Δρ Θάνος Ασκητής, Καθηγητής Ψυχιατρικής EUC, Πρόεδρος Ινστιτούτου Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας
Όσο ο καιρός προχωρά και οι άνθρωποι μεγαλώνουν, το θέμα της συντροφικότητας τίθεται πιο έντονα στο μυαλό, τόσο του ίδιου του ανθρώπου, όσο και του κοινωνικού του περίγυρου. Αυτό το γεγονός προέρχεται τόσο από την φυσική εξέλιξη της ζωής, η οποία προβλέπει «το ζευγάρωμα» των ανθρώπων για την δημιουργία απογόνων, την ανάγκη του ατόμου να επικοινωνεί, να μοιράζεται και να αγαπιέται όσο και την αποφυγή της μοναξιάς. Η έλλειψη του συντρόφου γίνεται ιδιαίτερα αισθητή όταν οι συνομήλικοι ξεκινούν να δημιουργούν τις δικές τους οικογένειες, αντανακλώντας στο άτομο την δική του αποτυχία στο κυνήγι της αγάπης. Ταυτόχρονα τα συγγενικά πρόσωπα αναρωτιούνται τι συμβαίνει και το άτομο αυτό δεν συνάπτει σχέσεις.
Δεν είναι λίγες οι φορές που το τηλέφωνο του Ινστιτούτου μας χτυπά και στην άλλη άκρη της γραμμής βρίσκεται κάποιος γονιός, που αγωνιά να μάθει εάν είναι φυσιολογικό που το παιδί του (30-35 ετών) δεν έχει κάνει ποτέ σχέση. Επίσης, πολλοί έρχονται στο γραφείο με αίτημα να μπορέσουν να εμπλακούν σε μία σχέση. Το φλέγον θέμα είναι «γιατί δεν μπορώ να βρω ένα σύντροφο;» και η απάντηση σε ένα τέτοιο ερώτημα φυσικά δεν είναι κάτι που μπορεί να δοθεί αμέσως από τον ειδικό, ούτε το ζήτημα είναι τόσο απλό. Τι είναι λοιπόν αυτό που κάνει τους ανθρώπους να είναι μόνοι;
Όταν κάποιος δεν έχει μπορέσει να δημιουργήσει και να αναπτύξει κάποια σημαντική ρομαντική σχέση στη ζωή του, το πρώτο ερώτημα που τίθεται είναι το κατά πόσο έχει την επιθυμία για συντροφικότητα. Υφίσταται δηλαδή πραγματική επιθυμία για έναν σύντροφο, ή υπάρχουν άλλοι παράγοντες που καταδεικνύουν αυτή την διάσταση της ζωής του ως αδυναμία; Εφόσον η εμπλοκή σε μία ρομαντική σχέση αφορά εσωτερικές ανάγκες και κίνητρα του ίδιου του ατόμου, τότε το επόμενο που έχουμε να σκεφτούμε είναι τους συντελεστές που τον έχουν εμποδίσει έως τώρα από την εκπλήρωση των επιθυμιών του.
Το πρώτο στάδιο της διερεύνησης αυτής αφορά το κατά πόσο το άτομο είναι ψυχολογικά έτοιμο να συνάψει μια σχέση. Στην εποχή που διανύουμε, είναι γνωστό πως αρκετοί νέοι έχουν εγκλωβιστεί στην οικονομική εξάρτηση από τους γονείς τους, χωρίς να τους δίνεται η ευκαιρία να μπορέσουν να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους, να αναλάβουν τις υποχρεώσεις που έχουν ως ενήλικες και να ωριμάσουν. Αφετέρου βλέπουμε πως τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν καλλιεργήσει τον αυτοθαυμασμό του ατόμου σε ένα τέτοιο βαθμό που αγγίζει την έκφραση ναρκισσιστικών στοιχείων. Επομένως η συναισθηματική ανωριμότητα και η αυτολατρεία δεν αφήνουν χώρο σε ένα πιθανό «εμείς» να αναπτυχθεί. Οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληροί ο εν δυνάμει σύντροφος είναι συγκεκριμένες και όσοι παρεκκλίνουν από αυτές απορρίπτονται αυτόματα ως «μη συμβατοί» και στην πρώτη δυσκολία, η προσπάθεια σταματά. Με αυτόν τον τρόπο μία γνωριμία δεν καταλήγει ποτέ σε σχέση.
