Οι εκλογές τελείωσαν για άλλη μια φορά, αφήνοντας ανάμεικτα αισθήματα. Δεν θα αναφερθώ σ’ αυτές, ούτε στους κερδισμένους ή τους νικημένους. Η ζωή συνεχίζεται πάντα, σε πείσμα πολλών που την θέλουν δέσμια των δικών τους επιλογών και συμφερόντων. Γι’ αυτό κι εγώ, θα συνεχίσω τα ταξίδια μου στο παρελθόν, πάντα με τον ίδιο γνώμονα: να μεταφέρω χαμένες γνώσεις, να σας κάνω να σκεφτείτε κάποια πράγματα, να εξηγήσετε άλλα, και προ πάντων, να σηκώσετε το κεφάλι σας περήφανα και να συνεχίσετε τον αγώνα σας για μια καλύτερη ποιότητα στην προσωπική σας ζωή, χωρίς να ξεχνάτε τον διπλανό σας.
Την εποχή της Τουρκοκρατίας και μετά την Απελευθέρωση, τα συγκοινωνιακά μέσα στην πρωτεύουσα ήταν τα γαϊδούρια και οι καμήλες για τις εντός πόλεως μετακινήσεις, και τα άλογα για τις εκτός πόλεως, που ήταν μεγαλύτερες και που ο ταξιδιώτης τα άλλαζε στα χάνια. Επίσης υπήρχαν και τα φορητά αμάξια που τα σήκωναν στους στιβαρούς ώμους τους Μαλτέζοι χαμάληδες.
Οι εξωτικές καμήλες σταμάτησαν να χρησιμοποιούνται από τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Όθωνα.
Το 1831 ο Άγγλος ναύαρχος Μάλκολμ έφερε δύο δίτροχα κάρα από τη Μάλτα για τη μεταφορά των οικοδομικών υλικών που προορίζονταν για την κατασκευή της έπαυλής του στην Κυψέλη ( σημερινό Άσυλο Ανιάτων). Αργότερα, Βαυαροί, αλλά και εύποροι έλληνες έφεραν άμαξες. Ο αριθμός των τροχοφόρων αυξανόταν χρόνο με το χρόνο. Στην πλατεία Μοναστηρακίου υπήρχε πιάτσα αμαξών και η αμοιβή της μεταφοράς γινόταν με παζάρεμα.
Το 1835 υπογράφηκε σύμβαση με τον Βαυαρό Στρόγκ για την εκμετάλλευση της συγκοινωνίας Αθηνών-Πειραιώς με τη χρησιμοποίηση ιπποκίνητων αμαξών ( είχε προηγηθεί το 1831 στο Ναύπλιο η Πασιτείνουσα- όπως είχε μεταφραστεί η λέξη omnibus και εκτελούσε την συγκοινωνία Ναύπλιο-Άργος). Το ιπποκίνητο Παμφορείον ή Πολυφορείον εκτελούσε το δρομολόγιο Αθηνών-Πειραιώς.
Το 1860 ο επιχειρηματίας Χρηστομάνος ανέλαβε το έργο εκμετάλλευσης της συγκοινωνάς και ήταν αυτός που χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τον όρο λεωφορείο. Υπήρχαν επίσης τα λεγόμενα βιζαβί- μεγάλες ανοιχτές άμαξες με αντικρυστά καθίσματα- των οποίων η πιάτσα βρισκόταν στην πλατεία Ομονοίας, τα λαντώ και οι βικτώριες. Τα λαντώ τα προτιμούσαν οι οικογένειες, ενώ τις βικτώριες οι νεαροί δανδήδες.
Οι αμαξάδες φρόντιζαν με ιδιαίτερη επιμέλεια τις άμαξές τους, αλλά και τη δική τους εμφάνιση (ψηλό καπέλο και στολή με πολύπτυχο επινώτιο από σκούρα μπλέ τσόχα και μεγάλ, μεταλλικά κουμπιά). Ήταν απαραίτητοι και για τις ερωτικές υποθέσεις των Αθηναίων, γνώστες πολλών μυστικών της αθηναϊκής κοινωνίας και χαρακτηρίζονταν από παροιμοιώδη θυμοσοφία.
Το 1882 εγκαινιάστηκε το δίκτυο ιπποκίνητου τροχιοδρόμου στην Αθήνα- τότε κυκλοφόρησαν τα πρώτα ιπποκίνητα τραμ. Τα βαγόνια, κλειστά το χειμώνα και ανοιχτά το καλοκαίρι, κινούνταν πάνω σε ράγες και τα έσερναν τρία άλογα και ένα βοηθητικό. Η αφετηρία τους ήταν στην πλατεία Ομονοίας, μπροστά από το ξενοδοχείο «Μπάγκειον».
Αρχικά λειτουργούσαν γραμμές προς την Αγγλικανική Εκκλησία και το Ζάππειο, τα Πατήσια (σταδιακά μέχρι την Αλυσίδα) και τους Αμπελόκηπους.
Η εμφάνιση του ιπποκίνητου τραμ και η χαμηλή, σε σύγκριση με τις άμαξες, τιμή του εισιτηρίου προκάλεσαν την αντίδραση των αμαξάδων αλλά και άλλων που ενοχλούνταν από την παρουσία του τραμ γα διάφορους λόγους και που προέβησαν σε δολιοφθορές (έβαζαν πέτρες πάνω στις ράγες για να προκαλέσουν εκτροχιασμό). Η εταιρεία ανακοίνωσε αμοιβή εκατό ελβετικών φράγκων σε όποιον κατήγγειλε τους δράστες.
Το τράμ ήταν τόσο αργό, που μπορούσε κανείς ν’ανέβει ή να κατέβει εν κινήσει. Τα άλογα συχνά δεν αναταποκρίνονταν και τότε οι επιβάτες έσπρωχναν μέχρι το τραμ να ξεκινήσει και πάλι. Όταν τα ιπποκίνητα τραμ σταμάτησαν να λειτουργούν, τα άλογα δόθηκαν σε θηριοτροφεία και στον ζωολογικό κήπο, τα δε βαγόνια έγιναν αποδυτήρια στην παραλία του Νέου Φαλήρου.