To χρήμα από το εξωτερικό ήταν πάντα ευπώλητο προϊόν στον τόπο αυτό. Άραβες, Ρώσοι, Εβραίοι, Κινέζοι και Αμερικάνοι, ανέκαθεν
αποτελούσαν απαραίτητο συμπλήρωμα της μεγάλης ”επαγγελματικής” ομάδας που καλείται ”Σύμβουλοι”.
Εκατοντάδες Έλληνες, χωρίς ιδιαίτερη τεχνογνωσία, έχουν αποικήσει στον πλανήτη του internet ως υπερ-δικτυωμένοι (over-connected)
dealers σε συγχωνεύσεις, εξαγορές, χρηματοδοτήσεις, αγοραπωλησίες επιχειρήσεων. Ελάχιστοι είναι αυτοί που τελικά συντονίζουν επιτυχώς
προσφορά και ζήτηση χρήματος.
Οι περισσότεροι εξαπατούν τους εαυτούς τους και έχουν γεμίσει τους υπολογιστές τους με Σύμφωνα Εμπιστευτικότητας, Ιδιωτικά
Συμφωνητικά Διαμεσολάβησης ενώ πολλοί μάλιστα έχουν και αντίγραφα ”Εγγυητικών” ή/και έγγραφες προεγκρίσεις χρηματοδοτήσεων. Η
αλήθεια είναι ότι στις περισσότερες περιπτώσεις κάποιοι ξένοι αετονύχηδες μεσάζοντες σε Ελβετία, Αγγλία, ΗΠΑ ή αλλού, ”στήνουν” το
όνειρο και έτσι την παθαίνουν και οι Έλληνες σύμβουλοι, σοβαροί και μη.
Μαζί τους όμως την παθαίνουν και πολλοί επιχειρηματίες που προπληρώνουν έξοδα και αμοιβές ή και εκείνοι που πάνω στην απόγνωση
τους χρηματοδοτούν τις φρούδες ελπίδες τους για να βρουν ζεστό χρήμα. Αλλά να πούμε και το εξής: σε πολλές περιπτώσεις με projects,
κάποιοι χρεωμένοι επιχειρηματίες το παίζουν δήθεν έμπειροι σε deals, και θέλουν να δουν πρώτα τα κεφάλαια και μετά να… ξοδέψουν για
συμβουλευτικές υπηρεσίες. Οπότε ακόμη και αν υπάρχει πραγματικό ενδιαφέρον θεσμικού ή στρατηγικού εταίρου, δεν τον βλέπουν ποτέ.
Η νέα μόδα που έχει ”προσγειωθεί” στην χρεωμένη χώρα μας καλείται Distress Funds. Όχι αυτά που αγοράζουν τα υποτιμημένα ομόλογα ή
τις απαξιωμένες μετοχές εισηγμένων( τα Vulture Funds, όπως αποκαλούνται) αλλά αυτά που ”αγοράζουν’ με διάφορες μεθόδους
‘χρεωμένες’ ευκαιρίες, δηλαδή επιχειρήσεις ή ακίνητα σε δυσμένεια, ώστε να τις ορθοποδήσουν και να τις δώσουν ξανά κερδοφορία και
υπεραξία. Η παρα-φιλολογία είναι μεγάλη, σε στήλες εφημερίδων και σε σαλόνια ξενοδοχείων, αλλά ας δούμε προσεκτικά τί συμβαίνει στην
πραγματικότητα.
Οι περισσότερες επιχειρήσεις στην χώρα έχουν υπέρμετρα αυξημένο βραχυπρόθεσμο δανεισμό, μη εξυπηρετούμενο, και λόγω χαμηλών
τζίρων και ζημιών, έχουν μακροχρόνιο δανεισμό που δεν επιτρέπει ”διακανονισμούς” στις τράπεζες, ακόμη και αν εμφανιστεί στρατηγικός
εταίρος με ρευστότητα, όπως πχ ένα distress fund.
