Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Η Αγάπη, του Χρήστου Χωμενίδη

11049464_10153794481499523_4185608025578033362_n.jpg
Spread the love

11049464_10153794481499523_4185608025578033362_n.jpg

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 * Ο Χρήστος Χωμενίδης είναι συγγραφέας  

 

 

 

3614233118_f424aa1539_z.jpg

 


Πριν από εικοσιπέντε χρόνια, σε μια αποκριάτικη παρέλαση στην Καισαριανή, αντίκρισα ένα θέαμα το οποίο στα μετεφηβικά μου μάτια -τα αγουροξυπνημένα ύστερα από μιαν ακόμα ολονυκτία στα μπαρ- φάντασε ζοφερό.

Ένας ξερακιανός σαραντάρης είχε βγει στην πλατεία με τα τρία μασκαρεμένα πιτσιρίκια του. Το μεγαλύτερο αγοράκι είχε ντυθεί καουμπόης. Πυροβολούσε ακατάπαυστα με το πλαστικό πιστολάκι του και τράβαγε από το μανίκι τον πατέρα του για να αγοράσουν από το ψιλικατζίδικο έξτρα πολεμοφόδια, δηλαδή καψούλια. Το κοριτσάκι -βασίλισσα της νύχτας- έκλαιγε γοερά επειδή το νάιλον φόρεμά του είχε πιαστεί σε κάποιο συρματόπλεγμα και είχε κάνει μία τρύπα, σχεδόν αόρατη και εντελώς αδιάφορη για όλους τους άλλους εκτός από το ίδιο. Το δε μικρότερο παιδί ατένιζε αφ’υψηλού τον κόσμο, περήφανα σκαρφαλωμένο στους ώμους του μπαμπά του, μέχρι που λέρωσε την πάνα του και άρχισε να τσιρίζει για να το αλλάξουν.

“Δεν είναι ζωή αυτή…” μονολόγησα έντρομος σχεδόν – λίγο ήθελα για να φτύσω στην κυριολεξία τον κόρφο μου.

“Κι όμως αυτή ακριβώς είναι η ζωή” μού είπε η τότε φίλη μου.

“Αυτός ο τύπος, ο οικογενειάρχης, που εργάζεται -μαγγανοπήγαδο- σε μια πιθανότατα εντελώς πληκτική δουλειά, που τα φέρνει βόλτα τσίμα-τσίμα, που του γανιάζουν τα αυτιά τα πρωινά ο προϊστάμενος και οι πέλατες και τα απογεύματα η γυναίκα και τα παιδιά του, που αποκοιμιέται κάθε βράδυ στην τηλεόραση και εκδράμει τις Κυριακές σε εξοχικές ταβέρνες βλαστημώντας την κίνηση στην Κηφισίας ή στη Συγγρού, που μαθαίνει στις διακοπές τα βλαστάρια του κολύμπι και ρίχνει κάθε τόσο κλεφτές ματιές στις γυμνόστηθες λουόμενες… Αυτή ακριβώς είναι η ζωή!”

“Και ποιός ο λόγος να διάγεις μια τέτοια ζωή;” ρώτησα.

“Και για τον πιό ανηδονικό ακόμα άνθρωπο και για τον πλέον κομφορμιστή κανένας απολύτως λόγος δεν υπάρχει να σπαταλάει τα χρόνια του ξεσκατώνοντας μωρά και πληρώνοντας φροντιστήρια. Κανένας εκτός από έναν: η αγάπη. Η αγάπη για εκείνους που πρώτα ξεσκατώνει και έπειτα μορφώνει. Η αγάπη, η οποία στο μυαλό και στην ψυχή του μπερδεύεται πότε με το καθήκον, πότε με τη συνήθεια, συχνά τού προξενεί ακόμα και ασφυξία, δεν παύει ωστόσο να ακτινοβολεί στο κέντρο της ύπαρξής του. Μην τον χλευάζεις συνεπώς με το βλέμμα σου τον οικογενειάρχη. Ευχήσου αντιθέτως να αξιωθείς κι εσύ, κάποτε, μια τέτοια αγάπη…”

 

