Φέτος συμπληρώθηκαν 200 χρόνια από την κλοπή των Γλυπτών του Παρθενώνα.
Στις 11 Ιουλίου 1816, το βρετανικό Kοινοβούλιο ψήφισε με νόμο την «αγορά» των γλυπτών που αφαίρεσε ο Έλγιν από την Ακρόπολη και την παράδοσης τους στο Βρετανικό Μουσείο.
Η σημαντική αυτή επέτειος δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητη στη Μελβούρνη.
Έτσι τον άλλο μήνα θα γίνει μια «εικονική δίκη» στην πόλη μας. Ελλάδα εναντίον Βρετανίας με θέμα την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα.
Η εκδήλωση οργανώνεται από το Σύλλογο Ελλήνων Δικηγόρων Αυστραλίας (Hellenic Australian Lawyers Association) και τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Monash την Τετάρτη 19 Οκτωβρίου στο Monash Law Chambers, (555 Lonsdale Street Melbourne).
Συμμετέχουν δε κορυφαίοι νομικοί και πανεπιστημιακοί. Στην έδρα του εικονικού δικαστηρίου (moot court) θα είναι οι δικαστές Αιμίλιος Κύρου και Justice Rita Zammit του Ανώτατου Δικαστηρίου της Βικτώριας και Justice Debra Mortimer του Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου της Αυστραλίας.
Την Ελλάδα θα εκπροσωπεί στο «δικαστήριο» ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Βικτώριας, Παύλος Αναστασίου και τη Μεγάλη Βρετανία ο Julian Burnside.
Την συζήτηση θα διευθύνει η επίτιμη καθηγήτρια Gillian Triggs, πρόεδρος της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Αυστραλίας, ενώ στο πάνελ θα συμμετέχουν από το Πανεπιστήμιο Monash: ο αναπληρωτής καθηγητής Douglas Guilfoyle, (ειδικός σε θέματα Διεθνούς Δικαίου), ο δρ Τριαντάφυλλος Γκούβας, (ειδικός στη Φιλοσοφία Δικαίου) Dr Andrew Connor, (Ιστορικός) και η δρ Ευαγγελία Αναγνώστου-Λαουτίδη (ειδική σε θέματα Κλασικών Μελετών).
Ως «Ελγίνεια Μάρμαρα» ονομάζουμε τη γνωστή συλλογή γλυπτών που προέρχονται από την Ακρόπολη των Αθηνών, τα οποία μεταφέρθηκαν στη Βρετανία το 1806 από τον Τόμας Μπρους, 7ο κόμη του Έλγιν, πρέσβη στην Οθωμανική Αυτοκρατορία από το 1799 μέχρι το 1803. Σήμερα, σε Αθήνα και Λονδίνο βρίσκονται διαμελισμένα πολλά τμήματα, συχνά από το ίδιο γλυπτό.
Η εν λόγω συλλογή περιλαμβάνει μερικά από τα γλυπτά των αετωμάτων (από τις 28 σωζόμενες μορφές των αετωμάτων οι 19 βρίσκονται στο Λονδίνο και οι 9 στην Αθήνα), των μετοπών που απεικονίζουν μάχες μεταξύ των Λαπίθων και των Κενταύρων (από τις 64 σωζόμενες μετόπες οι 48 βρίσκονται στην Αθήνα και οι 16 στο Λονδίνο), αλλά και της Ζωφόρου του Παρθενώνα που κοσμούσε το ανώτερο τμήμα των τοίχων του σηκού του ναού σε όλο τους το μήκος. Από τους 97 σωζόμενους λίθους της Ζωφόρου του Παρθενώνα οι 56 βρίσκονται στο Λονδίνο και οι 41 στην Αθήνα. Ως εκ τούτου, αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 1/2 απ’ ό,τι απομένει από τη γλυπτική διακόσμηση του Παρθενώνα που διασώθηκε: 75 μέτρα από τα αρχικά 160 μέτρα, 15 από τις 92 μετόπες, 17 τμηματικές φιγούρες από τα αετώματα, όπως επίσης και άλλα τμήματα της αρχιτεκτονικής.
Τα αποκτήματα του Έλγιν περιλαμβάνουν ακόμη αντικείμενα από άλλα κτίρια της αθηναϊκής Ακρόπολης: το Ερέχθειο, που μεταβλήθηκε σε ερείπιο κατά τον ελληνικό αγώνα της Ανεξαρτησίας (1821-33), τα Προπύλαια και τον Ναό της Αθηνάς Νίκης. Ο λόρδος Έλγιν πήρε περίπου τα μισά από τα Γλυπτά του Παρθενώνα και από τα υπόλοιπα δημιουργήθηκαν εκμαγεία σε γύψο.
ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΚΛΟΠΗΣ
Το ξεκίνημα του 19ου αιώνα υπήρξε οδυνηρό για τα μνημεία της Ακρόπολης των Αθηνών, εξαιτίας της αρχαιοθηρίας, η οποία έφτασε στο αποκορύφωμά της στις αρχές της πρώτης δεκαετίας του εν λόγω αιώνα. Κύριος αυτουργός υπήρξε ο λόρδος Έλγιν, ο οποίος τότε υπηρετούσε ως πρεσβευτής της Αγγλίας στην Οθωμανική Πύλη (1799-1803).