Πώς όμως ”σχεδιάζουν ” αυτά τα funds την πιθανή συμμετοχή τους σε μια εταιρεία; Κατ’ αρχήν τους ενδιαφέρουν μόνο οι ισχυρές
ολιγοπωλιακά εταιρείες και κυρίως οι εξαγωγικές με ισχυρά accounts πελατών σε συγκεκριμένες χώρες του εξωτερικού με αυξημένη
αγοραστική δύναμη (άλλωστε οι Έλληνες καταναλωτές δεν έχουν να ψωνίσουν τα… βασικά, οι περισσότεροι).
Ουσιαστικά τα funds αυτά προσφέρουν ελάχιστα κεφάλαια στον μεγαλομέτοχο( υπερχρεωμένος σε τράπεζες και αγορά εν τω μεταξύ) που
αντιστοιχούν σε αγορά ενός γενναιόδωρου ποσοστού ιδίων μετοχών, με αποτίμηση φυσικά ιδιαίτερα χαμηλή, λόγω της χαμηλής καθαρής
θέσης της εταιρείας. Πουλώντας προοπτική ”ανάκαμψης” και παραμονή του επιχειρηματία και της διοίκησης στο management, συνήθως
δελεάζουν αρκετούς εγκλωβισμένους σε χρέη και επιταγές.
Στην συνέχεια όμως, ενώ η τακτική των περισσότερων distress funds είθισται να είναι ένας ‘καλός’ διατραπεζικός διακανονισμός, στις
περισσότερες περιπτώσεις, όπως μαθαίνω και υποψιάζομαι ότι ισχύει αυτή την περίοδο, εμφανίζουν στις πιστώτριες τράπεζες σχέδια
‘τιτλοποίησης’ των υποχρεώσεων της επιχείρησης που τους ενδιαφέρει. Συνήθως αυτό συμβαίνει για μεγάλες επιχειρήσεις και μεγάλα
δάνεια, διασκορπισμένα σε πολλές τράπεζες. Εννοείται ότι ‘τιτλοποίηση’ σημαίνει άμεση ρευστότητα στις τράπεζες που συνήθως δεν
αντιστοιχεί σε μεγάλο ποσοστό του συνολικού ύψους των δανείων που η τράπεζα χαρακτηρίζει επισφαλές (μπορεί πχ, μια τράπεζα να
πληρωθεί από οίκο τιτλοποίησης μόλις και μετά βίας το 20% της μέλλουσας αξίας ενός χαρτοφυλακίου δανείων, που ούτως ή άλλως τα
θεωρούσε πολύ επισφαλή για να εισπραχθούν στο ακέραιο).
Στον δε επιχειρηματία, η πολιτική του fund είναι σε αυτή την περίπτωση ”take it or leave it”: ”Θα σε απαγκιστρώσω από την θηλιά του
χρέους, θα σε ”παντρευτώ” για κάποια χρόνια και θα σε αφήσω με διαζύγιο μελλοντικά, με… κάποια προίκα, αλλά σίγουρα με ελάχιστα
χρέη”. Ταυτόχρονα εφαρμόζουν έναν εναλλακτικό στρατηγικό σχεδιασμό προσέγγισης των τραπεζών (αν δεν δουλέψει το εργαλείο της
τιτλοποίησης) ώστε σαν επενδυτές, μέσα στις προβλέψεις τους για την πενταετία πχ, θα συνδιοικούν την επιχείρηση για να την
”τουμπάρουν”, κατ αρχήν για να μειώσουν όσο γίνεται την τραπεζική θηλιά.
Δημιουργείται έτσι μια ‘υποτιμολόγηση του παρόντος’ και μια προσδοκία, με πλάνα πολλές φορές εντυπωσιακά και ”βιώσιμα”, χωρίς φυσικά
να εξηγείται σε ποιόν θα μεταπωλήσουν και πού θα τον βρουν, ώστε να γραφτούν υπεραξίες εκτός από τα προσδοκώμενα λειτουργικά
κέρδη.
