας τις φωνές και τις αντιρρήσεις του πατέρα της.

 

Αποκτά τον Ρατζίβ και τον Σαντζάϊ, αλλά η ευτυχία θα κρατήσει ελάχιστα∙ ο Φερόζ την εγκαταλείπει για μια νεαρή μουσουλμάνα και η Ίντιρα γυρίζει στο πατρικό της για να αφοσιωθεί στο μεγάλωμα των παιδιών της.

 

Αρκετά αργότερα, ο Φερόζ θα πάθει ένα έμφραγμα, η Ίντιρα θα τον φροντίσει και θα συνεχίσουν να ζουν ως οικογένεια μέχρι το 1960 που ένα δεύτερο έμφραγμα θα αποδειχθεί θανατηφόρο.

 

Ωστόσο, εκείνη τη δεκαετία του 1950, η Ίντιρα αρχίζει να ασχολείται με την πολιτική, κατέχοντας ανεπίσημα τη θέση της ιδιαιτέρας γραμματέως του πρωθυπουργού-πατέρα της, ενώ το 1955 εκλέγεται πρόεδρος του Κόμματός του. Μετά τον θάνατό του το 1964, διορίζεται μέλος του ανώτερου νομοθετικού συμβουλίου της Ινδικής Βουλής και Υπουργός Τύπου και Πληροφοριών στην κυβέρνηση του Λαλ Μπαλαντούρ.

 

Ζώντας μέσα σε μια απόλυτα πατριαρχική κοινωνία, όπου η θέση της γυναίκας ήταν στο σπίτι, κατάφερε να ξεχωρίσει, τόσο λόγω των πολιτικών ικανοτήτων όσο και για τον δυναμισμό της.
Λίγο μετά την ινδοπακιστανική διακήρυξη και τον θάνατο από καρδιακή προσβολή του Μπαλαντούρ, τον Ιανουάριο του 1966, η Ίντιρα ανέβηκε με άνεση στον πρωθυπουργικό θώκο.

 

“Θέτω τον εαυτό μου στην υπηρεσία του κόμματος και του έθνους. Τα προβλήματα είναι τεράστια, η μεγάλη αυτή χώρα κρύβει, όμως, ανεξάντλητες δυνάμεις. Έχω εμπιστοσύνη στον ινδικό λαό, που έμεινε ενωμένος παρά τις αλλεπάλληλες κρίσεις”.

 

Αυτά ήταν τα λόγια της αμέσως μετά την ορκωμοσία της. Ως «κεντρώα» είχε χρέος να «κλείσει» τις διαφορές ανάμεσα στην δεξιά και την αριστερή πτέρυγα του Κογκρέσου, μέσα δτη δίνη μιας οξείας κρίσης στα πράγματα της Ινδίας (η ξηρασία της προηγούμενης χρονιάς άφησε τα εκατομμύρια των Ινδών χωρίς σιτάρι, προκαλώντας λιμό).

 

Πρώτη της κίνηση μια περιοδεία στον κόσμο των δυνατών και συναντήσεις με τους ισχυρούς ηγέτες του, στην προσπάθειά της να συνεχίσει το παιγνίδι ισορροπιών του πατέρα της, αποσπώντας την υπόσχεση του Αμερικανού Προέδρου για αύξηση των εξαγωγών αμερικανικών σιτηρών στην Ινδία και προβαίνοντας σε κοινή διακήρυξη με τη Μόσχα για διεθνή αφοπλισμό και εναντίον της αποικιοκρατίας.

 

Σύντομα διαπίστωσε ότι, χρησιμοποιώντας τον λαϊκισμό μπορούσε να κερδίζει τις εκλογές. Πολλοί μιλούν τώρα για ακόρεστο πάθος για την εξουσία και λατρεία με την πρωθυπουργική καρέκλα. Άλλοι, επίσης πολλοί, βλέπουν μια δυναμική γυναίκα, μια ικανή ηγέτιδα που θαυμάζουν και περιμένουν να βιώσουν μια καλύτερη ζωή μακριά από τη φτώχεια και την εξαθλίωση, επειδή πιστεύουν στο σύνθημα της Γκάντι: κατάργηση της φτώχειας.

