Ανοιχτή πόρτα Πρόσωπα - Αφιερώματα

Φώτα (Ολόφωτα), του Νίκου Βασιλειάδη

Spread the love

Νίκος Βασιλειάδης

llll.png

Τέτοιες μέρες ο κυρ Αλέξανδρος, ο Παπαδιαμάντης, είναι για μένα το συνώνυμο των μεγάλων γιορτών. Αυτές οι μέρες είναι δικές του. Μέσα από τα κείμενά του γίνεται ο ψαράς, ο καϊκτσής, ο βοσκός, ο γεωργός, του έχουν μάθει ό,τι έμαθαν κι εκείνοι. Ξέρει έθιμα, συνήθειες, την Ιερά παράδοση και τα μάγια, τα ξόρκια και τις δεισιδαιμονίες, τις προλήψεις. Ξέρει ανέκδοτα κι ιστορίες, παραμύθια του νησιού και οικογενειακά –τόσα και τόσα που διηγείται ατελείωτα μέσα στις πληκτικές ώρες του «καφενέ», εμπνευσμένος από το Θεό, τη φύση και το λαϊκό άνθρωπο-βιοπαλαιστή της ελληνικής υπαίθρου.

Τα άγια Χριστούγεννα (του τεμπέλη), τα Φώτα (Ολόφωτα), όλα όσα ιστόρησε με την πένα του διηγούμενος τις μεγάλες στιγμές του ανθρώπου: τη χαρά, τον πόνο, τη λύπη, το κλάμα, τον κάματο, τη μοναξιά, την ορφάνια, τη χηρεία, την ξενιτιά αλλά και τον γυρισμό, την ατυχία της ζωής…Αλλά δεν είναι ώρα για να μιλήσω εγώ για τον κυρ Αλέξανδρο, θα μιλήσει ο ίδιος για τα Φώτα, για μια μέρα που μοιάζει τόσο πολύ με την σημερινή με τον άγριο καιρό της, σαν τους άγριους καιρούς που ζούμε, με την ελπίδα να μας παρασύρει νοερά στον μυστικό λιμένα όπου βρήκε απάγκιο η τσακισμένη από την κακοκαιρία βαρκούλα. Μια καλή αρχή για μια νέα χρονιά σε ένα νέο κόσμο γεμάτο προκλήσεις, με την ευχή να γίνει λαμπερός ο κόσμος μέσα μας, όχι από λάμψεις που φοβίζουν τους ανθρώπους, αλλά από λάμψεις πνευματικές, που να πηγάζουν από σκέψεις που γεννά πρωτίστως η αγαθή ψυχή μας! Χρόνια πολλά, καλή φώτιση!

” Εκινδύνευε να βυθισθεί εις το κύμα η μικρή βάρκα του Κωνσταντή του Πλαντάρη, πλέουσα ανάμεσα εις βουνά κυμάτων, έκαστον των οποίων ήρκει δια να ανατρέψει πολλά και δυνατά σκάφη και να μη αποκάμει, και εις αβύσσους, εκάστη των οποίων θα ήτο ικανή να καταπίει εκατόν καράβια και να μη χορτάσει. Ολίγον ακόμη και θα κατεποντίζετο. Άγριος εφύσα βορράς, οργώνων βαθέως τα κύματα, και η μικρά φελούκα, δια να μην αρμενίζει κατεπάν’ τον αέρα, είχε μαϊνάρει το πανί της, και είχε μείνει ξυλάρμενη και ωρτσάριζε κι εδοκίμαζε να κάμει βόλτες. Του κάκου. Μετ’ολίγον η θάλασσα επήρε τον ελεεινόν φελλόν εις την εξουσίαν της, και ο άνεμος τον έσυρεν εδώ κι εκεί, και ο Κωνσταντής ο Πλαντάρης εξέμαθεν εις την στιγμήν όσας βλασφημίας ήξευρε και ησχολείτο να κάμει την προσευχήν του, ενώ ο μικρός σύντροφός του, ο ναύτης Τσότσος, νέος δεκαεπτά χρόνων, εγδύνετο και ητοιμάζετο να πέσει εις την θάλασσαν, ελπίζων να σωθεί κολυμβών, και ο μόνος επιβάτης των, ο ζωέμπορος Πραματής, έκλαιε και εύρισκεν ότι δεν ήξιζε τον κόπον ν’αρμενίσει τις τόσην θάλασσαν δια να πνιγεί, αφού η γη ήτο ικανή να σκεπάσει με το χώμα της τόσους και τόσους”…

Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.

The article expresses the views of the author

iPorta.gr

SHARE
RELATED POSTS
Νοερή ψήφος και αναβαλλόμενη επανάσταση, του Ηλία Καραβόλια
Ακούμε ή δεν ακούμε τη Βίκυ;, της Τζίνας Δαβιλά
Ξενύχτι για ποιότητα… , του Γιώργου Αρκουλή

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.