Ανακάλυψα στο βάαααθος ψηλού ντουλαπιού της κουζίνας μου- έχει σημασία αυτό, διότι στα ψηλά δεν φτάνω χωρίς σκαλάκι οπότε μοιραία εκεί τοποθετούνται τα αντικείμενα που δεν χρησιμοποιώ συχνά, έως ποτέ των ποτών, κοινώς, τα άχρηστα- ανακάλυψα, που λέτε, ένα κουτί πολύ μυστηριώδες που μέσα είχε ένα μηχάνημα που ισχυριζόταν πως η δουλειά του ήταν να….αλέθει καφέ! Επέμενε κιόλας…
«Έλα Παναγία μου!» Είπα, όχι, από μέσα μου, γιατί ήμουν μόνη και όταν είμαι μόνη μιλάω απ΄έξω μου… Σαν τους τηλεμάγειρες που όταν μαγειρεύουν μας περιγράφουν την συνταγή, αλλά αν το καλοσκεφτείτε, στην πραγματικότητα μιλάνε μόνοι τους. Ε, κάπως έτσι και γω.
Πότε και για ποιόν λόγο είχα αγοράσει εγώ κάτι τέτοιο;! «Ψυχραιμία Ματινάκι (έτσι με λέω, χαϊδιάρικα)», μου λέω, άν σκεφτείς ήρεμα θα το θυμηθείς. Δεν μπορεί να το χάνεις από τώρα…Είναι νωρίς ακόμα, είσαι μικρή για να βάζεις αλάτι στον καφέ σου και περισπωμένες στις λέξεις…αλλά καλού κακού χτύπα ένα ξύλο και προσπάθησε να θυμηθείς. Τί είναι η μνήμη μας άλλωστε; Μία ντουλάπα γεμάτη ρούχα και συ ψάχνεις το καλό σου το μαύρο το παλτό, εκείνο με το εβαζέ μανίκι που είχες πάρει για τον γάμο των κουμπάρων σου και το λέκιασες με κεριά στην εκκλησία …Εκεί θα είναι, πού να πήγε ολόκληρο παλτό; Εκτός κι αν το πήγες καθαριστήριο, το ξέχασες και ξώμεινε εκεί όλο το καλοκαίρι. Ρεζιλίκια πράματα!
‘Εφτιαξα λοιπόν και γω ένα καφεδάκι, ξεφλούδισα και δύο καρότα που κάνουν, λέει, καλό στην μνήμη, ή βοηθάνε στο μαύρισμα, δεν θυμάμαι ακριβώς, άραξα και προσπάθησα να θυμηθώ, όπερ και ευτυχώς εγένετο. Θυμήθηκα! Μα τί χαρά ήταν αυτή που δεν το έχανα ακόμα!! Εντωμεταξύ τα αμύγδαλα είναι για την μνήμη και τα καρότα για την μελανίνη…απορώ και που θυμήθηκα τελικά!
Η πραγματικότητα ήταν πως πριν χρόοονια, προ κρίσης για να καταλάβετε, είχα την συνήθεια να αγοράζω μικρά χαριτωμένα γκατζετάκια που έκαναν για μένα και την κοινωνία κατ΄επέκτασην, διάφορες παράξενες δουλίτσες…
΄Οπως το να «ξεγρομπαλιάζουν» τα πλεκτά μας που γέμισαν με τα χρόνια γρομπαλάκια γρομπαλάκια γρομπαλάκια και ήταν ένα ανάγλυφο χάλι. Με οκτώ μικρές μπαταριούλες, τέλος τα γρομπαλάκια γρομπαλάκια γρομπαλάκια. Θαύμα σας λέω.
Να βγάζουν τα κουκούτσια από τα βύσσινα για όταν θα κάναμε τζιζκέικ βύσσινο (το γεγονός πως έφτιαχνα πάντα το τζιζκέικ βύσσινο με βύσσινα από κονσέρβα Κύκνος που τυγχάνει να τα έχει ξεκουκουτσώσει ο ίδιος ο Κύκνος, ποσώς με επηρέασε στο να ακυρώσω την συγκεκριμένη παντελώς άχρηστη αγορά). Μαζί με τον «ξεκουκουτσωτή» ήμουν στο τσακ, θυμάμαι, να αγοράσω και τον ντολμαδοπαρασκευαστή. Ειλικρινά δεν θυμάμαι τί απέγινε.
Να μετράνε το ποσοστό αλκοόλ στην ανάσα μας. Αυτό το τελευταίο το είχε δώρο ένα περιοδικό υγείας τις εποχές που όλοι γυρνούσαμε στα σπίτια μας ντίρλα από τις διασκεδάσεις και κάποιοι πίνανε τ’ άντερά τους. Τα αλκοτέστ μόλις είχαν μπει στην ζωή μας οπότε και σκέφτηκε το περιοδικό υγείας πως ήταν απόλυτα φυσιολογικό να κυκλοφορούμε με ένα μπρελόκ στο οποίο θα κρέμονται εκτός το μάτι για να μην μας ματιάζουν, Τον άγιο Χριστόφορο, τα κλειδιά του αυτοκινήτου μας … και ένα πλακέ μαύρο πράγμα με λαμπάκια που -αν δεν είχαν πέσει οι μπαταρίες τους – θα μας συμβούλευε με απόλυτη ειλικρίνεια κάθε που έφτανε Σαββατόβραδο : α.«Φίλε οδηγέ, είσαι μεγάλη ξενέρα, καλό δρόμο», β. «Μπαγασάκο, τα έτσουξες λιγουλάκι, αλλά είσαι στο όριο, άντε μπρε, σε συγχωρώ. Οδήγα, αλλά μην τρέχεις» ή γ.«Πού πας ρε Καραμήτρο;»
Ήταν και κάτι άλλα παρόμοια αντικείμενα που ούτε που ξέρω πια πούθε έχουν καταλήξει, σε ποιά χωματερή, σε ποιό πατάρι, σε ποιά αποθήκη…
Το συγκεκριμένο που έκοβε καφέ λοιπόν, περί του οποίου ο λόγος, ήταν ένα απόκτημα εξ αντανακλάσεως. Θυμήθηκα πως το είχα πάρει δώρο σε ένα φιλικό ζευγάρι- τρελοί και παλαβοί αυτοί με τους καφέδες και τα χαρμάνια- και σκέφτηκα να πάρω ένα και γω, έτσι, για να μου βρίσκεται. Ε, και μου βρέθηκε!
Και ήταν μιά αψυχολόγητη αγορά γιατί εμείς στο σπίτι μας αγοράζαμε πάντα κομμένους καφέδες. Και συσκευασμένους επίσης. Μη θυμηθώ και τις κάψουλες, που πιο συσκευασμένο από αυτές δεν έχει… Η συγκεκριμένη καφετιέρα ήταν κάθετη ως προς αυτό.
Ανοιξα το κουτί, έβγαλα από μέσα το vintage μηχάνημα, το επεξεργάστηκα με ενδιαφέρον, το ξεσκόνισα, διάβασα τις οδηγίες χρήσεως, το ξαναέβαλα σελοφάν του, ξανά στο κουτί του και το άφησα να εξαφανιστεί πάλι στο βάααααθος του ψηλού μου ντουλαπιού της κουζίνας.
Ας το βρουν οι επόμενες γενιές και ποιός ξέρει;. Μπορεί να καταλήξει σε κανένα μουσείο σαν τον μηχανισμό των Αντικυθήρων, να το φωτογραφίζουν σε καμιά διακοσαριά αιώνες εκστασιασμένοι Γιαπωνέζοι τουρίστες!
Πλάκα θα ΄χε ο μηχανισμός των Αντικυθήρων να ήταν καμιά βλακεία της εποχής που μιά αρχαία νοικοκυρά πέταξε στη θάλασσα από τα νεύρα της!
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr