Ανοιχτή πόρτα

65 χρόνια… E U R O V I S I ON «Voila…», του Δημήτρη Ι. Μπρούχου

Spread the love

Δημήτρης Μπρούχος

Οι ρίζες του διαγωνισμού τραγουδιού της Eurovision προέρχονται αρχικά από την επιθυμία να προωθηθεί η συνεργασία μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών μέσω διασυνοριακών τηλεοπτικών εκπομπών, τα χρόνια μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτό οδήγησε στην ίδρυση της Ευρωπαϊκής Ραδιοτηλεοπτικής Ένωσης (European Broadcasting Union EBU), το 1950. Η λέξη “Eurovision” χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά σε σχέση με το δίκτυο της EBU το 1951, από τον Βρετανό δημοσιογράφο Τζορτζ Κάμπεϊ, σε ένα πρόγραμμα του BBC, που μεταδόθηκε από την ολλανδική τηλεόραση. Ακολούθησαν μεταδόσεις διαφόρων εκδηλώσεων διεθνώς, μέσω του δικτύου μετάδοσης της Eurovision στις αρχές της δεκαετίας του 1950 και μια σειρά προγραμμάτων διεθνούς ανταλλαγής το 1954. Τον Ιανουάριο του 1955, συγκροτήθηκε  μια επιτροπή της EBU, με επικεφαλής τον Ελβετό επιχειρηματία Μαρσέλ Μπεζανσόν, για τη διερεύνηση νέων πρωτοβουλιών συνεργασίας μεταξύ ραδιοτηλεοπτικών φορέων, η οποία ενέκρινε για περαιτέρω μελέτη την ιδέα ενός ευρωπαϊκού διαγωνισμού τραγουδιού, ύστερα από πρόταση του Σέρτζιο Πουλιέζε, της ιταλικής τηλεόρασης RAI. Η Γενική Συνέλευση της EBU, τον Οκτώβριο του 1955, συμφώνησε στη διοργάνωση του διαγωνισμού τραγουδιού, με τον αρχικό τίτλο: European  Grand  Prix (Ευρωπαϊκό Γκραν Πρι), και αποδέχτηκε πρόταση της ελβετικής αντιπροσωπείας να φιλοξενήσει την εκδήλωση στο Λουγκάνο την άνοιξη του 1956.

Ο Διαγωνισμός Τραγουδιού Eurovision (Eurovision Song Contest) στα αγγλικά και στα γαλλικά: Concours Eurovision de la chanson, που καθιερώθηκε ως Eurovision), είναι ετήσιος διαγωνισμός που διοργανώνεται ανάμεσα στα μέλη της Ευρωπαϊκής Ραδιοτηλεοπτικής Ένωσης (European Broadcasting Union EBU), στον οποίο κάθε χώρα συμμετέχει με ένα τραγούδι που πρέπει να ερμηνευτεί ζωντανά στην τηλεόραση. Ο διαγωνισμός διεξάγεται ανελλιπώς κάθε χρόνο από το 1956 μέχρι σήμερα, με μόνη εξαίρεση την 64η  διοργάνωσή του, το 2020, που ακυρώθηκε λόγω της επιδημίας covid-19. Aποτελεί έναν από τους μακροβιότερους τηλεοπτικούς θεσμούς και τον δημοφιλέστερο διαγωνισμό του είδους του, που διοργανώνεται ανά τον κόσμο.    

Το Ιταλικό Φεστιβάλ Τραγουδιού του Σαν Ρέμο (Festival di Sanremo ή εκτός Ιταλίας ως Sanremo Music Festival, που πραγματοποιήθηκε μεταξύ 29 και 31 Ιανουαρίου 1951), χρησιμοποιήθηκε ως βάση για τον αρχικό προγραμματισμό του διαγωνισμού (όπως και για το καθ’ ημάς Φεστιβάλ Ελληνικού Τραγουδιού), με πολλές τροποποιήσεις και προσθήκες, με δεδομένο τον διεθνή χαρακτήρα του.                                     

Ο πρώτος διαγωνισμός της Eurovision διεξήχθη στις 24 Μαΐου 1956 και συμμετείχαν επτά χώρες, με κάθε χώρα να εκπροσωπείται από δύο τραγούδια διάρκειας μεταξύ 3 και 3½ λεπτών και ήταν η μόνη φορά κατά την οποία επιτράπηκαν πολλαπλές συμμετοχές ανά χώρα.                                      

Ο αριθμός των τηλεθεατών που παρακολουθούν τον διαγωνισμό κάθε χρόνο, εκτιμάται μεταξύ 100 και 600 εκατομμυρίων.

