Καλλιτέχνης με ονομασία προέλευσης. Διηγηματο-τραγουδοποιός. Πειραχτήρι μεγάλο και εύθικτος όσο δεν πάει άλλο – κατά κανόνα αυτά πάνε μαζί. Ευφάνταστος, καλόγουστος, ευρηματικός, σατυρικός, της παρέας που ολοένα μεγαλώνει για να γεμίζουν οι στίχοι του και άλλα ονόματα και άλλες αναφορές αλλά και περισσότερες απώλειες. Κόσμος πάει κι έρχεται και ο Φοίβος εκεί με το αμήχανο βήμα αλλά το στέρεο βλέμμα υποστασιοποιώντας αριθμούς, βρίσκοντας τις σωστές λέξεις για τα προσχήματα. Η αγωνία είχε πάντα δυο επιλογές, το όλο και λιγότερο. Και το όλο και παραπάνω. Στην τραγουδοποιΐα του ο Φοίβος φαίνεται να επιλέγει το όλο και παραπάνω, ανοίγει, επεκτείνεται αλλά πάντα από σταθερό σημείο. Τελικά εξουσιάζει με τις λέξεις. Η εξωστρέφεια που είναι ακριβής στις πληροφορίες που δίνει και τα αξιοθέατα – ακόμα και τα απογοητευτικά ή απειλητικά αξιοθέατα – που αποδίδονται με αναπαραστατική ακρίβεια προϋποθέτουν ώρες μοναχικής αναπόλησης, και ώρες εργασιομανούς περιπλάνησης. Τα συναισθήματα για να αποδίδονται φρέσκα και αιχμηρά, καθημερινό πότισμα και κλάδεμα.
Και όταν ο Φοίβος καλεί σε πάρτυ τα ποτά και οι μεζέδες μπορεί να είναι ρεφενέ, το σπίτι, αν απουσιάζει η οικοδέσποινα, επιμελώς ατημέλητο αλλά η ατμόσφαιρα δεν είναι ποτέ χύμα. Η νοσταλγία, νοσταλγία εξασκημένη από τα παιδικά χρόνια. Το κέφι, τα παιχνίδια που παλιμπαιδίζουν, τα σχόλια που μεγαλοδείχνουν όλα κουρδισμένα και ετοιμοπόλεμα για τη μάχη με τον χρόνο. Καμιά πιθανότητα να κερδίσει η ομάδα και ο Φοίβος το γνωρίζει καλά αλλά όλη αυτή η λαμπρή και μεθοδική προμελέτη, στοχεύει στη παράταση της προσπάθειας, στο σλόου μόσιον, στο πάγωμα των αυθόρμητων φάσεων. Ο διονυσιασμός του Φοίβου, και είναι ο αισθησιακότερος από τους τραγουδοποιούς της γενιάς του, του 80. Είναι πατητήρι, πατά επί πτωμάτων αναμνήσεων και αναφορών για να ξεζουμίσει τα επίγεια και να τα φέρει στα χείλη. Το κρασί που προσφέρει τελικά ξυπνά τις αισθήσεις αλλά καθόλου δεν μουδιάζει το πνεύμα. Η αγωνία είναι εκεί. Μπορείς να πιεις άφθονο, γιατί δεν χτυπάει στο κεφάλι, αλλά στην καρδιά.
Θέλω να πω μεγάλωσα με τα τραγούδια του κι ακόμα μεγαλώνω και αυτό σε όσους γνωρίζουν ότι είμαι μια γενιά μεγαλύτερός του μπορεί να ακούγεται ευφυολόγημα ή παράδοξο. Όσοι όμως παίζουν με το χρόνο στα πλήκτρα και στις χορδές, ξέρουν ότι μόνο ότι αγαπάς σε μεγαλώνει και σε καθιστά περαστικό. Έφυγα από το Passport μετά από το ίσως καλύτερο live που έχει κάνει ο Φοίβος μέχρι τώρα, με την ίδια βεβαιότητα ότι ο Φοίβος είναι απόλυτα ξεχωριστός στο τραγούδι και στην επί τεντωμένης σκηνής αυτοέκθεση, και το ίδιο τσίμπημα στην καρδιά ότι το εφήμερο της χαράς και της παρέας είναι μεν ένα δυνατό υπέρ της αυτοσυντήρησης επιχείρημα, διάτρητο όμως από τα αποσιωπητικά όσης νοσταλγίας απομένει ακόμα ανέκφραστη, και όποτε κοιτάζω τον Φοίβο μεσ΄στις λέξεις, είμαι απόλυτα σίγουρος ότι το εύρος της νοσταλγίας του έχει ακόμα πολλές παρθένες περιοχές., κάποιες από αυτές εντελώς ασύνδετες με το βίωμα και την εμπειρία. Μου το βεβαιώνει και το τελευταίο τραγουδοδιήγημά του για την Καλλιθέα, ακόμα ένα κομψοτέχνημα που εκμαιεύτηκε από την πολιορκία της λύπης στα τείχη των λέξεων. To συμπέρασμα βγαίνει επώδυνα αβίαστα και χαρμολυπικά:
Και όποιος είπε “Και του χρόνου”
πάει να πει: πως δεν τελειώσαμε φέτος