Το δεύτερο στάδιο εμπερικλείει την διεκδικητική διάθεση και συμπεριφορά. Η διεκδικητική συμπεριφορά ενός ανθρώπου επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες όπως οι προηγούμενες απορριπτικές εμπειρίες στις προσπάθειές του για φλερτ, στερεότυπα γύρω από το «ποιος πρέπει να κάνει την πρώτη κίνηση», η χαμηλή αυτοεκτίμηση, οι γενικότερες αρνητικές σκέψεις γύρω από την ικανότητα του να αποκτήσει σύντροφο, τραυματικές εμπειρίες εγκατάλειψης στα παιδικά χρόνια. Επιπλέον, σημαντικό κομμάτι στην έλλειψη της διεκδικητικής συμπεριφοράς παίζει και η σεξουαλική δυσλειτουργία στο άτομο. Τα ψυχολογικά προβλήματα που δημιουργούνται λειτουργούν ως ανασταλτικοί παράγοντες στην αναζήτηση συντρόφου, με το φόβο της απόρριψης και το άγχος της ανεπάρκειας να κυριαρχούν. Για αυτούς τους λόγους, πολλοί άνθρωποι, αν και εκφράζουν λεκτικά την ανάγκη τους για συναισθηματική πρόσδεση και επαφή με ένα άλλο άτομο, δεν κάνουν τίποτα για να την αποκτήσουν. Μένουν στο σπίτι μπροστά στην τηλεόραση και τον υπολογιστή τους, δεν συναναστρέφονται με άλλους εκτός του άμεσου περιβάλλοντός τους, δεν διευρύνουν τον κοινωνικό τους κύκλο, δεν κάνουν γνωριμίες. Φυσική απόρροια αυτού είναι οι πιθανότητες για εύρεση συντρόφου να μειώνονται δραματικά. Ουσιαστικά και πιο απλά μαθαίνουν να ζουν μόνοι τους και βολεύονται στην μοναξιά τους, που φαίνεται να τους αρέσει…
Το τρίτο στάδιο έχει να κάνει με το πώς προσεγγίζει το άτομο τους πιθανούς συντρόφους και το τι θέλει να αποκομίσει από αυτούς. Όταν η βαθύτερη επιθυμία είναι η σύναψη σχέσης, πρέπει να αναρωτηθεί εάν ο τρόπος που πλησιάζει τον πιθανό σύντροφο, είναι ανάλογος. Η ανασφάλεια και το άγχος να εξασφαλίσει την προϋπόθεση της σχέσης ως δεδομένη, πνίγει τον άλλον και αντιδρά σπασμωδικά, προκαλώντας δυσφορία και φόβο, με αποτέλεσμα ο άλλος τελικά να φεύγει βρίσκοντας διάφορες δικαιολογίες! Κι όμως πιθανά η σχέση αυτή θα είχε συνέχεια, εάν δεν υπάρχει η ένταση και η ανάγκη επιβεβαίωσης «τώρα που σε βρήκα πρέπει να μου εγγυηθείς την παρουσία σου και δεν… θα την κάνεις!» Ουσιαστικά λοιπόν ξεκινάει η γνωριμία καταδικασμένη στο θάνατο, γιατί η ανυπομονησία και η βιασύνη την πεθαίνουν. Αυτό δυστυχώς λειτουργεί επαναληπτικά, μέσα από την καχυποψία και την αγωνία «να μην χάσω το χρόνο μου μαζί σου, εάν δεν σκέφτεσαι σοβαρά για μένα». Αυτός ο φαύλος κύκλος δεν αφήνει περιθώρια να αναπτυχθεί μια καινούργια σχέση που ο ένας θα ζήσει μέσα από τον άλλον το γέμισμά της και τη χρονική της διάρκεια, όσο πάει, χωρίς να μπαίνουν όρια και προϋποθέσεις που τελικά την καταστρέφουν.
Παράλληλα, το σεξ είναι ένα κυρίαρχο μέρος της σχέση δύο ανθρώπων που η έλξη τους γνωρίζει και η φαντασίωση τους ταξιδεύει , ενώ το συναίσθημα ακόμη δεν έχει ανοίξει την πόρτα του. Έτσι λοιπόν το σεξ είναι το πρώτο μέρος μιας καινούργιας κατάστασης μεταξύ δύο ανθρώπων, που η συνέχεια του έργου δίνει καινούργιους ρόλους που πλέον θα κυριαρχήσουν στην πορεία ή στο κλείσιμο αυτής «της περιπέτειας». Πολλοί όμως πιστεύουν ότι το σεξ το χρειάζεται περισσότερο ο άνδρας, που το απαιτεί και το θεωρεί δεδομένο στην νέα γνωριμία, ενώ η γυναίκα αισθάνεται πιο ευάλωτη και υποχρεωμένη για να τον κρατήσει να το δώσει «στον υποψήφιο» αυριανό της σύντροφο. Φυσικά αυτό μπορεί να έχει και αντίστροφη εικόνα, αφού σήμερα η γυναίκα εμπλέκεται πιο εύκολα και πιο γρήγορα με το σεξ και μάλιστα αισθάνεται ότι ο άνδρας δειλιάζει ή αποφεύγει τη σεξουαλική επαφή, κάνοντας τη σχέση να μοιάζει περισσότερο φιλική παρά ερωτική. Άλλωστε η σχέση των δύο φύλων έχει αλλάξει τόσο πολύ, που όλα τα σενάρια παίζουν και πολλές φορές καταλήγουν άδοξα μπροστά στο «μεγάλο εραστή» που λέγεται ηλεκτρονικός υπολογιστής.
Αυτό που πρέπει όλοι να καταλάβουμε, είναι πως η διεκδίκηση στο παιχνίδι του έρωτα και του φλερτ είναι η επιλογή μας και κανένας σύντροφος δεν πέφτει ως «μάννα εξ’ ουρανού» εάν εμείς πρώτοι δεν τον αναζητήσουμε ενεργά…
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του. Το άρθρο δημοσιεύεται και στο askitis.gr
The article expresses the views of the author
iPorta.gr