Η οικονομική της πολιτική στράφηκε στ’ αριστερά και κατάφερε μια αποφασιστική νίκη στον πόλεμο με το Πακιστάν το 1971. Ο τρόπος που διέταξε τις συλλήψεις και τις φυλακίσεις των πολιτικών της αντιπάλων της έδωσε τον τίτλο της Σιδηράς Κυρίας.

Μπροστά της ανοίγεται μια δύσκολη περίοδο αστάθειας, τόσο μεγάλη που υποχρεώνεται να κηρύξει τη χώρα σε κατάσταση επείγουσας ανάγκης το 1975.

Το παιγνίδι χάνεται κάτω από τα πόδια της και στην προσπάθειά της να αμυνθεί στις κατηγορίες για εκλογική απάτη, κάνει υπερβάσεις εξουσίας, τις οποίες πληρώνει παίρνοντας θέση στα έδρανα της αντιπολίτευσης για τρία ολόκληρα χρόνια.

 

Το 1980 ανέλαβε και πάλι τα ηνία, με τον κόσμο να τη συγχωρεί και να της δίνει άλλη μία ευκαιρία. Η Ίντιρα προορίζει τον μικρότερο γιο της, τον Σαντζάϊ για διάδοχο. Ο ξαφνικός του θάνατος σε αεροπορικό δυστύχημα, όμως, όχι μόνο ματαιώνει τα σχέδιά της, αλλά την συντρίβει ολοκληρωτικά. Ο νόμος της ζωής ανατρέπεται. Η μητέρα χάνει το παιδί της και δεν το ξεπερνά ποτέ.

Ωστόσο, στρέφει το βλέμμα της στον Ρατζίβ για να λάβει άλλη μια απογοήτευση: εκείνος προτιμά τις επιχειρήσεις και όχι την πολιτική.

Είναι η εποχή που η κλιμακούμενη διαμάχη και τα θερμά επεισόδια ανάμεσα στους ινδουιστές και τους σίχ απειλούν σοβαρά την χώρα και η κυβέρνηση προσπαθεί να αντιμετωπίσει την κατάσταση.

 

Το 1984, ως αντίποινα σε βιαιοπραγίες των εξτρεμιστών σιχ, η Ίντιρα Γκάντι διέταξε τη στρατιωτική ανακατάληψη του ιερού χώρου, τον οποίο κατείχαν, ορμώμενη από τον φόβο της βοήθειας του μουσουλαμνικού Πακιστάν στους ομοδοξους τους (σιχ).

 

Η επέμβαση του στρατού προκάλεσε τον θάνατο σε 83 στρατιώτες και σε 493 καταληψίες και οι σιχ ζητούσαν εκδίκηση.

 

Ήταν το πρωί (09:10) της 31ης Οκτωβρίου 1984 όταν η Ίντιρα Γκάντι βγήκε από την πρωθυπουργική της κατοικία και κατευθύνθηκε στο κτίριο των γραφείων,που βρισκόταν πολύ κοντά, μέσα στην ίδια μεγάλη αυλή. Πήγαινε να συναντήσει τον γνωστό Άγγλο ηθοποιό Πήτερ Ουστίνωφ, ο οποίος έκανε ένα ντοκυμαντέρ για την Ιρλανδική τηλεόραση, ευχαριστημένη με το όλο θέμα που είχε αρχίσει δύο μέρες νωρίτερα. Λίγα μέτρα πίσω της ακολουθούσαν πέντε άνδρες της προσωπικής της ασφάλειας.

 

Φθάνοντας κοντά σε μια μικρή πύλη που την φρουρούσαν δύο σιχ, σταμάτησε, σταύρωσε τα χέρια της μπροστά από το πρόσωπό της και τους χαιρέτησε:

«Νά’μαστε», που σημαίνει «σας χαιρετώ».

