Ο Δημήτρης Ι. Μπρούχος (1961-2024) είναι ποιητής, στιχουργός. συγγραφέας και Σύμβουλος Επικοινωνίας
Άλλη μια φορά η Δωδεκάννησος, αυτό το μοναδικό κομμάτι Ελλάδας, προάγει την ανθρωπιά, σε τέτοιο βαθμό, που η λέξη «εθελοντισμός»,
να μοιάζει μικρή και λίγη.
Το σύμπλεγμα των νησιών, που το συνδέει ως ομφάλιος λώρος η ίδια φλόγα για προσφορά στον συνάνθρωπο, δικαιώνει όλα αυτά που
σημαίνει για μας τους Ελληνες η λέξη Πατρίδα.
Η Ηρωική Δωδεκάνησος του Αλέξανδρου Διάκου, του Γιάννη Μαγκλή, της Δέσποινας Αχλαδιώτου (της κυράς της Ρω), του
παραγκωνισμένου αρχηγού του Ιερού Λόχου Χριστόδουλου Τσιγάντε (που πραγμάτωσε την Ενσωμάτωση και παρέμεινε απλός
θεατής στη διανομή τίτλων αγόγγυστα), εξακολουθεί να δίνει το παράδειγμα ήθους και δράσης υπεράνω εαυτού, υιοθετώντας την
φιλαδελφία-κατά τον Απόστολο των Εθνών Παύλο-στην καθημερινότητά της.
Οι ηλιοψημένοι του μόχθου, οι φορτωμένοι με το άχθος της πάσης φύσεως ανασφάλειας, με τον έλεγχο των κεφαλαίων, με την αγυρτεία
της αθέτησης των προεκλογικών δεσμεύσεων να τους στοιχίζει σε μυϊκό ιστό, αψηφώντας τα όλα, επιστρατεύουν υστερήματα και
πλεονάσματα μετουσιώνοντάς τα σε δύναμη όμοια με αυτή που ρίχνονται στα κύματα του Αιγαίου για τον επιούσιο, βγαίνοντας παλληκάρια.
Αυτά τα παλληκάρια, χτίζουν σκαρί τη συμπαράσταση στους θαλασσοδαρμένους πρόσφυγες, στους μετανάστες που ξεσπίτωσαν άθλια
μεγαλο-συμφέροντα και ξέβρασαν πρόστυχες κερδοσκοπίες, αφήνοντας στο έλεος του Θεού, τις τύχες τους.
Αυτούς, που ομογενοποιεί συλλήβδην ως λαθραίους, μια μίζερη αθηρωματική εσωστρέφεια.
Νικώντας την ξενοφοβία, οι Δωδεκανήσιοι συμπατριώτες μας, βάζουν τις άτυπες πλην ουσιαστικές βάσεις για μια μεταναστευτική πολι τική,
με γνώμονα την απλή ανθρώπινη (αλλά καθόλου αυτονόητη) έμπρακτη συμπαράσταση, τη στιγμή που οι καθ’ ύλην αρμόδιοι «Mr Nothing»,
απλώς καθεύδουν, αποσείοντας πάσαν ευθύνην, λειτουργώντας άλλη μια φορά ως ασπόνδυλα.
Ο Θεός της Ελλάδος όμως, με τη χάρη της Μεγαλόχαρης , με τα φτερά του Ταξιάρχη και με τις μεσιτείες των Δωδεκανήσιων Αγίων, που
εποίησαν πρεσβείαν υπέρ της πρόνοιας Του για τους ξεριζωμένους, ήγειρε στρατό ειρήνης τους γνώριμους Νοτιοαιγεάτες, για να συντρέξει,
να περιθάλψει, να σιτίσει, να σκύψει με στοργική φροντίδα στις ανάγκες των παιδιών, των μανάδων, των ταλαιπωρημένων ανδρών, που η
Μοίρα έριξε στη θολή προσδοκία μιας καλύτερης ζωής.
Στ’ αλήθεια, πόσο γνώριμη και οικεία, πόσο νωπή είναι για τη ράτσα μας η έννοια της προσφυγιάς και της μετανάστευσης…
Πώς μπορούν κάποιοι να εθελοτυφλούν, να παραμένουν ανάλγητοι, άκαμπτοι, ασυγκίνητοι, μπροστά στο δράμα αυτών των ανθρώπων;
Κι από την άλλη, πως βρίσκονται πάντα κάποιοι αειθαλείς αυνάνες προδοτικών τάσεων και αποκλίσεων, που με τη μεγαλύτερη ευκολία
«ανοίγουν σύνορα»,«καταργούν φράγματα», ευαγγελίζονται συμπάθεια για τους αδικοπνιγμένους, αδιαφορώντας ή καλύτερα στοχεύοντας
στην κατάργηση της θωράκισης της χώρας, απέναντι σε κάθε «άσπονδο φιλογείτονα», αγνοώντας τις συνέπειες…
Βλέποντας φωτογραφίες, στιγμιότυπα από διασώσεις, βλέμματα που πέρασαν από τον φόβο στην απορία για να αφεθούν με εμπιστοσύνη
στην καλοσύνη και στην άδολη αγκαλιά, μια εικόνα φέρνω στα μάτια μου και σωπαίνει το μέσα μου και γαληνεύει η ψυχή μου: Την
Παναγιά του Χάρου, απ’ τους Λειψούς.
Που στο πρόσωπο της κάθε Ελληνίδας μάννας, σαρκώνει την αγάπη, τον πόνο, την αγκαλιά σε κάθε σταυρωμένη ελπίδα του κόσμου, με
την εσωτερική ειρήνη από τη βεβαιότητα της Λύτρωσης.
Τελικά, της Ανάστασης, σε μια δικαιότερη ζωή.
Σ’ έναν ανθρωπινότερο κόσμο.
Είθε!
* Οι απόψεις του εκάστοτε συντάκτη αντιπροσωπεύουν τον ίδιο και μόνο.
iPorta.gr