Το 1799 ο λόρδος Έλγιν διορίστηκε πρεσβευτής της Μεγάλης Βρετανίας στην Υψηλή Πύλη, στην Κωνσταντινούπολη, και εκμεταλλευόμενος την οθωμανική ηγεμονία στην ελληνική επικράτεια κατάφερε να πάρει φιρμάνι από τον Οθωμανό σουλτάνο για την αποκαθήλωσή τους από τον Παρθενώνα, με σκοπό τη μέτρηση και την αποτύπωσή τους σε σχέδια, και στη συνέχεια προχώρησε στην αφαίρεση και φυγάδευσή τους.
Το φιρμάνι, όπως αυτό εκδόθηκε στα τουρκικά, δεν έχει βρεθεί μέχρι σήμερα, παρά τις έρευνες ειδικών στα τουρκικά αρχεία. Μια μετάφρασή του στα ιταλικά, την οποία είχε κάνει ο διερμηνέας της αγγλικής πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη, Πισανί, βρέθηκε στο αρχείο του Φ. Χάντ, ιερέα της πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη κατά την περίοδο που προΐσταστο αυτής ο Έλγιν. Από αυτό το ιταλικό κείμενο έγινε η μετάφραση του φιρμανιού στα αγγλικά, την οποία έδωσε ο Χαντ στην Ειδική Εξεταστική Επιτροπή που είχε συστήσει η αγγλική Βουλή για την αγορά των «Ελγινείων», όταν ο ίδιος κλήθηκε ως μάρτυρας.
Από το 1801 έως το 1804 τα συνεργεία του Έλγιν δρούσαν στην Ακρόπολη, προκαλώντας σημαντικές ζημιές στα γλυπτά και το ίδιο το μνημείο, αποσπώντας και διαμελίζοντας ένα σημαντικό μέρος (περίπου το ήμισυ) από τον σωζόμενο γλυπτό διάκοσμο του Παρθενώνα, μαζί με ορισμένα αρχιτεκτονικά μέλη, όπως ένα κιονόκρανο και ένα σπόνδυλο από κίονα.
Η μεταφορά με πλοία αυτών των ανεκτίμητης αξίας αρχαιοτήτων στην Αγγλία αντιμετώπισε δυσκολίες, αφού γινόταν από λιμάνι σε λιμάνι. Ένα πλοίο βούλιαξε και τα Γλυπτά, ύστερα από παρατεταμένη έκθεση στην υγρασία των διάφορων λιμανιών, έφτασαν τελικά στη Βρετανία. Μάλιστα, ο Έλγιν προκειμένου να ανελκύσει τα Μάρμαρα από τον βυθό της θάλασσας ξόδεψε ένα τεράστιο μέρος από την περιουσία του, και έτσι, σε συνδυασμό με το υπέρογκο κόστος της θαλάσσιας μεταφοράς των Γλυπτών από την Αθήνα, έφτασε να τη χάσει σχεδόν ολόκληρη.
Ως αποτέλεσμα, φύλαξε τα Μάρμαρα σε διάφορες αποθήκες, γεμάτες υγρασία, καθώς του ήταν αδύνατο πλέον οικονομικά να τα στεγάσει σε δικό του χώρο.
Έτσι, ύστερα από την υποθήκευση της συλλογής του από το βρετανικό κράτος, αναγκάστηκε να πουλήσει τα Μάρμαρα του Παρθενώνα στη βρετανική κυβέρνηση, η οποία και τα μετέφερε το 1816 στο Βρετανικό Μουσείο.
Πριν από αυτήν την τελική συναλλαγή είχε ανατεθεί σε ειδική Εξεταστική Επιτροπή να μελετήσει τα στοιχεία της υπόθεσης και τα πορίσματά της τέθηκαν υπόψη του βρετανικού Κοινοβουλίου.
Κατά τη διάρκεια της κοινοβουλευτικής συνεδρίας που έλαβε χώρα, ακούστηκαν πολλές φωνές που εξέφρασαν σκεπτικισμό και απόρριψη για τις ενέργειες του Έλγιν. Ακόμα και σκέψεις για την επιστροφή των Μαρμάρων διατυπώθηκαν τότε για πρώτη φορά. Ισχυρές ενστάσεις ακούστηκαν και εκτός Κοινοβουλίου, με θερμότερο υποστηρικτή τους τον Λόρδο Βύρωνα.
Τα Γλυπτά αυτά αποθηκεύτηκαν στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου. Το 1936 τοποθετήθηκαν στην έκθεση Duveen, που δημιουργήθηκε γι’ αυτόν τον σκοπό. Από το 1983, με πρωτοβουλία της τότε υπουργού Πολιτισμού Μελίνας Μερκούρη, η Ελλάδα καταβάλλει προσπάθειες να φέρει τα Ελγίνεια πίσω στην Αθήνα.
Στις, 11/7/2016, ακριβώς 200 χρόνια μετά, διακομματική ομάδα Βρετανών βουλευτών κατέθεσε στο ίδιο κοινοβούλιο πρόταση νόμου για την κατάργηση του προηγούμενου νόμου και την επιστροφή των γλυπτών στην Ελλάδα.
Το δημοσίευμα επισημαίνει ακόμη ότι σε παλαιότερες δημοσκοπήσεις η πλειονότητα των Βρετανών που δήλωναν ότι γνωρίζουν το ζήτημα τασσόταν υπέρ της επιστροφής. Έρευνα μάλιστα της Ipsos-Mori έδινε 69% υπέρ της επιστροφής και 13% κατά. Την ίδια στιγμή πάντως, το Βρετανικό Μουσείο και η βρετανική κυβέρνηση δια του (πρώην) πρωθυπουργού Ντέιβιντ Κάμερον τάσσονται σθεναρά κατά της επιστροφής των Γλυπτών.
neoskosmos.com