Τι γνωρίζουμε;
Οι λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος ταλαιπωρούν παγκοσμίως περισσότερα από 150 εκ άτομα και των δύο φύλων ετησίως. Εκδηλώνονται σε παιδιά, νέες γυναίκες, εγκυμονούσες, διαβητικούς, υπερήλικες και πολύ λιγότερο σε ενήλικους άνδρες. Υπολογίζεται ότι έως και οι μισές γυναίκες θα εμφανίσουν έστω και ένα επεισόδιο ουρολοίμωξης στη ζωή τους.
Στην ουρολοίμωξη, βακτήρια στα ούρα προκαλούν φλεγμονή. Η ποσότητα των μικροβίων ή του μικροβίου και η παρουσία ή απουσία πύου στα ούρα (πυουρία) ποικίλει. Οι επιπτώσεις τους διαφέρουν ανάλογα με το φύλο και την ηλικία.
Οι υπεύθυνοι μικροοργανισμοί της ουρολοίμωξης είναι το κολοβακτηρίδιο ( 95% των ουρολοιμώξεων) τα gram αρνητικά βακτήρια ( 85% των εξωνοσοκομειακών και το 50% των ενδονοσοκομειακών ουρολοιμώξεων) και πιο σπάνια τα gram θετικά και άλλα παθογόνα βακτήρια όπως χλαμύδια, ουρεόπλασμα ή μυκόπλασμα.
Διακρίνονται σε οξείες και χρόνιες και σε επιπλεγμένες ή μη επιπλεγμένες. Επιπλεγμένη είναι η λοίμωξη σε ασθενή με προϋπάρχουσες παθήσεις του ουροποιητικού ή μειωμένη αντίσταση του ανοσοποιητικού συστήματος (παρουσία λίθου, ουροκαθετήρα, ανατομικές ή λειτουργικές ανωμαλίες κ.α ) που μειώνει την αποτελεσματικότητα της αντιμικροβιακής αγωγής. Οι ασθενείς άνευ ιστορικού, συνήθως δεν παρουσιάζουν προβλήματα.
Ενοχοποιητικοί παράγοντες
Φαίνεται να παίζει ρόλο η μεταβολή χλωρίδας από αντιβιοτικά και άλλες λοιμώξεις του γεννητικού συστήματος. Αρνητικά επιδρούν η λήψη αντισυλληπτικών χαπιών και η χρήση διαφραγμάτων και σπερματοκτόνων.
Σε φυσιολογικές συνθήκες τα μικρόβια απομακρύνονται γρήγορα με την ούρηση ενώ αντιμετωπίζονται και από τις αντιμικροβιακές ιδιότητες των ούρων και του βλεννογόνου της κύστης. Το αν θα προκληθεί ουρολοίμωξη εξαρτάται από την ισχύ του μικροβίου να μολύνει, ο αριθμός τους και οι ισχυροί μηχανισμοί άμυνας του οργανισμού.
Συμπτώματα κυστίτιδας, δηλ. λοίμωξης της ουροδόχου κύστης είναι δυσουρία, συχνουρία, έπειξη και υπερηβικός πόνος. Τα ούρα είναι θολά και δύσοσμα και περίπου στο 30% των περιπτώσεων, αιματηρά. Υψηλός πυρετός, ναυτία και εμετός, υποδηλώνουν νεφρική λοίμωξη στην οποία τα συμπτώματα αναπτύσσονται μέσα σε λίγες ώρες ή σε μία ημέρα.
Πότε ευνοούνται οι ουρολοιμώξεις;
Εγκυμοσύνη:. Ενοχοποιούνται για μεγαλύτερη συχνότητα νεογνών μικρού βάρους, πρόωρων τοκετών και νεογνικής θνησιμότητας.
Απόφραξη: Κάθε εμπόδιο (στένωση ουρητήρα, λιθίαση, κακοήθεια στον προστάτη) στη ροή των ούρων οδηγεί σε υδρονέφρωση, δηλ. διάταση των ουροφόρων οδών, αύξηση της συχνότητας των ουρολοιμώξεων και καταστροφή του νεφρικού ιστού.
Κυστεοουρητηρική παλινδρόμηση: Είναι η επιστροφή των ούρων από την κύστη πίσω εντός των ουρητήρων ή και μέχρι την πύελο. Οφείλεται σε ανατομικές ανωμαλίες που πρέπει να αντιμετωπίζονται σε μικρή ηλικία, κυρίως στα κορίτσια.
Ουρηθρίτιδα: Πρόκειται για λοίμωξη της ουρήθρας ή της ουροδόχου κύστης από αποικίες ESERIHIA COLI ή σταφυλόκοκκο ή σεξουαλικώς μεταδιδόμενα παθογόνα μικρόβια.
Οι συνήθεις διαγνωστικές μέθοδοι είναι μικροσκοπική εξέταση ούρων με καταμέτρηση του αριθμού των μικροβίων ή ουροκαλλιέργεια με το αντιβιόγραμμα. Ακολουθεί υπερηχογράφημα νεφρού, ουροδόχου κύστης και έλεγχος προστάτη στους άνδρες.
Μέτρα κατά των ουρολοιμώξεων.
Η θεραπεία των ορολοιμώξεων περιλαμβάνει κυρίως τη χρήση αντιβιοτικών και διαρκεί τουλάχιστον 10 ημέρες. Η ουρολοίμωξη θεωρείται υποτροπιάζουσα όταν εμφανίζεται περισσότερο από τρεις φορές ετησίως. Είναι συχνότερη σε σεξουαλικά ενεργές γυναίκες με ανατομική προδιάθεση στις υποτροπιάζουσες κυστίτιδες, οπότε ακολουθείται επταήμερη θεραπεία, με αντιβιοτικό υψηλής ευαισθησίας.
Οι γυναίκες με υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις, προληπτικά πρέπει να καταναλώνουν τουλάχιστον 2 λίτρα υγρά ημερησίως (συστηματική κένωση της κύστης περίπου ανά 3 ώρες) και να βεβαιώνονται ότι η κύστη τους έχει αδειάσει εντελώς. Επίσης να προφυλάσσονται κατά τη σεξουαλική πράξη υιοθετώντας υγιεινές πρακτικές και να αδειάζουν την κύστη μετά την σεξουαλική επαφή.
Για να προλάβουμε τις ουρολοιμώξεις, γενικά δεν καθυστερούμε την ούρηση, καταναλώνουμε αρκετό νερό, διατηρούμε την υγιεινή των γεννητικών οργάνων και των χεριών. Όχι στην προληπτική και άσκοπη κατανάλωση των αντιβιοτικών διότι έτσι αυξάνεται η ανθεκτικότητα των μικροβίων και αυτόματα γινόμαστε πιο ευάλωτοι.
Ο Σπύρος Γκούβαλης είναι χειρουργός-ουρολόγος, εξειδικευμένος στις νεότερες τεχνικές της ουρολογικής χειρουργικής και διαγνωστικές μεθόδους. Είναι Διευθυντής της Ουρολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου «Ερρίκος Ντυνάν».
Επισκεφθείτε την ιστοσελίδα του στοwww.sgouvalis.gr
SHARE