Μόνο στη Ρόδο
Αποστόλου Παύλου 50, Βενετοκλέων,
Pane di capo: Λεωφόρος Ρόδου-Λίνδου (ύψος ΙΚΑ), Λεωφόρος Κρεμαστής & «Πηγές Καλλιθέας»
Ο Φράνκο Τζεφιρέλι μάς αποχαιρέτησε πλήρης ημερών. Έγραψε τη δική του ιστορία. Οι περισσότεροι τον γνωρίζουν από τον κινηματογράφο, αλλά οι μνημειώδεις παραστάσεις του στην όπερα έχουν αφήσει εποχή.
Είχα τη τύχη να συνεργαστώ μαζί του, κάτω από πολύ ιδιαίτερες συνθήκες, πριν από 14 χρόνια. Ήταν το 2005, όταν το Φεστιβάλ Αθηνών γιόρταζε τα 50 χρόνια. Μια χρονιά που είχα την ευθύνη της καλλιτεχνικής διεύθυνσης.
Κτίζοντας ένα σημαντικό πρόγραμμα, είχαμε υπογράψει και ανακοινώσει μια συνεργασία με το Φεστιβάλ Συρακουσών. Στο εκεί αρχαίο θέατρο θα φιλοξενούνταν η όπερα «Μήδεια» σε σκηνοθεσία Τζεφιρέλι και είχαμε συμφωνήσει η παράσταση να παρουσιαστεί στο Ηρώδειο τον Σεπτέμβριο. Ξαφνικά, τον Μάρτιο, η διευθύντρια του Φεστιβάλ Συρακουσών με ενημερώνει ότι παραιτήθηκε, ότι το πρόγραμμα του Φεστιβάλ ακυρώθηκε στο σύνολο του, μαζί και η παράσταση του Τζεφιρέλι. Και τότε άρχισε η περιπέτεια.
Με τη βοήθεια μιας καλής φίλης κλείνω ένα ραντεβού με τον μαέστρο στη Ρώμη. Το Πάσχα εκείνης της χρονιάς τον επισκέπτομαι στην βίλα του, με τα υψηλά τείχη και τον απέραντο κήπο, κοντά στην Απία Οδό. Ήταν εκεί με τους συνεργάτες του και μελετούσαν ένα μελλοντικό σχέδιο. Δεν γνώριζε την αιτία της επίσκεψης μου κι όταν του εξέφρασα την επιθυμία του Φεστιβάλ Αθηνών να παρουσιάσει μια όπερα στο Ηρώδειο, χαμογέλασε. Αστειευόμενοι οι συνεργάτες του μου εξήγησαν ότι ο μαέστρος ήταν κλεισμένος για τα τρία προσεχή χρόνια και δεν υπήρχε κανένα περιθώριο συζήτησης.
Δεν έφυγα. Συζητήσαμε περί ανέμων και υδάτων για λίγη ώρα και ξαφνικά του λέω ότι η πρόταση μου ήταν μια λευκή επιταγή. Να παρουσιάσει όποια όπερα θέλει, με όποιους συνεργάτες θέλει και με όποιο κόστος θέλει. Ο μόνιμος συνεργάτης του και διευθυντής ορχήστρας μου είπε ότι ο μαέστρος είναι πολύ ακριβός. Απάντησα ότι δεν με ενδιαφέρει. Ότι δεν έχω κανέναν όρο να θέσω και το μόνο που ενδιέφερε ήταν η παρουσία του στο Ηρώδειο. Λίγο αργότερα, χωρίς απάντηση, τον αποχαιρέτησα με ανάμικτα συναισθήματα.
Για δύο εβδομάδες περίμενα με αγωνία. Το τηλέφωνο δεν κτυπούσε κι άρχισα να πιστεύω ότι το σχέδιο είχε ματαιωθεί. Αλλά το τηλέφωνο κτύπησε. Απλός, άνετος κι ευγενικός μου ανακοίνωσε ότι το αποφάσισε. Για δύο λόγους. Θα σκηνοθετούσε τους Παλιάτσους, εις μνήμη του δασκάλου του Φεντερίκο Φελίνι. Ένα έργο που του ξυπνούσε ιδιαίτερες αναμνήσεις. Κι επί πλέον θα ήθελε να επιστρέψει στο Ηρώδειο μετά από 40 χρόνια, όπου είχε σκηνοθετήσει ένα έργο του Σαίξπηρ τη δεκαετία του ΄60, με το Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας.
Πανευτυχής του είπα ότι έχω ένα και μόνον όρο. Γέλασε και ζήτησε να μάθει. Ήθελα να το ανακοινώσουμε μαζί σε συνέντευξη στην Αθήνα. Ήθελα με την παρουσία του μπροστά στους δημοσιογράφους να εξηγήσουμε ότι η συνεργασία με τις Συρακούσες και τη Μήδεια ματαιώθηκε και ότι τη θέση της πήραν οι Παλιάτσοι. Συμφώνησε αμέσως και κλείσαμε την ημερομηνία.
Η συνέντευξη δόθηκε στο Χίλτον. Έκανα να προηγηθώ για τον αναγγείλω, αλλά με συγκράτησε, λέγοντας μου ότι θέλει να μπούμε μαζί στην αίθουσα. Ένα πλήθος δημοσιογράφων τον χειροκρότησε καθώς διέσχιζε την αίθουσα. Ευγενής και μειλίχιος απάντησε σε όλες τις ερωτήσεις. Την άλλη μέρα το πρωί θα επέστρεφε στη Ρώμη κι ακόμα δεν είχαμε μιλήσει για κρίσιμες λεπτομέρειες. Το απόγευμα στέλνω στο ξενοδοχείο την Μαρίνα Μπράβου, τη δικηγόρο μας, με μια σύμβαση, έχοντας αφήσει κενή την αμοιβή του για να την συμπληρώσει ο ίδιος. Η αγωνία ήταν μεγάλη, παρ’ όλο που ήξερα ότι θα εκτιμούσε τη χειρονομία μου. Και πραγματικά η αμοιβή που ζήτησε ήταν σχεδόν δώρο. Την άλλη μέρα το πρωί είχε ήδη κατατεθεί η προκαταβολή. Έτσι ξεκίνησε μια σχέση αξιοπιστίας.
Με κάλεσε μετά από ένα μήνα για να μιλήσουμε για τις λεπτομέρειες της παραγωγής. Βρέθηκα και πάλι στη βίλα του, μαζί με τον τεχνικό διευθυντή του Φεστιβάλ Κώστα Χαραλαμπίδη και τη διευθύντρια παραγωγής Σοφία Παντουβάκη (που τώρα είναι καθηγήτρια ενδυματολογίας στο πανεπιστήμιο του Ελσίνκι). Μας έδειξε την πλαστική μακέτα του σκηνικού. Είχε κατασκευάσει σε μικρογραφία όλο το Ηρώδειο, με κάθε λεπτομέρεια και είχε τοποθετήσει επάνω τα σκηνικό του. Η πλαστική μακέτα ήταν ένα έργο τέχνης από μόνο της, που στη συνέχεια μου την έκανε δώρο.
Ο Τζεφιρέλι ανήκε σ’ εκείνους τους μεγάλους καλλιτέχνες που δεν έχουν ν’ αποδείξουν τίποτα. Έτσι βρήκε λογικό το αίτημα μου να επιλεγεί για την παράσταση η χορωδία και η ορχήστρα της Λυρικής Σκηνής. Έτσι το κόστος μειώθηκε ριζικά και η παραγωγή θα ήταν πλέον κερδοφόρος. Κι όλα αυτά με τη σύμφωνη γνώμη του. Όταν οι πρόβες άρχισαν στην Αθήνα, διαμορφώσαμε στο Badminton έναν χώρο αντίστοιχο με τη σκηνή του Ηρωδείου. Αυτό στάθηκε και μια αφορμή για να δημιουργηθεί το μετέπειτα ομώνυμο θέατρο.
Όταν ήρθε η ημέρα της γενικής δοκιμής στο Ηρώδειο ξεκίνησε μια δυνατή βροχή, που δεν ήταν μπόρα, αλλά κράτησε μέχρι το βράδυ. Η γενική δοκιμή ματαιώθηκε. Μεγάλο πλήγμα για την παράσταση. Απέφευγα να τον συναντήσω, πιστεύοντας ότι θα ήταν αναστατωμένος. Τελικά πήγα σε κάποια καμαρίνια που είχαμε διαμορφώσει δίπλα στη σκηνή. Εκεί ήρεμος έριχνε μια τελευταία ματιά στα κοστούμια. Όλοι, χορωδοί, κομπάρσοι, πρωταγωνιστές παρελάμβαναν από μπροστά του, ενώ η βροχή έξω μαίνονταν. Τόλμησα να τον ρωτήσω: «και τώρα τι κάνουμε;». Χαμογέλασε και είπε: «απολύτως τίποτα. Είμαστε έτοιμοι».
Την άλλη μέρα ο καιρός ήταν σύμμαχος και στο τέλος, στο μεγάλο χειροκρότημα, ήμασταν μαζί στα παρασκήνια. Ετοιμαζόταν να βγει τελευταίος για την αποθέωση του κοινού. Γυρνάει και μου λέει, σφίγγοντας το χέρι μου: «We did it». Απλός όπως κάθε μεγάλος…
Ave atque vale, maestro…
Σε χαιρετώ και αντίο Μαέστρο…
17.06.2019
Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr