Πρόσωπα - Αφιερώματα

Διονύσης Χαριτόπουλος: ένας ατελείωτος ορίζοντας, της Νίκης Κόλλια

13419111_1640845466238272_3279879550100013433_n.jpg
Spread the love

 

13419111_1640845466238272_3279879550100013433_n.jpg

 

Η Νίκη Κόλλια είναι Δικηγόρος. 

 

 

 

 

 

 

daa85488c5e7ab190ca1bb3044e58a6f_XL.jpg

 

Το’ χα γράψει πριν τέσσερα καλοκαίρια.


Πιστεύω και τιμώ ένα προς ένα τα βιβλία του Διονύση Χαριτόπουλου. Πρώτα για χάρη κάποιων απ’ τους ήρωές του, που γρατζουνάνε πάλι και πάλι την καρδιά μου.

 

Στη Δανεικιά Γραβάτα (1976) ο Ντάρλιγκ, ένας πλανόδιος φιλόσοφος, με όλα του τα σύνεργα – χάρτες, πυξίδα, λάμπες θυέλλης και κόλπα του δρόμου- μαθαίνει σ’ ένα παιδί, πώς να φέρνει βόλτα με το μυαλό ολόκληρο τον κόσμο. Παρακάτω η Δέσποινα (1984), κοπέλα μιας ανελέητης επαρχίας, μαζεύει κουράγιο για να φύγει μακριά, ενώ ο άξιος Γιάννης στηρίζει δίχως ανταπόδοση ένα-ένα τα χαμένα Παιδιά της Χελιδόνας (1983).Ύστερα είναι η γραφή του. Αφτιασίδωτη και ευθύβολη κρύβει πάντα δυο αναγνώσεις. Χορταστική ιστορική βιογραφία και μαζί το πρώτο ολοκληρωμένο μνημόσυνο για την ψυχή του Άρη ο Αρχηγός των Ατάκτων (1997-2001, 2003), δωρικό μυθιστόρημα και ταυτόχρονα σιωπηρός θρήνος τα Παιδιά της Χελιδόνας (1983) για μια διαλυμένη οικογένεια και έναν καμένο κόσμο μετά τον Εμφύλιο• δύσκολος αποχαιρετισμός και μαζί προσφορά Ο άνεμος κουβάρι (2005), πρώτη καταγραφή η Δανεικιά Γραβάτα, τα πλαγιαστά αποσπάσματα του Από δω πέρασε ο Κιλροϊ (1992) και παράλληλα προοικονομία του τελευταίου του βιβλίου για τον Πειραιά (2012). Στην πρώτη ανάγνωσή του Το Εκ Πειραιώς (2012) διαβάζεται σαν μια άρτια κοινωνική ανθρωπολογική μελέτη για το λιμάνι, τον τρόπο ζωής, τα ήθη, έθιμα και τις συνήθειες του ανομοιογενούς πληθυσμού των συνοικιών του τη χρονική περίοδο 1947-1967. Σε μια δεύτερη ανάγνωση το βιβλίο γιγαντώνεται, αναδεικνύοντας το βάρος της σπουδαιότητάς του, εκπληρώνοντας την κύρια αποστολή του.

 

Το παιδικό παρελθόν είναι παντού, για πάντα και τα πάντα στη ζωή μας: τα φλογισμένα καράβια, τα βασανισμένα δάχτυλα και τα εξαρθρωμένα σαγόνια, η βουβή λαχτάρα και το χαμένο παιδικό σφυράκι, ο πόνος στην πλάτη και τα κλεφτά όνειρα στο θεόρατο σινεμά, η βουή στη μάντρα της ομάδας πριν γίνει γήπεδο και το ανασήκωμα στους ώμους ενός γίγαντα για να δει καλύτερα, τα παραπονεμένα λόγια των τραγουδιών και οι τούμπες του Ασημάκη, εργοστάσια, αυλές, παράθυρα, τοίχοι, λέσχες, παράγκες και καμαράκια γεμάτα καημούς και ιστορίες, υλικά οικοδομών, παλαμάρια και καδένες, σίδερα με τον τόνο και παράδεισοι με λιόσπορους, σάμαλι και καραμελωμένα μηλαράκια, γαλανά κορίτσια και σημάδια από παλιούς τσαμπουκάδες, σάπια πατώματα παλιών φυλακών και παλτό από ύφασμα δώρο, λιγομίλητοι πρίγκιπες και θανατηφόροι ομορφάντρες, γυναίκες μιας λυρικής νιότης στολισμένες, ρομαντικές και επιθυμητές να ρεμβάζουν σε παράθυρα και να βολτάρουν στην ακτή. Η Σπανιόλα, η Σωσώ και η Νίκη-Ράδιο, καταγεγραμμένες τρυφερά, άλλοτε με λαχτάρα, άλλοτε με νοσταλγία, ακριβώς με τον ίδιο τρόπο όπως στα Απλά Μαθήματα, Τη νύχτα που έφυγε ο Μπούκοβι (1989).

 

Το παιδί Εκ Πειραιώς είναι πάντα σοβαρό χωρίς την ελαφρότητα των άλλων παιδιών, δουλεμένο από νωρίς μιλάει λίγο, ρουφά τον κόσμο ολόκληρο από τους φεγγίτες των ματιών του δίχως να αποκαλύπτει ό,τι βλέπει, μπλέκει σε καβγάδες, ακόμη και όταν είναι σίγουρο πως θα τις φάει και καταγράφει μες το μυαλό του όλα τα σχετικά με την τιμή και την υπερηφάνεια. Είναι το ίδιο αγόρι που μερικά βράδια κοιμάται μέσα σε ένα καρότσι με σηκωμένα τα ξύλινα χέρια του προς τον ουρανό, στέλνει άγραφα γράμματα σε πανέμορφα κορίτσια, ανεβοκατεβαίνει με δανεικιά γραβάτα πολυκατοικίες ως επίδοξος υποψήφιος πωλητής, δειλιάζει μη και ενοχλήσει και προτιμά να μη χτυπήσει τις ξένες πόρτες, ώσπου τον παίρνει το σούρουπο και αποφασίζει πως δεν είναι κανενός, αυτός «θα γίνει ένας!», πετά τη γραβάτα, ανασαίνει ελεύθερος και ανοίγεται στον κόσμο σαν οπλισμένος ανάμεσα σε άοπλους, χωρίς να το δείχνει.

 

Τα βιβλία τούτου του συγγραφέα είναι ένας ατελείωτος ορίζοντας από μάτια, χέρια, φωνές, ψιθύρους, ιστορίες από τα παλιά και ασύλληπτα για τους περισσότερους γεγονότα, όλοι και όλα είναι εντός τους, τόσο απλά και μαζί τόσο σύνθετα τα χρώματα, έτσι για να μη φοβάται πια το παιδί στη ζωή, για να θυμάται τον αγώνα του δρόμου. 

 

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.

The articleexpresses the views of the author

iPorta.gr

SHARE
RELATED POSTS
Η άλλη Σοφία, του Χρήστου Μαγγούτα
O «επίμονος κηπουρός» που… γύρισε από το κρύο, του Νίκου Βασιλειάδη
Ώστε θυμηθήκατε την Τζένη Βάνου; της Μαρίας Φασουλάκη

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.