Την ποιήτρια Κική Δημουλά αναγόρευσε σε επίτιμη διδάκτορά του το τμήμα Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Με λόγο ποιητικό –σε μία προσπάθεια «μίμησης» και τιμής στον «λόγο» της πολυβραβευμένης ποιήτριας– η πλειονότητα των πανεπιστημιακών καθηγητών που προσφώνησαν την Κική Δημουλά μίλησαν για το έργο της και «τον τύπο των ήλων που αφήνει στο σώμα της ποιήτριας ο Χρόνος, η Απώλεια και η Μνήμη», για «ποίηση υψηλής υφολογικής ευκρίνειας» ακόμα και για την «τυχαιότητα ή πρόνοια αγαθή» των συντομογραφικών του ονόματός της, που θυμίζουν στους θεολόγους την Καινή Διαθήκη και καθιστούν την ποιήτρια την «Καινή Διαθήκη της νεότερης μας ποίησης» και την καλωσόρισαν στις τάξεις των Θεολογούντων.
Τον …μόνο «πεζό» λόγο της βραδιάς άρθρωσε –όπως ο ίδιος είπε σεμνά– ο πρύτανης του ΑΠΘ, Περικλής Μήτκας, κλείνοντας όμως κι ο ίδιος ποιητικά τον χαιρετισμό του και χαρακτηρίζοντας την ποιήτρια και το έργο της ως «κάστρο της ωριάς» που δεν «ξέρει από τι είναι φτιαγμένο» και δηλώνοντας «ευτυχής που μπορεί και το θαυμάζει».
Απευθυνόμενη στη «συγκεντρωμένη ιερότητα» της κατάμεστης (πρωτοφανώς σε αναγόρευση επιτίμου διδάκτορα) ιστορικής αίθουσας τελετών της Παλαιάς Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ και αφού εξεδύθη παρατύπως τη βαριά πανεπιστημιακή τήβεννο, την οποία της είχαν φορέσει λίγα λεπτά νωρίτερα οι επικεφαλής της τελετής, η Κική Δημουλά δήλωσε πως είναι «αδιάβαστη στο μάθημα της έπαρσης» και ζήτησε την κατανόηση του ακροατηρίου για την ταραχή που νιώθει, δίνοντας «εισιτήριες εξετάσεις στην Ανωτάτη Αποδοχή Σας» και ομολόγησε πως «δεν είμαι φιλόλογος, δεν είμαι θεολόγος, δεν είμαι καν επιστήμων». Επρόκειτο εξάλλου –παρά τα δεκάδες βραβεία και διακρίσεις, παρά του ότι δεν είναι κάτοχος κάποιου πανεπιστημιακού πτυχίου– για την πρώτη αναγόρευσή της σε επίτιμο διδάκτορα πανεπιστημίου.
Με αφορμή τη σημερινή γιορτή των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, η καθηγήτρια του τμήματος Θεολογίας Άννα Κόλτσιου-Νικήτα, που εκφώνησε τον έπαινο της τιμώμενης, αναφέρθηκε στο ομότιτλο «θεολογικό» της ποίημα:
«Κύριε/ σού έφερα το πρόσφορο/ ζεστή ακόμα η σαρξ με σφραγίδα/ εδώ το χαρτονόμισμα να δώσεις κάτι στο κερί που σου διαβάζει οδυρμούς εν περιλήψει/ κι εδώ είναι το χαρτί με των ψυχών τα ονόματα/ Όσα μπορείς αγίασον/. Για την Ελένη κυρίως ενδιαφέρομαι/ ήτανε κάποτε η μάνα μου/ Τώρα δεν ξέρω τι συγχωνεύσεις έκανες αν σε κοινό αυλάκι ρέει το ίδιο αίμα με το ξένο/…. Ελένη. Να σ’ την δείξω μην την μπερδέψεις/ με άλλες έτσι που κατάργησες τα επίθετα/ κατάργησες τις ανομοιότητες/ Μόνο διακριτικό που τους απέμεινε είναι πόσο τους ξέχασαν/ και πόσο ακόμα τους θυμούνται…/ …Αυτή είναι, δες την καλά/ Κοίτα μη μου αγιάσεις ξένη μάνα/ και γίνει η στοργική ορφάνια μου/ μετά από τόσα χρόνια μητριά μου…».
«Ένας αυτοσχέδιος άνθρωπος είμαι, ο εαυτός μου με ανάγκασε να είμαι» απολογούνταν, λίγα λεπτά αργότερα, η ακαδημαϊκός (από το 2002) Κική Δημουλά…«Με είδε ο Θεός –ο μόνος αρμόδιος σε θέματα αυθαιρεσιών– και μου έδωσε ένα καχεκτικό φτερό. Έκτοτε, απλώς προσπαθώ. Σπανίως δε, και συστηματικά πετώ και πέφτω και σωριάζομαι πάνω στην αβέβαιη φύση μου. Ως αυτοσχέδια ύπαρξη τόλμησα αυτόν τον «υπόπτου ηθικής τίτλο» (ΠΛΑΝΗ) για την ομιλία μου, στον χώρο του πανεπιστημίου – τον ταγμένο στην καταπολέμηση της πλάνης μέσω της θαυματουργού Παιδείας που προσφέρει».
Στην «ποιητικά θεολογική» της ομιλία, με θέμα «Η πλάνη», η Κική Δημουλά μίλησε για την κοινωφελή δραστηριότητα αλλά και τις παρενέργειες της πλάνης, η λειτουργία της οποίας ταυτίζεται συχνά με εκείνη των ονείρων, όπως είπε. Δήλωσε οφειλή στην έννοια της πλάνης καθώς «είναι αυτή που κατατρόπωσε το τελεσίδικο ρήμα “Αποκλείεται”, αυτή που μετατρέπει τις δύσμορφες καταστάσεις σε καλλίμορφες, αυτή που ανατρέπει τη θνητότητα όσων αγαπήσαμε».