Θυμήθηκα το παραπάνω περιστατικό προχθές, παρατηρώντας την εντύπωση που έκανε στην κοινή γνώμη το μεγαλοπρεπές μνημόσυνο του Νίκου Μπελογιάννη. Η συντριπτική πλειονότητα του κόσμου υποκλίθηκε στον Άνθρωπο με το Γαρύφαλλο κι ας έβριζε όσους τον εκμεταλλεύονταν προκειμένου να αποκομίσουν κομματικά οφέλη. Ακόμα και οι άκρως ιδεολογικά αντίθετοί του αναγνώρισαν το μεγαλείο του, τη αγέρωχη στάση του μπροστά στον θάνατο. Θαύμασαν την παλικαριά του. Μία παλικαριά που οι ίδιοι ασφαλώς ουδέποτε θα έδειχναν.

 

Αυτός που αποκαλούμε “μέσος άνθρωπος”, η ραχοκοκκαλιά της κοινωνίας, θα προτιμούσε να υπογράψει εκατό ταπεινωτικές δηλώσεις μετανοίας παρά να αφήσει το παιδί του ορφανό προτού καν γεννηθεί. Θα έκανε τις ιδέες του γαργάρα για να κοιτάξει το στενό συμφέρον της οικογένειάς του. Θα προσαρμοζόταν στις καταστάσεις, θα λύγιζε τακτικά τη μέση δίχως ιδιαίτερο δισταγμό. Στον πόλεμο ή στην αντίσταση δεν θα΄βγαινε ποτέ, εκτός κι αν τον παράσερνε η ανθρωποθάλασσα, εκτός και αν έτσι έπρατταν όλοι…

 

Ο μέσος άνθρωπος αγιοποιεί τον Μπελογιάννη, τον Τσε Γκεβάρα, τον Καραϊσκάκη και τον Αθανάσιο Διάκο όχι για πολιτικούς λόγους. Θρηνεί τον αδικοχαμένο Τζέιμς Ντην όχι επειδή είχε τη δυναμική να γίνει ένας σπουδαίος ηθοποιός. Ενθουσιάζεται να παρακολουθεί περιπέτειες “παρανόμων” στο σινεμά , παλιότερα καταβρόχθιζε λαϊκά μυθιστορήματα με ήρωες τον λήσταρχο Νταβέλη και τον τρομερό Γιαγκούλα. Παραμυθιάζεται με την τρέλα και την αφοβιά τους -με το “live fast, die young”-, ταυτίζεται για μερικές στιγμές μαζί τους (δίχως καμία απολύτως λογική) κι έπειτα επιστρέφει στη ρουτίνα του. Η δική του βιογραφία -οι βιογραφίες σχεδόν όλων μας- αποτελούν μελέτες πάνω στον ελιγμό και στον συμβιβασμό με ελάχιστα ίσως φωτεινά διαλείμματα.

Είναι τόσο κακό αυτό;

Ρωτήστε τα παιδιά των ηρώων με τι συναισθηματικές στερήσεις, με τι βάρος αφόρητο στους ώμους τους μεγάλωσαν. Πόσο τους κόστισε η μεγαλειώδης αυτοπυρπόληση των γονιών τους για τα ιδανικά ή για το πάθος τους. Δείτε τις χαροκαμμένες μανάδες…

Ο κόσμος έχει ανάγκη από Αθανάσιους Διάκους. Όχι όμως ως παράδειγμα προς μίμησιν, όπως ανόητα ισχυρίζονται οι ρήτορες. Αλλά ως αντιστίξη. Άλλοθι. “Εκείνος θυσιάστηκε για χάρη μας, ξεχρέωσε για όλους. Μπορούμε άρα εμείς να συνεχίσουμε τις ζωές μας. Για την αγάπη των παιδιών μας…”-

 

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του. 

The article expresses the views of the author

iPorta.gr

SHARE
RELATED POSTS
VIVRE C’EST L’AMOUR, του Χρήστου Χωμενίδη
Δύο όψεις, της Αναστασίας Φωκά
Τα βιβλία είναι βουβά. Τα περιτριγυρίζουν όμως πολλά λόγια. “Ο Τζορτζ Φλόιντ δεν πέθανε κατά λάθος”, του Νίκου Βασιλειάδη

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.