Κοινωνία - Ελλάδα - Οικονομία

Η Πολιτική και το Πραγματικό, του Ηλία Καραβόλια

Spread the love

 

”Δεν υπάρχει πια χειμερινό ανάκτορο να καταληφθεί”

Saul Newman

 

Η φράση αυτή του βρετανού καθηγητή πολιτικής φιλοσοφίας, θεωρώ ότι εύστοχα αντικατοπτρίζει την σημερινή αδιέξοδη αγανάκτηση εκατομμυρίων ατόμων σε όλο τον πλανήτη. Είτε έχουν κινηματικά χαρακτηριστικά, είτε ακτιβιστική ή αμιγώς κομματική δράση, ομάδες κατάληψης δημοσίων χώρων και ομάδες διαμαρτυρίας, συντεταγμένες ή μη, έχασαν τον εχθρό. Για να γίνω πιο συγκεκριμένος , αναζητούν έναν εχθρό που δεν ”υπάρχει” παρα μόνο στο Φαντασιακό της κοινωνικής θέσμισης,όπου και έχει έναν ελλειπτικό και αναγκαίο ρόλο. Ρόλο που φαίνεται ότι τον παίζουν εναλλάξ οι αγορές και το κράτος( οι συμμετέχοντες σε αυτούς τους θεσμούς).

 

Κοινωνίες ολόκληρες αναζητούν τρόπους να υπερβούν τις παλιές αρχές, ουσιαστικά τις παλιές ιδεολογικές αυταπάτες. Άτομα που πήδηξαν έξω από το βαγόνι της κατανάλωσης και του περιττού ξοδέματος χρόνου/χρήματος, περιπλανώνται σε έναν λαβύρινθο πληροφόρησης και φόβου, άλλες φορές σαν θύματα και άλλες φορές σαν θύτες. Είναι η εποχή όπου η όποια χρηματοπιστωτική ή καπιταλιστική κρίση, απωθεί την βαθιά και καλυμμένη δημοκρατική ανωμαλία αλλά και την αφανή ταξική ανισότητα, όπως ο Φουκώ πρόβλεψε πριν πολλά χρόνια (“σε οποιονδήποτε κοινωνικό σχηματισμό, θα υπάρχει πάντα εξουσία, ακόμα και στην επαναστατική δράση”).

 

Άραγε, έχουμε συνειδητοποιήσει το ανώφελο της εναπόθεσης ελπίδας στην επανεκκίνηση του διπολικού συστήματος κράτους –αγορών; Έχουμε αντιληφθεί πόσο ανέφικτο είναι να ψάχνουμε μετα-φιλελεύθερες ή μετα-σοσιαλιστικές δομές επανεκκίνησης των οικονομιών και των κοινωνιών;

 

Το μεν κράτος είναι ένα τεχνητό, καταπιεστικό και παράλογο φορτίο στην πλάτη της κοινωνίας, ένα πολυεπίπεδο φαινόμενο που μέσω ενός φάσματος πειθαναγκαστικών πρακτικών, δεσποτικά, με θρησκευτική δομή, ηγεμονεύει ως μεταφυσικός αναδιανομέας πλούτου και δικαιοσύνης.Πάντα μέσω μιας τάξης που βαθμιαία γιγαντώνεται , πίσω από την σύζευξη νεύρωσης εξουσίας και πλουτισμού( πολιτικοί).

 

Οι δε αγορές, απρόσωπο φαντασιακό υποκείμενο που με την ισχύ της πλανητικής κυκλοφορίας αληθινού και εικονικού χρήματος εισβάλλει στο κοινωνικό σώμα, στην ουσία μετακινούν ταχύτατα και αλόγιστα, περισσότερο το παρασιτικό/αδρανές κεφάλαιο και λιγότερο το κοινωνικά χρήσιμο κεφάλαιο (ως οξυγόνο ανάπτυξης και απασχόλησης) Στο τελικό ισοζύγιο ωφελιμότητας, οι αγορές γίνονται αιτία για δημιουργία κοινωνικών ανισοτήτων και καταπιεστικών συνθηκών στις ευρείες μάζες (αλλιώς δεν δημιουργείται υπεραξία και υπεραπόδοση.) Όσοι υπέρμαχοι της εύρυθμης και αποτελεσματικής λειτουργίας των αγορών, δεν κατανοούν ότι η υπερ-φιλελευθεροποίηση και η υπερεθνική διακίνηση κεφαλαίων, δεν μείωσε αλλά αύξησε τις κοινωνικές ανισότητες, ας ανατρέξουν σε πολλές μελέτες ακόμα και της σύγχρονης γενιάς στην σχολή του Σικάγου. Σε αυτές θα ανακαλύψουν τους υψηλούς βαθμούς συσχέτισης μεταξύ της απορρύθμισης και της ελευθερίας κίνησης κεφαλαίων με τις τραπεζικές, νομισματικές, δημοσιονομικές και –ως φυσικό επακόλουθο- τις εμπορικές κρίσεις και τα κοινωνικά δράματα, τα τελευταία 35 χρόνια.

 

Χρειαζόμαστε όχι μόνο μια μακροπολιτική, που θα τραβήξει το χαλινάρι στην νέα ελίτ των διαχειριστών υπερ- μοχλευμένων κεφαλαίων, αλλά και μια μικροπολιτική ελέγχου και ρύθμισης αρχών και κανόνων στις ροές του χρήματος, εικονικού και πραγματικού. Στην ιδεολογική όμως βάση του θέματος, η αλήθεια είναι ότι χρειαζόμαστε μια μικροπολιτική επανεξέτασης της Εξουσίας, απ όπου και αν αυτή προέρχεται. Αφού αναγνωρίσουμε ότι οι ιεραρχίες του πλούτου και της διαπλεκόμενης τους σχέσης με το κρατικο-επιχειρηματικό μοντέλο διαχείρισης της κοινωνικής παραγωγής, έχουν διαρρήξει τον ιστό του Συλλογικού, ας κατανοήσουμε ότι ζούμε στην εποχή της εμφάνισης του πλέον καλυμμένου και απωθημένου στο κοινωνικό φαντασιακό, φαινομένου της πολιτικής οικονομίας: τον κατακερματισμό των ταξικών ταυτοτήτων κατα τις τελευταίες δεκαετίες.