 

Οι δύο σιχ άνοιξαν πυρά εναντίον της. Πρώτος ο Μπέντ Σινγκ την πυροβόλησε στην κοιλιακή χώρα τρεις φορές και η πρωθυπουργός έπεσε στο έδαφος. Ο δεύτερος, ο Σάτγουαντ Σινγκ συνέχισε και της έριξε τριάντα σφαίρες με το αυτόματο που κρατούσε. Τουλάχιστον επτά σφαίρες βρήκαν την κοιλιά, τρεις το στέρνο και μία την καρδιά της.

Η πρωθυπουργός της Ινδίας ήταν νεκρή, πριν τελειώσει τη θητεία της και πριν κερδίσει τις επόμενες εκλογές του Ιανουαρίου 1985.

Οι άνδρες της ασφάλειας ήδη έτρεχαν να πιάσουν τους δύο σιχ. Εκείνοι έριξαν τα όπλα και προσπάθησαν να ξεφύγουν. Έξι λεπτά αργότερα, ο Μπέντ άφηνε την τελευταία του πνοή, ενώ ο Σάτγουαντ πληγώθηκε σοβαρά. Αργότερα, αποκάλυψε στον γιατρό που περιποιήθηκε τα τραύματά του ότι ήταν μέλος μιας στρατιωτικής ομάδας υψηλόβαθμων που, εκτός από την δολοφονία της Ίντιρα, ετοίμαζαν και την δολοφονία του γιού της Ρατζίβ. Ο Σάτγνουαντ Σινγκ απαγχονίστηκε το 1989 και ο Ρατζίβ δολοφονήθηκε το 1991.

 

Ο Μπέντ Σίνγκ ήταν ένας από τους πιο αγαπημένους σωματοφύλακές της, όντας στην υπηρεσία της επί δέκα χρόνια. Ο Σάτγουαντ είχε προσληφθεί μόλις πριν πέντε μήνες, δηλαδή, αμέσως μετά το αιματηρό επεισόδιο στον ναό των σιχ…

Ήταν μόλις δύο μήνες νωρίτερα, όταν η πρωθυπουργός ρωτήθηκε αν νιώθει ασφαλής τη στιγμή που την προστάτευαν δύο σιχ. Εκείνη, κοιτώντας τον αγαπητό της Μπέντ απάντησε: «όταν έχω τέτοιους σιχ δίπλα μου, δεν φοβάμαι τίποτε». Και όταν ο αρχηγός της ασφάλειας του κράτους της ζήτησε να τους απομακρύνει, εκείνη αρνήθηκε ξανά.

 

Ο θάνατός της προκάλεσε κι άλλες ταραχές. Είκοσι χιλιάδες σιχ βρήκαν τον θάνατο από τους εξαγριωμένους ινδουιστές, μια Πύρρεια νίκη, γεμάτη εκδίκηση και αίμα.

 

«Αν πεθάνω σήμερα, κάθε σταγόνα από το αίμα μου θα δυναμώσει το έθνος», είπε κάποτε η Ίντιρα Γκάντι, η γυναίκα που απέκτησε φανατικούς φίλους και εχθρούς, η γυναίκα που την λάτρεψαν και την μίσησαν με το ίδιο πάθος, την κατηγόρησαν και την δόξασαν, χαρίζοντάς της μια περίοπτη θέση στο Πάνθεον της πολιτικής.

 

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.  

The article expresses the views of the author 

iPorta.gr

SHARE
RELATED POSTS
Ρόμπερτ Φάλκον Σκοτ, ο μεγάλος εξερευνητής (μέρος α’), της Δήμητρας Παπαναστασοπούλου
Η συστηματική εξόντωση των Ποντίων, του Φώτη Χατζηδιάκου [Δήμαρχος Ρόδου]
Οι Αρβανίτες του Αλή Πασά, της Δήμητρας Παπαναστασοπούλου

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.