Πόρτα στη Ψυχολογία

Ψυχολογία: Προσδοκίες και αντιδράσεις γονέων, «παιδεύουσι» τέκνα, της Ελένης Κανδυλάκη

Spread the love

 

 
Οι προσδοκίες των γονέων και η επίδραση τους στα παιδιά.

 

 
Οι προσδοκίες και οι επιθυμίες των γονιών για τα παιδιά τους είναι καλό να υπάρχουν και βοηθούν στη ψυχολογική ανάπτυξη του παιδιού, όταν περνούν στο παιδί το μήνυμα ότι ο γονιός πιστεύει σε αυτό και στις δυνάμεις του και ότι και ο ίδιος θα ενθαρρύνει το παιδί να κυνηγήσει τα όνειρά του. Τι σημαίνει όμως να έχει ένας γονέας προσδοκίες από το παιδί του;
Πρέπει να έχει προσδοκίες; Ως γονέας, πρέπει να αποφασίζει εκείνος για το παιδί του μια και μόνο εκείνος πιστεύει ότι ξέρει καλά τι είναι καλό για εκείνο; Πρέπει το παιδί να ακολουθήσει αυτό που θέλει ο γονέας ή πρέπει να λάβει μόνο του τις αποφάσεις για τη ζωή του και οι γονείς να είναι απλά δίπλα του; Μεγάλα τα διλήμματα για τους γονείς και πολλά τα ερωτήματα γύρω από τις προσδοκίες.
 
Ως γονείς έχουμε την αποκλειστική ευθύνη για τα παιδιά μας και θέλουμε το καλύτερο. Ξεκινάμε με τις καλύτερες των προθέσεων την οικογένεια. Αγαπάμε τα παιδιά μας και δεν υπάρχει αμφιβολία για αυτό. Αρκετές φορές όμως δεν ξέρουμε τι θέλουμε από αυτά και τα μπερδεύουμε. Θέλουμε να γίνουν ολοκληρωμένοι άνθρωποι με τη δική τους ταυτότητα ή τα φανταζόμαστε σαν μία συνέχεια της δικής μας ζωής; Πολλές φορές δεν κατανοούμε τι ακριβώς κάνουμε γιατί ερχόμαστε με μια δική μας οικογενειακή φόρα από το παρελθόν, όπου αυτό που έχουμε μάθει, προστάζει ότι είναι το καλύτερο. Δεν ξέρουμε κάτι άλλο, άρα το επιλέγουμε.
 
Όταν οι επιθυμίες των γονιών συμβαδίζουν με τις επιθυμίες των παιδιών δεν υπάρχει πρόβλημα εκτός από το ότι το παιδί, ακόμα και έτσι, θέλει να νιώθει ότι επιλέγει κάτι γιατί το θέλει το ίδιο και όχι γιατί αρέσει στο γονιό (άσχετα αν θα ικανοποιήσει και τους γονείς του με αυτό). Όταν όμως οι επιθυμίες ή οι προσδοκίες των γονιών δεν συνάδουν με τα όνειρα και την προσωπικότητα του παιδιού τους, τότε υπάρχει σύγκρουση στη ψυχή του παιδιού. Η καταπίεση και η επιβολή απόψεων οδηγεί είτε σε παθητικούς χαρακτήρες, είτε σε αντιδράσεις που φτάνουν στα άκρα ανάλογα με τον βαθμό της καταπίεσης. Οι προσδοκίες των γονέων, μπορούν αργότερα να γίνουν επιτακτικοί όροι συμμόρφωσης του παιδιού και να αποτελέσουν μέτρο αξιολόγησης του. Οι προσδοκίες, τις περισσότερες φορές κατασκευάζονται με βάση τις ελλείψεις και τα απωθημένα των γονέων. Με αυτό τον τρόπο η ζωή του παιδιού «δένεται στο άρμα» των οικογενειακών προσδοκιών. Για την επίτευξη αυτών των προσδοκιών οι γονείς μπορούν να γίνουν υπέρ -προστατευτικοί ή επικριτικοί. Η υπερπροστατευτικότητα χωρίς μέτρο είναι και αυτή μια άλλη μορφή απόρριψης. Όταν το παιδί συναντά την αυστηρή αξιολόγηση τότε πολλαπλασιάζονται οι πιθανότητες της αποτυχίας του. Είτε με την υπερπροστασία, είτε με την αυστηρή αξιολόγηση, οι προσδοκίες των γονέων μπορούν να εμποδίσουν, να ανατρέψουν, να αποσταθεροποιήσουν και να καθορίσουν την ψυχοκοινωνική ανάπτυξη του παιδιού. Η αξιολόγηση του παιδιού αρχίζει πολύ νωρίς. Το παιδί αξιολογείται από την πρώτη στιγμή της γέννησης του. Αξιολογείται το βάρος του, το ύψος του, η μορφή-εμφάνιση του. Από τότε που το οικογενειακό περιβάλλον ψάχνει να βρει “σε ποιόν μοιάζει”. Με αυτό το πρώτο ερώτημα που θέτει το οικογενειακό περιβάλλον αρχίζει η πρώτη μορφή αξιολόγησης. Είναι η πρώτη προσπάθεια των γονιών να αποδώσουν στο παιδί χαρακτηριστικά και γνωρίσματα τα οποία δεν κατέχει, αλλά ανήκουν σε άλλον, ή αποτελούν έκφραση των πρώιμων προσδοκιών του οικογενειακού περιβάλλοντος.
 
 
Οι υπερβολικές προσδοκίες όμως, εμποδίζουν τελικά τους γονείς να καταλάβουν: 
 
· Ποιο είναι πραγματικά το παιδί τους;
 
· Ποια είναι γνώμη του;
 
· Ποια είναι η χαρά του;
 
· Ποια είναι η λύπη του;.
 
· Ποια είναι η εξέλιξή του;
 
· Ποια είναι η δική τους εξέλιξη μαζί του;
 
· Ποιές είναι οι επιθυμίες του;
 
· Ποιες είναι οι ικανότητές του;
 
· Αν το αφήνουν να αναλάβει τις ευθύνες του;
 
· Αν προσπαθούν να μην επεμβαίνουν στην ζωή του; Να μην θέλουν να την τακτοποιήσουν όπως την δικιά τους;
 
· Αν είναι δίπλα του όποτε εκείνο τους καλέσει;
 
· Αν είναι ευχαριστημένοι και δε ζητούν πάντα κάτι περισσότερο;
 
Τα παραδείγματα του μικρού Β. και της μικρής Μ. και η ανάλυση τους (παραδείγματα που ακούμε συχνά από γονείς…)
 
«Ο Β. δεν είναι σαν και εμένα! Εγώ στην ηλικία του, όταν ήμουν δηλαδή 9 ετών, ασχολιόμουν με επιτυχία με χίλια-δυο σπορ. Τι μπάλα έπαιζα, τι μπάσκετ, τι τρέξιμο έκανα, τι κολύμπι ασταμάτητο όλο το καλοκαίρι –«δελφίνι» ήταν το παρατσούκλι μου-, άσε δε που το ποδήλατο είχε γίνει κάτι σαν προέκταση του σώματός μου. Ο γιος μου, είναι 9 ετών και δεν ξέρει καν αν η μπάλα είναι στρογγυλή ή τετράγωνη! Είναι σκέτη απογοήτευση. Προσπαθώ να τον πάρω μαζί μου στο γήπεδο αλλά αρνείται με κάθε τρόπο ή ακόμα προφασίζεται ότι τον πονάει η κοιλιά του για να τη γλιτώσει. Κάνει λες και τον πηγαίνω σε καταναγκαστικά έργα! Αλλά ούτε και πείθεται να παρακολουθήσει στην τηλεόραση κάποιον αγώνα μαζί μου. Δεν έχει το παραμικρό ενδιαφέρον για τα αθλητικά. Κι εγώ που νόμιζα ότι θα έχω έναν γιο που θα είναι το φιλαράκι μου στα αθλητικά και θα πηγαίναμε παρέα στο γυμναστήριο όταν μεγάλωνε! Δυστυχώς, όχι μόνο δεν έχω κανένα κοινό με τον γιο μου, αλλά αισθάνομαι και ότι με ρεζιλεύει στους φίλους μου με το να μην έρχεται στο γήπεδο, να μην ενδιαφέρεται για τα αθλητικά και να μην μπορεί να κλωτσήσει τη μπάλα»!
 