Τότε είναι που δρα το δαιμόνιο ελληνικό ”συμβουλευτικό” μυαλό: Πουλάει στον Έλληνα υπερχρεωμένο διάφορες λύσεις, βιώσιμες μεν
κάποιες φορές, όπως πχ κοστούμι εισηγμένης στο εξωτερικό (ώστε να τον δουν ”σοβαρά” οι ξένοι…) ή ένα μελλοντικό IPO (δημόσια
εγγραφή) σαν exit strategy, για τους στρατηγικούς εταίρους.
Η αλήθεια είναι ότι οι Έλληνες ”επιχειρηματίες”, της αρπαχτής, των δανεικών και των επιδοτήσεων, όχι μόνο τώρα που δεν έχουν καθόλου
ρευστότητα, αλλά και τότε που είχαν, αρνούνται να πληρώσουν χρήσιμες συμβουλευτικές υπηρεσίες σε αληθινούς επαγγελματίες
συμβούλους-νομικούς και οικονομικούς- πριν δουν το χρήμα να… έρχεται (ουρανοκατέβατο άραγε;).
Αυτονόητο είναι ότι οι στρεβλώσεις στην οικονομία και οι συναφείς κακές επαγγελματικές σχέσεις, δίνουν και παίρνουν. Σήμερα, ο ρόλος
πολλών μεσαζόντων ‘αληθινού χρήματος’ θα πρέπει να είναι περισσότερο ξεκάθαρος:
Ναι μεν κάποιοι επιχειρηματίες , αν πειστούν και δουν πρόσβαση σε ξένα επενδυτικά κεφάλαια, πρέπει να χρηματοδοτούν έξοδα και
έμπειρους συμβούλους ώστε να ”πεισθεί” το ξένο κεφάλαιο για μια ευκαιρία επένδυσης, αλλά ο ‘γάμος’ του fund με τον ντόπιο
επιχειρηματία να γίνεται έτσι, ώστε κατά τον καιρό της συμβίωσης να γεννηθεί προίκα.
Τον δε καιρό του προαποφασισμένου διαζυγίου, να μείνει μια κάποια… προίκα, στην καταχρεωμένη σήμερα ‘νύφη’. Τονίζω τα παραπάνω,
διότι είναι πλέον γνωστές οι θεωρίες για την Φαντασιακή Αποτίμηση και το Mental Accounting, που δυστυχώς νιώθω ότι χαρακτηρίζει μεγάλο
μέρος του ελληνικού επιχειρηματικού και συμβουλευτικού κόσμου, εν Ελλάδι.
Όποια funds έχουν άμεση πρόσβαση στο due diligence (έλεγχος) των ελληνικών τραπεζών, αυτά θα καταφέρουν να εισέλθουν, δειλά
δειλά, την επόμενη περίοδο, σε κάποιες εξαγωγικές επιχειρήσεις. Οι δε Έλληνες ”σύμβουλοι”, που πουλάνε διαμεσολάβηση και συντονισμό
προσφοράς και ζήτησης, θα έχουν για πολύ καιρό ”αφανή ” αντίπαλο, τον μεγαλύτερο επιχειρηματία της χώρας: Τις τράπεζες, που κρατάνε
μέσω των δανείων τις τύχες πολλών ελληνικών εταιρειών στα χέρια τους.
Καλό είναι όσοι ασχολούνται με το σπορ, να σκεφτούν τρόπους σωστού λανσαρίσματος υπηρεσιών και δίκαιης τιμολόγησης αυτής της
πραγματικότητας. Γιατί συνήθως τα ξένα funds, φεύγουν και έρχονται, δεν πληρώνουν τίποτα, και δυστυχώς πολλοί σοβαροί σύμβουλοι,
δρουν ως νεροκουβαλητές στον μύλο των ελληνικών τραπεζών, παρά το ότι έχουν συμφωνητικά πληρωμής (άνευ αντικρίσματος) από τους
Έλληνες επιχειρηματίες.
Αν δεν φτιάξει η σχέση τιμής και αξίας στις υπηρεσίες μας δεν θα ανακάμψει ο κλάδος της οικονομικής συμβουλευτικής σ αυτόν τον τόπο
και δεν θα μπούν ισχυρά θεμέλια ανάκαμψης των επιχειρήσεων και της οικονομίας…
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr