Ο Χρήστος Δάρρας δεν είναι πια μαζί μας. Έφυγε προχθες και κηδεύθηκε χθες σε στενό οικογενειακό κύκλο, εν σιωπή, όπως ήταν η επιθυμία του. Όσοι μαθητεύσαμε κοντά του πενθούμε. Κυρίως όμως πενθούν τα ελληνικά γράμματα που έχασαν τον δημιουργό του “Ιδεογράμματος”, τον τελευταίο εκδότη της “παλαιάς σχολής”, τον εγγράμματο αφοσιωμένο της αισθητικής στην τέχνη και τη ζωή. Η εικόνα του και τα λόγια του στο υπόγειο της οδού Ιπποκράτους, πλάι στην επίπεδη μηχανή της Χαϊδελβέργης, ή πίσω από το γραφείο του, θα μείνουν πολύτιμη ανάμνηση και αδαπάνητη κληρονομιά. Χώμα ελαφρύ αγαπημένε Χρήστο.
“(…) Ο Χρήστος Δάρρας, αρχικά δημοσιογράφος, μετά ασφαλιστής, συνέλαβε την ιδέα του εκδοτικού του οίκου το 1990. Νονός, ο ιδιόρρυθμος μεταφραστής του Μαλαρμέ, ποιητής Γ. Σ. Πατριαρχέας. ‘Εκτοτε, το “Ιδεόγραμμα” έχει κυκλοφορήσει εννέα ιστορικές για τα ελληνική δεδομένα εκδόσεις με βασική αρχή την αρμονική συνύπαρξη περιεχομένου και περιέχοντος. Σημαντικά κείμενα σε αριστοτεχνικές μεταφράσεις, με άψογη τυποτεχνική και αισθητική εμφάνιση, τα οποία σχεδιάζονται από τον Δάρρα σε συνεργασία με βετεράνους της παραδοσιακής τυπογραφίας, όπως ο κύριος Παύλος Στούμπος. Το πρώτο μνημειώδες, γενέθλιο έργο του “Ιδεογράμματος”. “Το ‘Εγκλημα και η Τιμωρία” του Θ. Ντοστογιέβσκι κατά μετάφραση Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, με πρόλογο Εμμανουήλ Ροίδη, αποκαλέστηκε από τον Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλο στο “Βήμα” “μυθική έκδοση” και “ανάδυση καταποντισμένης ηπείρου”. Ακολούθησαν τα “Ποιήματα” του Στέφανου Μαλαρμέ σε μετάφραση Πατριαρχέα, η “Λόρδου Βύρωνος Αλληλογραφία από την Ελλάδα” στη μετάφραση-κατόρθωμα του Δημοσθένη Κούρτοβικ, οι “Εξομολογήσεις του Ζαν-Ζακ Ρουσσώ μεταφρασμένες αριστοτεχνικά από την Αλεξάνδρα Παπαθανασοπούλου, τρία έργα του Παλαμά “Η Φοινικιά”, “Ο Τάφος” και τα “Σατιρικά Γυμνάσματα” με εισαγωγή Ηλία Λάγιου. τα Ποιήματα του Κ.Γ. Καρυωτάκη με σχόλια Παντελή Μπουκάλα και, τέλος, “Οι Επιστολές του Τζίακοπο ‘Ορτις” του Ούγο Φώσκολο σε μετάφραση ‘Εφης Καλλιφατίδη. Τριάντα χρόνια ο Δάρρας ασχολήθηκε με τον κόσμο των βιβλίων ως αναγνώστης και συλλέκτης. Σπούδασε όμως στις μεγάλες βιβλιοθήκες της Σουηδίας, της Αμερικής, της Αγγλίας, την τυποτεχνική και την αισθητική του βιβλίου από τα αρχέτυπα βιβλία, όσα τυπώθηκαν από την εποχή του Γουτεμβέργου μέχρι το 1500, τα παλαιότυπα, όσα τυπώθηκαν μέχρι και το 1600, αλλά και από τις περίφημες εκδόσεις τέχνης του 18ου και 19ου αιώνα που έκαναν οι ‘Αγγλοι, οι Γάλλοι και οι Γερμανοί. Τον γοήτευε η υψηλή αισθητική στάθμη στην οποία είχαν φθάσει οι παλιοί τυπογράφοι με τη θαυμάσια εικονογράφηση, ξυλογραφίες αρχικά και μετά χαλκογραφίες και λιθογραφίες. Το όλον ολοκληρωμένο με θαυμάσια βιβλιοδεσία. ‘Ισως γι’ αυτό και ο Αχιλλέας, ο γιος του σπούδασε βιβλιοδεσία στη Φλωρεντία (…)”.
Απόσπασμα άρθρου της Μαρίας Τσάτσου στην εφημερίδα Καθημερινή (17.10.1999).