Αφού λοιπόν το νούμερο είναι ανοικτό, μπορώ να προσθέσω κι εγώ ένα. Και τι έγινε; Αν εσένα δεν σου αρέσει, βγάλ’ το! Για εμένα,
πάντως, αυτό είναι από τα χειρότερα, από τα πλέον ασυγχώρητα, διαρκές και απεχθές, καταστροφικό έως και θανατηφόρο. Όχι αναγκαστικά
για το σώμα, αλλά για την ψυχή του αμαρτωλού. Η κοινωνία δεν το αναφέρει επίσημα στη λίστα των αμαρτημάτων, το αποφεύγει με
βδελυγμία, πολλές φορές αρνείται την ίδια του την ύπαρξη. Πάντα, όμως, καταφέρνει να εντοπίζει και να αναγνωρίζει τον αμαρτωλό. Να
τον απομονώνει, να τον αποβάλλει αμέσως από τον ιστό της. Γιατί το ξέρει καλά ότι αυτό το αμάρτημα είναι…κολλητικό. Κάτι σαν ίωση, σαν
επιδημία. Και η κοινωνία ξέρει να προστατεύεται. Είναι μια κοινωνία ώριμη και έμπειρη. Μια κοινωνία που δεν προτίθεται να περιθάλπει και
να στηρίζει τους πάσχοντες, αλλά να τους αποφεύγει. Λες και η πάθηση αυτή δεν έχει γιατρειά. Μια κοινωνία που ξέρει να παριστάνει την
ευτυχισμένη, ακόμη κι όταν νοιώθει τα πρώτα συμπτώματα της αρρώστιας, να μασκαρεύεται και να κρύβεται μη τυχόν τους πάρουν χαμπάρι
οι άλλοι και τους αποβάλλουν κι αυτούς. Και ταυτόχρονα να δείχνουν με το δάκτυλο τους μιασμένους, χαρούμενοι και περήφανοι που
εκείνοι είναι υγιείς.
Δεν θυμάμαι την πρώτη φορά που περιέπεσα σ’ αυτό το τρομερό αμάρτημα. Μπορεί να ήταν από την ηλικία που οι μνήμες δεν
καταγράφονταν, μπορεί λίγο αργότερα. Μπορεί και να γεννήθηκα έτσι, αμαρτωλός από κληρονομικότητα, ή από γενετική μετάλλαξη. Λίγη
σημασία έχει. Τα χρόνια εκείνα η ιατρική, η έρευνα και η τεχνολογία ήταν ακόμη άγουρες. Δεν μπορούσαν να εντοπίσουν αυτή την φοβερή
προδιάθεση. Και αν ακόμη την εντόπιζαν, η μόνη λύση θα ήταν να καταστρέψουν τον αμαρτωλό εν τη γενέσει. Κάτι σαν τον Καιάδα ίσως.
Τώρα ,όμως, υπάρχουν δυνατότητες. Υπάρχει εμπειρία, υπάρχει γνώση, διάθεση και τεχνολογικά εργαλεία. Τολμώ να σκεφτώ ότι θα
μπορούσα να συνεισφέρω στην σωτηρία της ανθρωπότητας από αυτή την μάστιγα. Πόσο δύσκολο να είναι στις μέρες μας, να διορθώσουν το
πρόβλημα με ένα τσιπάκι; Απλά, να φιλτράρουν την όραση, να μην βλέπω τα στραβά, τα αντιαισθητικά, τα κακόγουστα. Την ακοή, να μην
ακούω τα κακόηχα, τα αισχρά, τα ηλίθια. Την όσφρηση και την γεύση να μην καταλαβαίνω τη βρωμιά, τη σήψη. Κάτι για την αφή, να γίνει
το δέρμα σαν του ιπποπόταμου, παχύδερμο πραγματικό. Ίσως έτσι, φιλτράροντας τις πέντε αισθήσεις -που ξέρεις- μπορεί να σταματήσει και
η έκτη και πάψω να νοιώθω τους κακοπροαίρετους, τους πονηρούς, τους φθονερούς. ΕΥΤΥΧΙΑ!
Μέχρι τότε όμως, αναγκαστικά και αναπότρεπτα, μένω στα πάθη μου, κυλιέμαι στο βούρκο της αμαρτίας μου, ελπίζοντας στη σωτηρία και
μαθαίνοντας από τους αναμάρτητους. Γιατί έχω πλέον εμπεδώσει απόλυτα, ότι δεν είμαι ευαίσθητος αλλά μίζερος. Δεν είναι οι άλλοι λάθος ,
αλλά εγώ είμαι γκρινιάρης. Ο κόσμος είναι όμορφος ακριβώς, γιατί δεν είναι τέλειος. Μη χαλιέσαι με όσα σου φαίνονται στραβά και όσα σε
ενοχλούν. Μάθε να τα “γράφεις”.
Ίσως κι αυτό είναι ένα ακόμη δικό μου ελάττωμα. Ξέμεινα από γραφική ύλη.
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
iPorta.gr