 

Σήμερα, επανέρχεται στο προσκήνιο το δαιμονικό χαρακτηριστικό που βόλευε για πολλά χρόνια να αγνοούμε: η ταξική διαίρεση. Με την μορφή ενός δικτύου-αντί μιας αυστηρής ιεραρχίας, με πολύπλοκα δίκτυα ελέγχου, παρακολούθησης, πειθαναγκασμού και διοίκησης- μας κυβερνούν απρόσωπες εξουσίες, μέσω της ελευθερίας μας. Αυτή η θολή ιεραρχία, που αποσυντονίζει άτομα και κοινωνίες σε έναν αόριστο διαχωρισμό κοινωνικών και ατομικών προτεραιοτήτων, αναβιώνει το παλιό και γνώριμο ερώτημα: πώς τα όρια μεταξύ αγοράς και κράτους, καταρρέουν χωρίς να έχουν προηγουμένως προσδιοριστεί κοινωνικά χρήσιμα. Ο Λαντάουερ έλεγε ότι το κράτος είναι μια κοινωνική σχέση και την καταστρέφουμε ή την θρέφουμε, φτιάχνοντας εμείς οι ίδιοι την βάση της εθελούσιας υποτέλειας μας. Αλλά μήπως ακριβώς το ίδιο δεν συμβαίνει με την από-προλεταριοποίηση των μαζών μέσω της έμμεσης και άμεσης συμμετοχής τους, στον άλλο πόλο του συστήματος, τις αγορές; Μήπως ξεχνάμε ότι στους κουμπαράδες τραπεζών και εταιρειών διαχείρισης ωθούνται οι αποταμιεύσεις και οι συντάξεις του παγκόσμιου πληθυσμού, ενώ στα ταμεία των πολυεθνικών και στους λογαριασμούς των μετόχων τους μεταφέρεται η υπεραξία της εξαντλητικής υπερεκμετάλλευσης και της τεχνητά επιθυμητής υπερκατανάλωσης;

 

Όπως ακριβώς θρέψαμε σαν άτομα με πρόσχημα το αντίτιμο της ασφάλειας, το πατερναλιστικό δίχτυ ασφαλείας της κρατικής παρουσίας στην θέσμιση του συλλογικού μας (ένα μόνιμο θεσμικό ασφάλιστρου κινδύνου της ελευθερίας μας), έτσι τροφοδοτήσαμε την αχαλίνωτη κερδοσκοπία μιας άρχουσας τάξης παρασιτικών μεσαζόντων στο κοινωνικό οικονομικό γίγνεσθαι.

 

Στο διπολικό μετα-ιδεολογικό ερώτημα κράτος ή αγορές, και στο ενδιάμεσο ρεαλιστικό ζευγάρωμα των δύο θεσμών κοινωνικής αναδιανομής ρόλων (εργασία και παραγωγή) το ζητούμενο είναι πέρα και πάνω από φιλοσοφικά σημαίνοντα και ιστορικό-πολιτικά πλαίσια: ζητούμενο είναι ο επαναπροσδιορισμός της αξίας του ανθρώπινου μόχθου, του κοινωνικού και ατομικού χρόνου και της αναγκαίας αναδιανομής του παραχθέντος πλούτου, από τους πάνω προς τους κάτω. Γιατί οι “από κάτω” αυξάνονται επικίνδυνα ως πρώτη ύλη κοινωνικής ανάφλεξης, και οι ελάχιστοι πλέον “από πάνω” συγκεντρώνουν επικίνδυνα περισσότερη ισχύ και πλούτο, ως καύσιμη ύλη μιας αναπόφευκτης εκκίνησης κοινωνικής εντροπίας.

 

Η ενεργειακή αναδιανομή των υλικών και διανοητικών δυνάμεων σε οικονομίες και κοινωνίες, τόσο σε τοπικό ή εθνικό όσο και σε διεθνικό επίπεδο, έχει φθάσει στα όρια της. Μπορεί να μην ζούμε τα όρια του ισχυρού καπιταλιστικού μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης, όπως βιάζονται οι θιασώτες κολλεκτιβιστικών οραμάτων να διαλαλούν, αλλά σίγουρα όμως ζούμε τα όρια του ανίσχυρου κοινωνικού μοντέλου ευτυχίας και προόδου. Και όταν δεν υπάρχουν ανάκτορα, όταν δεν υπάρχουν εμφανείς βασιλιάδες, οι κοινωνίες αυτοθυματοποιούνται και μένουν αδρανείς, ως χρήσιμα στάσιμα υλικά σχεδιασμού των ελεγκτών της παγκόσμιας κυκλοφορίας του πιο σπάνιου αγαθού της σύγχρονης εποχής: του χρήματος…

 

Ηλίας Καραβόλιας

SHARE
RELATED POSTS
Ποιους ξαφνιάζει η λογοκρισία;, της Τζίνας Δαβιλά
Πολιτικές εκπλήξεις, του Μάνου Στεφανίδη
«Τα δύσκολα ΑΥΤΟΝΟΗΤΑ κοινωνικής συμβίωσης»: 80ο, της Μαρίας Γεωργαλά

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.