Κ., πατέρας 40 ετών, Υπεύθυνος Δημοσίων Σχέσεων Εταιρείας.
 
«Η Μ. είναι 7 ετών και φέτος ξεκίνησε το δημοτικό. Η δασκάλα της μας κάλεσε για να μας ενημερώσει ότι το παιδί έχει δυσκολία στα μαθήματα. Αν είναι δυνατόν! Αν έχει από τώρα προβλήματα, σε τόσο μικρή τάξη, ποιος ξέρει τι δυσκολίες θα έχει αύριο-μεθαύριο. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι η δική μου κόρη έχει τέτοιο πρόβλημα. Κι εγώ τί επιδόσεις θα δείξω στις φίλες μου; Τι θα πω στο γραφείο μου και τι θα πουν οι συνάδελφοι; Βλέπω από τα άλλα παιδάκια, που φέρνουν καλούς βαθμούς, που κάνουν ωραίες, πολύχρωμες ζωγραφιές με λουλούδια, σπίτια, ήλιους, ανθρωπάκια, και τα συγκρίνω με τους κακούς βαθμούς και τις μαύρες μουτζούρες της κόρης μου και με πιάνει σύγκρυο! Άσε που η δασκάλα μας είπε ότι δεν μπορεί να μάθει απέξω παιδικά ποιηματάκια και δυσκολεύεται να διηγηθεί με τη σωστή σειρά παραμυθάκια που τα έχει χιλιοακουσμένα! Δεν μπορώ να το πιστέψω ότι η κόρη μου από τόσο μικρή ηλικία είναι κακή μαθήτρια. Αυτό είναι μεγάλη απογοήτευση για τον πατέρα της κι εμένα, που είμαστε μάλιστα στο χώρο της εκπαίδευσης! Τι θα πουν οι άλλοι για εμάς»;
 
Θ. μητέρα 35 ετών, εκπαιδευτικός.
 
Οι παραπάνω ομολογίες, όπως και πάρα πολλές άλλες οι οποίες καταγράφονται καθημερινά, έχουν κοινό παρονομαστή το γεγονός ότι οι γονείς αυτοί θεωρούν ότι, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο το παιδί τους δεν είναι αυτό που περίμεναν. Παρόλα αυτά, αν ρίξει κάποιος μια προσεχτική ματιά στα χαρακτηριστικά ή τις συμπεριφορές αυτών των παιδιών, θα διαπιστώσει ότι δεν είναι και τόσο φοβερές και τρομερές όσο τις περιγράφουν οι γονείς τους και σίγουρα μπορούν να βελτιωθούν…. Τι συμβαίνει λοιπόν;
 
Ο μύθος του «ιδανικού ή τέλειου» παιδιού
 
Ένας από τους λόγους που οι γονείς θεωρούν ότι το παιδί τους τούς κάνει ρεζίλι είναι ότι μέσα τους έχουν ριζωμένο το μύθο του «ιδανικού ή τέλειου» παιδιού. Σύμφωνα με το πρότυπο αυτό, τα παιδιά είναι «τέλεια» στο κάθε τι, και, χωρίς κόπο και προσπάθεια από την πλευρά των ενηλίκων στη ζωή τους, ξέρουν πώς πρέπει να φερθούν σωστά σε κάθε περίσταση, μπορούν να διαχειριστούν τα συναισθήματά τους, γνωρίζουν ποιο είναι το ιδανικό και, με δυο λόγια, φέρονται άψογα, και, άρα, δεν απογοητεύουν τους γονείς τους.
 