Tα τελευταία πολλά χρόνια, ο χαρακτήρας του θεσμού στρεβλώθηκε. Η «φωνή» πέρασε σε δεύτερο πλάνο ενώ κυριάρχησε η «εικόνα». Το «θέμα» έγινε «θέαμα», γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα την αλλαγή του ύφους και του ήθους των συμμετοχών των διαφόρων χωρών. Εξέλιπαν οι μεγάλες ορχήστρες (κατά τη γνώμη μου απαράδεκτο), τη στιγμή που όλες οι χώρες – μέλη της Eθνικής Ραδιοτηλεοπτικής Ένωσης EBU διαθέτουν επίζηλες ορχήστρες, οι οποίες μένουν εν πολλοίς αναξιοποίητες, ειδικά σε μια τέτοιας κλίμακας διοργάνωση, μειώνοντας το κύρος της και στερώντας της την παλιά της αίγλη. Ομογενοποιήθηκε η γλώσσα (κανονικά κάθε χώρα θα έπρεπε να ενθαρρύνεται να επιλέγει να διαγωνίζεται στη γλώσσα της, ώστε να δίδεται έμφαση στη διαφορετικό-τητα των ακουσμάτων, στη μελωδία και στην ερμηνευτική δεινότητα των καλλιτεχνών. Εκτροχιάστηκε το «στυλ» (κάποιοι θα μιλήσουν για προσαρμογή κι εξέλιξη στις σύγχρονες αισθητικές ανάγκες), στην πραγματικότητα όμως το «τραγούδι», που δεν είναι τίποτε άλλο από την «τέχνη της ψυχής», πέρασε σε μιαν άλλη διάσταση, εμπορευματοποιώντας το ανθρώπινο σώμα, λειτουργώντας στην πραγματικότητα ως «δειγματο-διανομή καλλιτεχνικής εκπόρνευσης».

Κι αυτό είναι λυπηρό, καθώς από αυτόν τον θεσμό αναδείχτηκαν σπουδαίες φωνές και πρωτότυπες μουσικές τάσεις.

Κουβαλώντας στην πλάτη μου 45 σχεδόν χρόνια αδιάλειπτης καλλιτεχνικής παρουσίας και δράσης, όσο και προσήλωσης σε Φεστιβαλικούς θεσμούς, έχοντας ως δημιουργός «περάσει» το κατώφλι της Eurovision μέχρι την προκριματική φάση περισσότερες από μία φορές (1983, 1993, 2001), είναι προφανές ότι δεν στοχοποιώ ούτε επιχειρώ να τρώσω τον ίδιο τον Διαγωνισμό ως Ιδέα. Απλώς σήμερα, καθώς προφανώς όλα έχουν αλλάξει, ύποπτες … «τροποποιήσεις και προσθήκες», τον μετέτρεψαν σε ένα φαντασμαγορικό σόου τσίρκου, από μια γιορτή της μουσικής και του τραγουδιού, που ήταν κάποτε. Προβολείς, φωτορυθμικά, play back oρχηστρών, άντρες ντυμένοι γυναίκες, γυναίκες με περιβολή σεξουαλικής διαθεσιμότητας και άφυλα όντα που καρναβαλίζονται, με μουσικοχορευτικές επιδείξεις, κατάντησαν τη Eurovision  μόρφωμα και παρωδία, σε σχέση με το όραμα του ξεκινήματός της.

Σε μια κοινωνία που υπηρετεί… «διαβόλους», που απώλεσε την ταυτότητά της, που θέτει το «υψηλό» στην υπηρεσία του «ευτελούς», διαμορφώνοντας μια ηθική δίχως έρμα, ευτυχώς πάντα μια σπίθα θα προβάλλει, δίνοντας προοπτική στην ελπίδα για το Καλύτερο….                                     

Μια τέτοια σπίθα, στη φετινή 65η διοργάνωση του θεσμού, ήταν η συμμετοχή της Γαλλίας, με το τραγούδι με τίτλο: «Voila», που έγραψε και ερμήνευσε στη γλώσσα της η Barbara Pravi. Ανέβηκε πολλές φορές στην πρώτη θέση του αποτελέσματος της Επιτροπής, έχασε όμως την πρωτιά από το televoting(=τηλεψηφοφορία), καταλαμβάνοντας τελικά τη δεύτερη θέση.

Προσωπικά, θεωρώ ότι το τραγούδι αυτό, μακράν καλύτερο από τις περισσότερες συμμετοχές των τελευταίων πολλών χρόνων, απέδειξε περίτρανα  ότι  το αυθεντικό, δεν χρειάζεται φτιασιδώματα. Δεν χρειάζεται περισσότερο από έναν προβολέα. Δεν χρειάζεται τίποτα παραπάνω, από μια απέριττα λιτή μουσική υποτονθόρυση και μια δωρική κι εκφραστική ερμηνεία ψυχής, που υπηρετεί τον απόλυτο λόγο της ύπαρξης: Την Α-λήθεια!

Κυρίες και κύριοι… «Voila»

Chapeau!…

ΔΗΜΗΤΡΗΣ Ι. ΜΠΡΟΥΧΟΣ

                

SHARE
RELATED POSTS
Δημήτρης Κατσούλας
Σκανταλιές, του Δημήτρη Κατσούλα
Σμύρνη: Η γυναικεία εκπαίδευση τον 19ο αιώνα, της Δήμητρας Παπαναστασοπούλου
Το εξωτικό μποζόνιο του κ. Τσίπρα και τα 7 θανάσιμα αμαρτήματα, του Νίκου Σταθόπουλου

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.