Ανοιχτή πόρτα

Για μια Federica, που δεν πρόλαβε, του Μανώλη Δημελλά

Μανώλης Δημελλάς
Spread the love

Μανώλης Δημελλάς

 

 

 

 

 

 

 

 

o-NISI-900.jpg

 

 

Πρόκειται για έναν ακόμη συνηθισμένο άνθρωπο, μια γυναίκα, που τον ερχόμενο Σεπτέμβρη θα γιόρταζε τα 72 της.

 

Μα όπου κι αν βρισκόταν στα σίγουρα θα μιλούσε με απίστευτη νοσταλγία για το ελληνικό νησάκι και θα καμάρωνε για το θαλασσινό της αίμα, αφού εκεί όπου πρωτοβγήκε και αντίκρυσε τον κόσμο, κάνει κουμάντο η πιο γλυκιά αρμύρα.

 

Εκείνη θα έλεγε περασμένα-ξεχασμένα, αφού τότε τα όπλα και οι σφαίρες έδιναν διαταγές, μα είμαστε πια μακριά από τις σκοτεινές εποχές, τόσο που τα συναισθήματα αμβλύνονται, χάνονται μέσα σε ένα τρυφερό χαμόγελο και την ανάγκη για ζωή.

 

Σα να έσβησαν όλα τα βρώμικα κατακάθια μνήμης και τώρα σίγουρα θα γέμιζε αισιοδοξία, όταν θα σκεφτόταν τις άπειρες δυσκολίες που πέρασε η έρημη μάνα της, για να τη μεγαλώσει και να την κάμει γυναίκα.

 

Όμως αυτό το θηλυκό αγγελούδι δεν έζησε, το κατασπάραξε η κοινωνία που διψά, θέλει να πνίξει το διαφορετικό, άντεξε μόλις λίγες μέρες από το Σεπτέμβρη του 1944! Η ιστορία ευτυχώς δεν ξεχάστηκε, όπως μισολένε εκείνοι που θυμούνται, δεν μαθεύτηκε ποτέ ο άντρας που την έσπειρε. Γιατί πατέρα δεν μπορείς να τον πεις.

 

Το πιθανότερο είναι ότι ένα κορίτσι βιάστηκε από κάποιον Γερμανό αξιωματικό, η λεχώνα ντρεπόταν όσο τίποτε για την κατακραυγή του κόσμου, έτσι το μωρό ήταν καλύτερα να πεθάνει. Μόλις ένα μήνα αργότερα, ήταν Οκτώβρης του ’44, με εκείνη την απίστευτη, ακόμη και για τα παγκόσμια δεδομένα, Επανάσταση και απελευθέρωση του νησιού, τότε η νεαρή γυναίκα γνώρισε ένα διαφορετικό πρόσωπο του καθημερινού φασισμού, αφού κυνηγήθηκε, μαστιγώθηκε και διαπομπεύτηκε στους δρόμους του μικρού χωριού.

 

Η υπόθεση της κατέληξε μέσα στο εγγλέζικο δικαστήριο, με κατηγορούμενο κάποιον ντόπιο και εκείνη να τον δείχνει για βιαστή της. Δεν αποδείχτηκε τίποτε, μέσα στη φούρια της απελευθέρωσης και των μεγάλων αλλαγών η γυναίκα διώχθηκε και δεν ξαναφάνηκε στο μικρό τόπο.

 

Ιταλίδες δασκάλες, πιθανόν στο κέντρο η Μαρία-Τερέζα (από το βιβλίο Η Κάρπαθος στον Β Παγκόσμιο Πόλεμο, Μ. Κασσώτης)

 

Υπάρχουν κάποιες πικρές λεπτομέρειες μέσα στα χρόνια που δεν μας κάνουν περήφανους, αντίθετα θα μπορούσαν να γίνουν η αφορμή, για να κοιτάξουμε για μια στιγμή τον καθρέφτη, να δούμε το γεμάτο ρυτίδες πρόσωπο της κοινωνίας, έπειτα να ζητήσουμε με ντομπροσύνη τουλάχιστον ένα συγγνώμη από εκείνους που αδικήσαμε!

 

Συνήθως σκεπάζουμε στα βιαστικά τα σφάλματα μας, προσπαθούμε να τα διαγράψουμε από το χάρτη του μυαλού και του κόσμου μας. Μοιραία λοιπόν σε κάποια άλλη στροφή του χρόνου τα επαναλαμβάνουμε.

 

Τέτοιες ιστορίες μοιάζουν με πονεμένα φαντάσματα, που ξεπηδούν σε κάθε ευκαιρία, σα να θέλουν να ζωντανέψουν και να ψιθυρίσουν σε έναν περαστικό το δράμα τους. Τους αρκεί μια χαραμάδα φως, για να γκρεμίσουν κάθε μύθο αθωότητας και αυθορμητισμού, ενώ δεν παύουν να δείχνουν προς το φασισμό, αυτόν που κουβαλάμε στην καμπούρα μας κι όμως αν τολμήσει κανείς να μας τον δείξει είμαστε έτοιμοι να γίνουμε λιοντάρια δικαιοσύνης και να τον κατασπαράξουμε.

 

Η ιστορία μας ξεκινά με μια νεαρή Ιταλίδα, μια δασκαλίτσα, που έφτασε στη Κάρπαθο από το Τορίνο λίγο πριν ξεσπάσει ο πόλεμος. Μικρούλα, δεν είχε ξεπεράσει ούτε τα 20, έτσι ψηλή και γεμάτη καμπύλες, τραβούσε τα άπληστα και πεινασμένα αντρικά βλέμματα. Ήταν ιδιαίτερα όμορφη και προπαντός διαφορετική, κοσμοπολίτισσα, από κείνες τις ψυχές που όταν πέφτουν σε κλειστές κοινωνίες τότε οι ντόπιοι τις ξορκίζουν. Μια νεράιδα, που άφηνε τα μαλλιά της λέφτερα, φορούσε τακούνια και, Θεός φυλάξοι, τολμούσε και έβαφε κατακόκκινα τα χείλια της!

 

Οι άντρες ξερογλείφονται και ονειρεύονται το κορμί της, ενώ οι γυναίκες κρυφο-ζηλεύουν τη διαφορετικότητα, την άνεση και την ελευθερία που έχουν ακόμη και τα μεγάλα της μάτια, που δεν χαμηλώνουν, λάμπουν και κοιτούν λαίμαργα προς τη ζωή που θα ήθελαν να ζήσουν.

 

Το σκοτάδι και τα σεντόνια που μυρίζουν ανθρώπινα υγρά δε σκεπάζουν μοναχά κορμιά, κρύβουν και το συναίσθημα, καλύπτουν την ιστορία από το φως και εμείς, μικρά κι ανήμπορα θηλαστικά, σέρνουμε τη σκέψη πίσω από σκιές, φόβους και αδυσώπητες ντροπές, μα τα χειρότερα αμαρτήματα είναι αυτά που γεννήθηκαν κι ανατράφηκαν μέσα στο μικρό μυαλό μας.

 

Η δασκάλα ξεχωρίζει σα τη μύγα μέσα στο γάλα. Ακόμη και η ολόασπρη γάτα της, η Μπιάνκα όπως θυμούνται οι ντόπιοι πως τη λέγανε, ήταν άτυχη, γιατί ήταν διαφορετική.

 

Η Maria-Teresa, ξεκίνησε να διδάσκει την Ιταλική γλώσσα στο δημοτικό σχολείο της Βωλάδας, στη συνέχεια μετατέθηκε στο Απέρι, πέρασε από τα Πηγάδια και τελευταίο της πόστο ήταν το σχολείο των Μενετών, τη χρονιά 1942-43, που ήταν και η τελευταία για τα Ιταλικά μαθήματα.

Από τον Μάη του 1912 η Κάρπαθος περνά από τους Τούρκους στους Ιταλούς, ενώ μόλις 800 Γερμανοί την πήραν, δίχως μάχη, από 2.500 και ίσως περισσότερα ιταλικά χέρια, τον Σεπτέμβρη του 1943. Οι τελευταίοι άφησαν ελεύθερη την ελληνική γλώσσα και έτσι το μάθημα της νεαρής δασκάλας, Γεωγραφία, γραμματική και γλώσσα στα Ιταλικά, δεν ενδιέφερε πια κανέναν.

 

Στο χωριό Μενετές, εκεί έμεινε από το 1943 και όλο το τελευταίο και πιο κρίσιμο διάστημα πριν αλλά και κατά τη διάρκεια του ξεσηκωμού της Καρπάθου, σε ένα δωμάτιο στο δώμα, στο ανόι, ενός σπιτιού που ήταν επιταγμένο από την Γερμανική διοίκηση.

 

Οι σημερινοί ηλικιωμένοι, θυμούνται τη Μαρία-Τερέζα, τότε ήταν μικρά παιδιά και έστεκαν με τα μάτια ανοιχτά μπροστά στο χαμόγελο και στην πληθωρική μα και ξενική ομορφιά της.

 

«Μα ήταν μια γυναίκα ελευθέρων ηθών που πήγαινε με πολλούς», «έβαφε με κραγιόν κόκκινα τα χείλια της και φόραγε τακούνια», «μωρέ για μια παστρικιά, για μια πουτάνα θα μιλάμε;»

 

Τέτοια κι άλλα τόσα, μας λένε αρκετοί από εκείνους που δεν τη ξεχνούν, όμως δεν υπάρχουν ολοκληρωμένες απαντήσεις για τη ζωή της Μαρίας-Τερέζας και την αληθινή διαδρομή της. Την ίδια αγωνία και τον ίδιο προβληματισμό είχε και ένας Καρπάθιος με μισή καταγωγή από την Ιταλία. Ο δικηγόρος και πρώην αντιδήμαρχος της Πίζα, ο Κωνσταντίνο Καβαλάρο, γιος του Αλεσσάντρο και της Μενετιάτισσας Γεωργίας το γένος Κουμούτσου, έψαξε, προσπάθησε να την βρει, να ξεχωρίσει την αλήθεια από το βρώμικο μύθο, όμως κάθε φορά έπεφτε σε πέτρινους τοίχους.

 

Σκαλίζοντας την υπόθεση βρίσκουμε ότι κάποιος υψηλόβαθμος Ιταλός αξιωματικός την διεκδίκησε και την κέρδισε! Αυτός λοιπόν κανόνισε τη μεταφορά της, από τα πέρα χωριά (Βωλάδα-Απέρι) στα Πηγάδια και τελευταία την μετέφερε στις Μενετές.

 


Λεπτομέρεια από ζώνη Γερμανού στρατιώτη, Got mit uns, ο Θεός μαζί μας…

 

Με την εγκατάσταση των Γερμανών η γυναίκα γνώρισε το πιο σκοτεινό πρόσωπο του πολέμου, με τη βία έγινε η μετρέσα κάποιου ή κάποιων Γερμανών.

 

Ιταλοί, Γερμανοί και Έλληνες, έκαναν κόρτε, κυνηγούσαν το κορίτσι μέρα και νύχτα στους δρόμους και στα στενά του μικρού τόπου, υπήρχαν ακόμη και στιγμές που η Μαρία-Τερέζα κρυβόταν σε αποθήκες και κοτέτσια, προσπαθούσε να γλυτώσει το κορμί της.

 

Οι γείτονες αρκετά βράδια άκουγαν το κυνηγητό και τις κραυγές της, ζούσαν το μαρτύριο και ορισμένες φορές την έκρυβαν, με κίνδυνο τη σύλληψη τους, ακόμη κι αν ξέφευγε την επόμενη νύχτα ζούσαν μια θλιβερή επανάληψη, η Μαρία-Τερέζα θα έπεφτε με βία στα χέρια τους!

 

«Ένα βράδυ αποσπερίζαμε στο σπίτι του Αθ., μπήκαν με τη βία δυο Γερμανοί και έβαλαν τα όπλα στο στήθος του θείου μου, έψαχναν τη Μαρία-Τερέζα, δεν ήταν εκεί μα δεν μας πίστεψαν, έψαξαν όλο το σπίτι και συνέχισαν τις έρευνες σε όλη τη γειτονιά. Εμείς φοβηθήκαμε τόσο πολύ που τρέξαμε και κρυφτήκαμε σε ένα σπίτι στην κάτω πλατεία». Σ.Μ.

 

Η δασκάλα μιλούσε μοναχά λίγες λέξεις ελληνικών, όμως κάθε φορά που χρειαζόταν έμπαινε μπροστά και υπερασπιζόταν έναν Έλληνα που είχε ανάγκη. Πιο χαρακτηριστική η περίπτωση ενός νεαρού Μενετιάτη, το παιδί είχε κλέψει έναν στρατιωτικό χάρτη με σημειωμένες τις οχυρωματικές θέσεις από έναν φυλάκιο στην περιοχή της Σιτάρενας. Δημιουργήθηκε μεγάλη αναστάτωση, σύλληψη, βασανιστήρια και θα ακολουθούσαν χειρότερα, αν δεν έκανε μια σωτήρια παρέμβαση η Ιταλίδα δασκάλα.

 

«Είναι ένα αγράμματο παιδί που δεν ήξερε γιατί άρπαξε το χάρτη, είμαι σίγουρη, αφήστε τον ελεύθερο».

 

Ο νεαρός σώθηκε, η βοήθεια την δασκάλας σύντομα ξεχάστηκε που ξανάγινε η «όμορφη πουτάνα!»

 

Αν είχε γεννηθεί αρσενικό ίσως να είχε κερδίσει αντιστασιακά παράσημα και σήμερα θα μιλούσαμε για αυτήν με δέος, αφού οι καταγεγραμμένες πράξεις της δείχνουν ότι στις πιο δύσκολες στιγμές, στην άκρη του πολέμου, έπραξε με αυταπάρνηση και πάθος, όμως κυνηγήθηκε από όλους και πλήρωσε πολύ ακριβά για το δώρο της ομορφιάς της.

 

Τον Σεπτέμβρη του ’44 η Ιταλίδα δασκάλα θα γεννήσει στο κεφαλοχώρι Μενετές ένα κοριτσάκι. Με αριθμό 49, θα δηλωθεί στο δημοτολόγιο με το όνομα Federica, στη θέση του πατέρα γράφεται ignoto, «άγνωστος», αυτό το παιδί δεν θα το αφήσουν να ζήσει! Λέγεται ότι η μάνα είχε 2 ή 3, 4, ή περισσότερους εραστές. Στην αρχή τη διεκδίκησαν δυο Ιταλοί Λοχαγοί, στη συνέχεια ένας Γερμανός και μπόλικοι Έλληνες ή μήπως ήταν… βιαστές;

 

Με την εγκυμοσύνη και ειδικά με τη γέννηση του μωρού ξεκίνησε ένας νέος κύκλος σούσουρων και μαύρων κουτσομπολιών, κάθε μικρός τόπος θρέφεται και θεριεύει, ζει μέσα από τέτοιες κουβέντες που σπέρνονται ανώνυμα στον αέρα!

 

Η 24χρονη Μαρία-Τερέζα μέσα σε μια τέτοια κοινωνία δεν μπορούσε να μεγαλώσει ένα παιδί χωρίς πατέρα, στην αρχή προσπάθησε και έψαξε να το δώσει, υπήρχε και μια οικογένεια που λέγεται οτι το ζήτησε, όμως αν το μάθαιναν οι γονείς της, όπως η ίδια έλεγε συχνά, «θα την καταδίκαζαν μια για πάντα»! Κάποιοι άλλοι όταν θυμούνται την ιστορία κατεβάζουν θλιμμένα το κεφάλι, «όλες οι πόρτες ήταν κλειστές για την έρημη μωρομάνα!»

 

Η μικρή Federica δεν είχε τύχη, γεννήθηκε στην εποχή των άγριων στερεότυπων, η δύστυχη μάνα αποφάσισε να δώσει ένα οριστικό τέλος, έκοψε το γάλα και το παιδί λίγες μέρες αργότερα χαμήλωσε σφυγμούς μέχρι που έπαψε να χτυπά η καρδιά του.

 

 

Ο χαμός του παιδιού δεν ήταν το μοναδικό χτύπημα για τη νεαρή δασκάλα, μόλις λίγες ημέρες αργότερα, στις 5.9.1944 έφτασε ο ξεσηκωμός και η απελευθέρωση του νησιού και η Μαρία-Τερέζα ήταν το πρώτο άδικο θύμα που κυνηγήθηκε ίσως όσο κανείς άλλος, ενώ η δημόσια διαπόμπευση της, στο χωριό Μενετές, ήταν από τα πιο μελανά στίγματα της ντόπιας Επανάστασης.

 

Η ιστορία της δεν μπορεί να ξεχαστεί και σίγουρα δεν είναι καύχημα, οι σημερινοί μάρτυρες τότε ήταν μικρά παιδιά που παρακολουθούσαν την εξέλιξη των γεγονότων με το στόμα ανοιχτό.

 

«Μια παρέα 4-5 αντρών την άρπαξε και την έβγαλε με βία από το σπίτι της, την χτύπησαν και την έσυραν στην πλατεία του χωριού με συνοδεία μουσικών οργάνων! Έλεγαν ότι την πάνε για κρέμασμα! Εκεί η Μαρία-Τερέζα μαστιγώθηκε και διαπομπεύτηκε δημόσια». Ν.Χ.

 

Ο οφθαλμίατρος Γιώργος Οθείτης, γιος του πρωτεργάτη της επανάστασης Γιάννη Οθείτη, θυμάται: «κάποιος θερμόαιμος άρχισε να τη μαστιγώνει, εκείνη έκλαιγε, ούρλιαζε και παρακαλούσε με λυγμούς και όταν κάποιοι προσπάθησαν να τον αφοπλίσουν εκείνος δε δίστασε, έβγαλε το πιστόλι και σημάδεψε στο στήθος τους διαφωνούντες, το επεισόδιο παραλίγο να πάρει μεγάλες διαστάσεις».

 

Στο βιβλίο-ντοκουμέντο του Κων. Μελά, με θέμα την Επανάσταση της 5ης Οκτώβρη 1944 στην Κάρπαθο καταγράφεται η μαρτυρία του Νικόλαου Ρουσσάκη:

 

Ακόμη μια ξεχασμένη πληροφορία κάνει πιο σκοτεινή την υπόθεση της δασκάλας, με την απελευθέρωση.

 

Οι Εγγλέζοι έφθασαν στην Κάρπαθο στις 17 Οκτώβρη 1944 και έφυγαν 31 Μαρτίου 1947, προσπάθησαν να επαναφέρουν κάποια τάξη και να οργανώσουν το νησί που έβγαινε κατεστραμμένο, ένα από τα βήματα ήταν η οργάνωση δικαστηρίου στην πρωτεύουσα Πηγάδια. Επικεφαλής ήταν ο Λοχαγός Wuting και μια από τις πρώτες υποθέσεις, όπως αναφέρει ο ιστορικός της Καρπάθου, ο Μανώλης Κασσώτης που τότε ήταν μικρό παιδί και θυμάται την υπόθεση με λεπτομέρειες, είχε κατήγορο την Μαρία-Τερέζα και κατηγορούμενο έναν ντόπιο, φερόμενο ως τον βιαστή της!

 

Η δίκη μάλλον πέρασε στα ψιλά και ξεχάστηκε μέσα στον ούριο άνεμο της ελπίδας και των απίστευτων αλλαγών. Λίγες μέρες μετά ένα πλοίο πήρε τους Ιταλούς αιχμάλωτους στη Αίγυπτο, είναι πιθανόν η δυστυχισμένη Μαρία Τερέζα να έφυγε μαζί τους και που δεν ξανακούστηκε ποτέ.

 

Ποια ήταν η αληθινή δράση της Ιταλίδας δασκάλας;

 

Ένα τμήμα της ιστορίας που παραμένει αφώτιστο είναι η δράση και ο ρόλος των Ιταλών αντιφασιστών, που κορυφώθηκε μετά τον Σεπτέμβρη του 1943 και την παράδοση του νησιού στους Γερμανούς.

 

Από τον Οκτώβρη του 1922 και την άνοδο του φασισμού, η Ρώμη έδειξε τα ακονισμένα της δόντια στα ταλαιπωρημένα Δωδεκάνησα, όμως αν και με κάθε ευκαιρία οι Έλληνες συνήθως παρουσιάζουν τους Ιταλούς ως «δειλούς, ερωτύλους και κανταδόρους», υπάρχουν αρκετοί φαντάροι που έδειξαν ανθρωπιά και από τη πρώτη στιγμή αναγνώρισαν τα νησιά ως μια ξένη πατρίδα που όφειλαν να σεβαστούν! Αξίζει μια μνεία στον Ρίνο, τον Ιταλό που ειδοποίησε τον δάσκαλο Γ. Οθείτη για το κάρφωμα από έναν «ντόπιο» ρουφιάνο το 1941.

 

Ο Οθείτης πέρασε δικαστήριο στη Ρόδο ενώ ο 19χρονος Ιταλός στρατιώτης βρέθηκε να εκτίει ποινή καταναγκαστικών έργων για την πράξη του και να αρρωσταίνει από φυματίωση. Λίγο καιρό αργότερα πέθανε! Ντοκουμέντο αποτελεί και το πρόσφατο βιβλίο του Antonio Miceli, UN GIORNO ALLA VOLTA diario di prigionia (1943-1945). Ο συγγραφέας αφιερώνει 3 κεφάλαια στο πέρασμα του από το νησί, τις Μενετές και το φυλάκιο στην Αγία Κυριακή.

 

Ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζει η επίσημη έκθεση του Ιταλού στρατιωτικού διοικητή Francesco Imbriani, σύμφωνα με εκείνον, μετά την εγκατάσταση των Γερμανών δημιουργήθηκε μια αλυσίδα κατασκοπευτικού δικτύου, που είχε έναν ριψοκίνδυνο στόχο, να φτάνουν πληροφορίες για τις μελλοντικές γερμανικές κινήσεις από αέρα και θάλασσα και να μεταφέρονται μέσω ασυρμάτων στους συμμάχους. Αλήθεια ή μήπως ήταν ψέμματα;

 

Ο ιστορικός Κων. Μελάς, στο βιβλίο σταθμό για τον ξεσηκωμό της Καρπάθου, αμφισβητεί τις προθέσεις και τα λόγια του συνταγματάρχη και θεωρεί ότι εκ των υστέρων και για να καλύψει τις αδυναμίες του, ο ηλικιωμένος F. Imbriani έστειλε στη Ρώμη την συγκεκριμένη έκθεση.

 

Ωστόσο ο ιστορικός της Καρπάθου φωτίζει την εποχή και όπως τονίζει:

 

«Ο Impriani μάζευε πληροφορίες τις έδινε στον Ιταλό αστ. Διευθυντή Penna και εκείνος με τη σειρά του στον ταχυδρόμο Λογοθέτη Διακίδη και εκείνος στον δάσκαλο Σακελλαρίδη και τον Γιανναγά, από αυτούς με μεγάλη προσοχή και αγώνα περνούσαν στο κλιμάκιο της κατασκοπείας. Η Μαρία-Τερέζα, λόγο της σχέσης με τον Γερμανό διοικητή, έδινε σημαντικές πληροφορίες απευθείας στον συνταγματάρχη Imbriani».

 

Σύμφωνα και με την πρώτη επίσημη κατασκοπευτική αναφορά της απελευθέρωσης, του Χριστόφορου Σακελλαρίδη, δασκάλου και γραμματέα της Ιεράς Μητροπόλεως Καρπάθου, η Maria-Teresa, είχε ενεργό αντιφασιστική δράση και βοήθησε με την απόσπαση πληροφοριών.

 

Η έκθεση Σακελλαρίδη παραδίδεται στις 20.1.45, στην Εγγλέζικη στρατιωτική διοίκηση, σύμφωνα με αυτή ο πρακτορικός ρόλος της Μαρίας Τερέζας είναι αδιαμφισβήτητος, θεωρείται και αναφέρεται ως «παλαλακίδα του Γερμανού διοικητή» και ο Ιταλός αξιωματικός την χρησιμοποίησε για να αντλήσει σημαντικές πληροφορίες.

 

 

Μια ακόμη, καθοριστικής σημασίας, αναφορά για το ίδιο θέμα γίνεται από τον Καρπάθιο συγγραφέα Ανδρέα Μακρή.

 

Μόλις πριν λίγο καιρό, μέσα από την αποκάλυψη μιας προσωπικής ιστορίας, έφερε στο φως τον άγνωστο, μα τόσο σπουδαίο ρόλο της νεαρής δασκάλας! Γράφει λοιπόν ο Μακρής:

 

Ένα άλλο δίκτυο πληροφοριοδοτών, είχε ηρωϊδα την ωραία Ιταλίδα δασκάλα του Απερίου Maria Tereza, την οποία ο Γερμανός φρούραρχος Μενετών λοχαγός Eber αγάπησε παράφορα και προκειμένου να την επισκέπτεται στο Απέρι, επίταξε κατακτητικώ δικαιώματι, το επαγγελματικό Ford Gabriole αυτοκίνητο ιδιοκτησίας Γιώργη Εμμ. Μακρή. Παρασυρμένος από το πάθος του για τη Maria Tereza και ασκώντας βία, την κατέστησε τελικά «μετρέσα» του, ερωμένη του.

 

Αυτή, καθοδηγούμενη τότε από τους Ιταλούς συμπατριώτες της, συνταγματάρχη Imbriani και Maresciallo Penna αποσπούσε από τον εραστή της πολύτιμες πληροφορίες και τις διοχέτευε μέσω του έμπιστου αγγελιοφόρου της Ιταλού στρατιώτη Victor (Walter γερμανιστί) που τον σύστησε στον Εber για προσωπικό του σοφέρ, δήθεν ως συγγενή της. (Προηγούμενα γνώριζε τα αντιφασιστικά του αισθήματα, με μητέρα Αμερικανίδα, τυχαία επιστρατευμένος το 1940 στη διάρκεια των καλοκαιρινών του διακοπών στην Ιταλία).

 

Έτσι, εκ Θεού ετάχθη μια κατάσκοπος στο στόμα του λύκου που εκμαίευε όλα τα μυστικά του εχθρού, για το καλό του συμμαχικού αγώνα.

 

Στη συνέχεια ο Victor με το πρόσχημα ότι οδηγούσε το κατασχεμένο αυτοκίνητο της οικογενείας Μακρή, επισκεπτόταν στο Απέρι το μαγαζί του Μανώλη Γ. Μακρή κοντά στο γεφύρι όπου τυχαία… συναντούσε τον «σύνδεσμο» Γιάννη Λυτό, που κάθε μέρα που χάραζε η αυγή, βρισκόταν στο Απέρι. Εκεί με διερμηνέα τον ιταλομαθή Ηλία Γ. Μακρή (πατέρα μου), μεταβίβαζε τις πληροφορίες και τα σχέδια της Γερμανικής Κομαντατούρας, με τελικό παραλήπτη τον Χριστόφορο Λυτό.

 

Ένα πρωινό, ο Βίκτωρ έδειχνε έντονα αναστατωμένος από το βάρος σοβαρής πληροφορίας που μετέφερε και με το έμπα, φώναξε:

 

«Pericolo! Όλοι οι άνδρες μέχρι ηλικίας πενήντα χρόνων με διαταγή που θα ακολουθούσε, θα είναι συγκεντρωμένοι στην παράλια ζώνη του Βρόντη. Στολίσκος από τη Σητεία θα απέπλεε με προορισμό την Κάρπαθο να τους μπαρκάρει για την Κρήτη. Άγνωστο για πιο λόγο».
Ανήσυχος ο «Σύνδεσμος» Γιάννης Λυτός έβαλε φτερά στα πόδια να ενημερώσει τον Χριστόφορο στο κρυσφήγετο του. Ειδοποιήθηκε αμέσως το Κάιρο. Σε λίγο ο Γερμανικός στολίσκος εν πλω για την Κάρπαθο, εδέχθη φονική από αέρος συμμαχική επίθεση έξω από τα νερά της Κάσου, καταβυθίζοντας τον, ματαιώνοντας το εφιαλτικό σχέδιο για την τύχη τόσων ομήρων.

 

Όπως τους εξεμυστηρεύθη αργότερα ο Victor, η αποτυχία αυτού του εγχειρήματος, προβλημάτισε ιδιαίτερα τους Γερμανούς και τους ενίσχυσε τις υποψίες για την ύπαρξη συμμαχικού κατασκοπευτικού δικτύου που δρούσε στην Κάρπαθο. Τελικά, στις 19 Απριλίου 1944 με εντολή του Συμμαχικού Στρατηγείου, το κλιμάκιο απεχώρησε κρυφά για την Αλεξάνδρεια, επιβιβασθέν σε βρετανικό υποβρύχιο».

 

 

Στις λεπτομέρειες κρύβονται θηλυκοί σατανάδες…

 

Επιτρέπεται να θυμόμαστε και να γράφουμε τις πιο πικρές στιγμές της ιστορίας;

 

Μήπως έτσι σπιλώνουμε τον αγώνα και την προσπάθεια μιας ολάκερης εποχής που τη θέλουμε αψεγάδιαστη; Άλλωστε το ψέμα έχει μια ανείπωτη γλύκα!

 

Αν γεννηθείς αρσενικός έχεις όλο το δικαίωμα να παίζεις με πιστόλια, να ποθήσεις, να γουστάρεις μια γυναίκα, να κάνεις κόρτε και αν τη κατακτήσεις, τότε μπορείς και να κομπάζεις, να καμαρώνεις σα γύφτικο σκεπάρνι, αν όμως είσαι θηλυκό δεν πρέπει, δεν έχεις κανένα δικαίωμα να φανερώσεις τέτοια ένστικτα! Κι ύστερα τρομάζουμε με τους Ταλιμπάν, εκείνους τους πρωτόγονους που επιβάλουν στις γυναίκες να φορούν μπούργκες και να κρύβουν τα πρόσωπα και τα κορμιά τους.

 

Η ιστορία της Μαρίας Τερέζα μοιάζει με τον πιο σκοτεινό εφιάλτη, η αμαρτία της και η καταδίκη της ήταν η ομορφιά της!

 

Ακόμη κι αν είχε φίλους κάποιους αξιωματικών ή Έλληνες, κανένας δεν είχε το δικαίωμα να την κρίνει και να την κατα-δικάσει. Της οφείλουμε ένα συγνώμη, χρωστάμε μια αγκαλιά και μια μικρή πράξη συμπάθειας σε εκείνους που αφού πρώτα κρυφτήκαμε, τους κρίναμε, ενώ είχαμε μέτρο τη φυσιογνωμία, τις επιλογές τους και οδηγό το μπόϊ μας.

 

Αλήθεια τι έμεινε από την Ολλανδή Μαργαρίτα Τσέλε, τη φημισμένη Μάτα-Χάρι; Ότι ήταν μια απίστευτη κατάσκοπος του Α΄Παγκοσμίου Πολέμου ή μήπως η ερωτική της διαδρομή, αντίθετα για κανέναν άντρα, σούπερ-κατάσκοπο, δεν θα βάζαμε τίτλο με χαμόγελο: μια αρσενική πόρνη!

 

Ο φασισμός δεν είναι μια αόρατη έννοια, ούτε περιορίζεται στο γνωστό σκοτεινό πολιτικό κόμμα, κρύβεται στα πιο μικρά κύτταρα του οργανισμού μας και οφείλουμε κάθε φορά να τα αναγνωρίζουμε και να τα χτυπάμε αλύπητα, αν θέλουμε να λεγόμαστε το πιο εξελιγμένο θηλαστικό, διαφορετικά θα παραμένουμε κολοβά δίποδα, που στο πέρασμα τους θα κάνουμε κακό σε κάθε διαφορετικό πλάσμα και θα συνεχίσουμε να επιμένουμε με αυταρέσκεια πως έχουμε όλα τα δίκια με το μέρος μας.

 

Ακολουθεί έκθεση εικόνων από το προσωπικό αρχείο του Μανώλη Δημελλά 

 

 

SHARE
RELATED POSTS
Η πρόθεσή μου…, του Κωστή Α.Μακρή
Μετέωρα βήματα*, του Γιώργου Χατζηδιάκου
Η εφηβεία των νεκρών, του Μάνου Στεφανίδη

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.