Υπάρχει τελικά το τέλειο παιδί;
 
Εδώ θα πρέπει όμως να πούμε ότι δεν υπάρχει το «τέλειο» παιδί, με την έννοια που το περιγράψαμε πιο πάνω. Υπάρχουν παιδιά τα οποία μαθαίνουν πιο εύκολα τους κανόνες συμπεριφοράς και, μέσα από τη διαδικασία της μάθησης με τη δοκιμή και το λάθος, αποκτούν σωστή συμπεριφορά. Έτσι, για παράδειγμα, ένα μικρό παιδί που δε συμπεριφέρεται σωστά, δεν είναι ένα «κακό» παιδί, αλλά ένα παιδάκι που πιθανότατα δεν έχει μάθει ακόμα να διαχειρίζεται τα αρνητικά συναισθήματα του και να συμπεριφέρεται σωστά σε διάφορες καταστάσεις. Έτσι καταφεύγει σε ακραίες συμπεριφορές όταν θέλει να επικοινωνήσει με το περιβάλλον του, όταν θέλει κάτι, όταν εκνευρίζεται που δεν μπορεί να εκφραστεί όπως θέλει, ή όταν επιθυμεί να τραβήξει την προσοχή.
 
Υψηλές προσδοκίες
 
Ζώντας σε μια κοινωνία πολλών και γρήγορων ταχυτήτων και συνηθίζοντας να βλέπουμε τα πρότυπα του ωραίου, της επιτυχίας και της απόδοσης γύρω μας, μερικές φορές είναι εύκολο να πέσουμε στην παγίδα και να τα δεχτούμε άκριτα. Οι γονείς αποκτούν μερικές φορές ιδιαίτερα υψηλές προσδοκίες για τα παιδιά τους, χωρίς απαραίτητα να κρίνουν αν αυτό που επιθυμούν είναι κατάλληλο για την χρονολογική και αναπτυξιακή ηλικία ή τα χαρακτηριστικά και τις ικανότητες του παιδιού τους και χωρίς να προσπαθούν να τα βοηθήσουν να ανταποκριθούν σε αυτές τις προσδοκίες. Έτσι, οι γονείς μπορεί να επικεντρώνονται στο γεγονός ότι θα έπρεπε το παιδί τους να έχει άριστη σχολική απόδοση, και δυσκολεύονται να αντιληφθούν ότι ίσως στην περίπτωση που αυτό δε συμβαίνει, μπορεί το παιδί να έχει κάποια δυσκολία στην οργάνωση μελέτης, κάποια μαθησιακή δυσκολία ή ακόμα και κάποια άλλη «κλίση». Αυτό δε σημαίνει ότι θα πρέπει να πάψουν να έχουν προσδοκίες από το παιδί τους, αλλά ότι θα πρέπει να προσαρμόσουν τις προσδοκίες τους και να επικεντρωθούν σε ένα πράγμα τη φορά. Συγκεκριμένα, το βασικό θα είναι να προσφέρουν την κατάλληλη βοήθεια στο παιδί τους ώστε να προοδεύσει, και όχι να αναλώνονται σε αρνητικά συναισθήματα απογοήτευσης ή ντροπής.
 
Η ναρκισσιστική πλευρά του γονιού
 
Συχνά οι γονείς επιθυμούν να καταξιωθούν μέσα από το παιδί τους. Στα χαρακτηριστικά και την απόδοση του παιδιού τους βλέπουν τον εαυτό τους και όχι ένα άλλο, ξεχωριστό από αυτούς άτομο. Υιοθετώντας όμως μια τέτοια στάση, επικεντρώνονται γύρω από το πώς θα «έπρεπε» να είναι το παιδί τους και όχι γύρω από το ποιο είναι σαν άτομο, με αποτέλεσμα να αισθάνονται ότι το παιδί τους ρεζιλεύει όταν δεν κάνει αυτό που οι ίδιοι επιθυμούν. Οι γονείς αυτοί χρησιμοποιούν το παιδί τους σαν την προσωπική τους ηθική καταξίωση και έτσι δε γίνονται παιδοκεντρικοί, αλλά εστιάζουν ψυχολογικά στον εαυτό τους και τις ατομικές τους ανάγκες. Όταν όμως ο γονιός ξεκινάει τη σχέση του με το παιδί του με αυτό τον τρόπο, δεν είναι ψυχολογικά διαθέσιμος να το στηρίξει, να αναγνωρίσει και να σεβαστεί τη διαφορετικότητά του και να το βοηθήσει να γίνει το καλύτερο δυνατό για το ίδιο το παιδί. Έτσι, ένας πατέρας με «έφεση» στον αθλητισμό, μπορεί με ναρκισσιστικό τρόπο να εστιάζει στην αδυναμία του γιου του στα αθλητικά σε σχέση με τις δικές του ικανότητες και η σχέση τους γίνεται πηγή απογοήτευσης και για τους δύο. Ο γονιός, που δεν προσεγγίζει ναρκισσιστικά το παιδί του, αντιλαμβάνεται αυτή τη διαφορά, την καταγράφει, ίσως τον στεναχωρεί, αλλά δεν το παίρνει κατάκαρδα και βρίσκει άλλα δυνατά σημεία στο παιδί του, τα οποία το βοηθάει να τα καλλιεργήσει, καθώς επίσης βρίσκει και άλλα σημεία επαφής. Αλλά για να πετύχουν οι γονείς κάτι τέτοιο θα πρέπει πρώτα από όλα να αποδεχτούν τη μοναδικότητα του παιδιού τους και το γεγονός ότι το παιδί δεν είναι προέκταση του εαυτού τους.
 
Τι αλλάζει και τι δεν αλλάζει
 
Υπάρχουν κάποια χαρακτηριστικά τα οποία δεν αλλάζουν εύκολα, όπως η συστολή και η δειλία, ενώ άλλες συμπεριφορές, όπως τα ξεσπάσματα νεύρων ή η υπερβολική κατανάλωση φαγητού τα οποία αλλάζουν. Οι γονείς χρειάζεται να ξεκινούν με γνώμονα το καλό του παιδιού τους και να προσπαθούν να βρουν τρόπους να το βοηθήσουν ώστε το ίδιο να είναι επιτυχημένο και ευχαριστημένο από τη ζωή του, και όχι με βάση το τι οι ίδιοι θέλουν ή τι θεωρούν ότι τους κάνει ρεζίλι. Πολλές φορές, αυτό που ένας γονιός θεωρεί δυσβάσταχτο αρνητικό στο παιδί του κάποιος άλλος γονιός το αντιμετωπίζει με περισσότερη επιείκεια ή με την κατανόηση ότι «παιδιά είναι!».
 
Ποιος είναι τελικά ο στόχος;
 
Σκοπός δεν είναι λοιπόν να δημιουργήσουν οι γονείς τα σούπερ παιδιά, γιατί δεν υπάρχει ένα και μοναδικό τέλειο πρότυπο. Στόχος είναι να βοηθήσουν οι γονείς τα παιδιά τους να αξιοποιήσουν στο έπακρο τις ικανότητές τους, ώστε τα ίδια να είναι ευχαριστημένα, ευτυχισμένα και να έχουν πίστη στην αξία και τις δυνατότητές τους.
 
Να θυμάστε ότι…
 
Κανείς δεν χάρηκε τη ζωή του, όταν ο τρόπος που έπρεπε να τη ζήσει του επιβλήθηκε από κάποιον άλλον. Η ικανοποίηση των γονιών δίνει χαρά στο παιδί, αλλά είναι αυτό αρκετό ή είναι καλό να γίνεται σε όλη μας τη ζωή; Οι συνέπειες μιας τέτοιας λειτουργίας θα συνοδεύουν το παιδί σας σε όλη του τη ζωή, καθώς πάντα θα επαναλαμβάνει αυτό που έμαθε, δηλαδή ότι το ίδιο δεν έχει καμία αξία και οι επιθυμίες του δεν έχουν καμία σημασία. Σκεφτείτε την κόρη σας ή τον γιο σας σαν ένα άτομο που θα καταπιέζει τα όνειρά του και θα ακολουθεί πάντα τις επιθυμίες των άλλων, γιατί αυτό του μαθαίνετε έμμεσα όταν του ζητάτε να ικανοποιήσει τις δικές σας επιθυμίες ή όταν οι έντονες αντιδράσεις σας του δείχνουν ότι κάτι κάνει λάθος και ότι δεν έχει περιθώριο βελτίωσης!
 

 

 
SHARE
RELATED POSTS
Σεξουαλική Φαντασίωση: μας φέρνει κοντά ή μας απομακρύνει;, της Μαρίνας Μόσχα
Ο δικός μας ερωτικός λόγος, του Θάνου Ασκητή
Το ψυχικό πλήγμα μετά την άμβλωση, του Δρ Αναστάσιου Πλατή

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.