Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Τόξο Ουράνιο στο ηλιοβασίλεμα, του Κωνσταντίνου Μεϊντάνη

Spread the love

Ο Κωνσταντίνος Μεϊντάνης  είναι Απόφοιτος Κλασικής Φιλολογίας του ΕΚΠΑ,  καθώς και του Kings College και Birkbeck College του Πανεπιστημίου τού Λονδίνου. 

Θα το βρείτε: σε “Πολιτεία”, “Πρωτοπορία” Αθήνας-Θεσσαλονίκης-Πάτρας, “Ιανός” Αθήνας και Θεσσαλονίκης, και σε όλα τα βιβλιοπωλεία της Ελλάδας και του εξωτερικού που θα ζητηθεί σε 2-5 ημέρες. β) ΗΠΑ μέσω του “Εθνικού Κήρυκα”. γ)στις εκδόσεις Φίλντισι on line, με μειλ ή τηλεφωνικά 210 65 40 170 – [email protected]

όλα τα συγγραφικά έσοδα θα διατεθούν σε οικογένειες με παιδικό καρκίνο.

«…ἐποίησε σελήνην εἰς καιρούς, ὁ ἥλιος ἔγνω τὴν δύσιν αὐτοῦ. ἔθου σκότος, καὶ ἐγένετο νύξ»

(Ψαλμ. ργ΄)

Μέρες, εβδομάδες, μήνες, τόσος καιρός που μέχρι και το φως του ήλιου μοιάζει ν’ άλλαξε. Μόνη παρηγοριά απόμεινε, αλώβητο ακόμη, ολόγιομο γαλήνη, το ηλιόγερμα. Πόση δυναμική ελπίδας, σαν ενέργεια στοιχειακή από σχάση ατόμων, έχει μια τέτοια ήττα του φωτός μπρος στην επερχόμενη, μα πρόσκαιρη, πυκνή απλωσιά της νύχτας. Με τη δική της νομοτέλεια κι αυτή, καμωμένη από την αρμονία των άστρων.

Μέρες, εβδομάδες, σωριάζονται η μια πάνω στην άλλη, γδέρνοντας όλο βαθύτερα την υπομονή της ψυχής, πέτρες που μόνο πονούν, ή «τσακμακόπετρες» καθώς τις είπε ο Ποιητής, να ρίχνουν δυο, τρεις σπίθες, επικίνδυνες, στο μάγμα της ακονισμένης όργητας και της οδυνηρής σιγής.

Και καθώς αφουγκράζεσαι τον τριγμό τούτον μέσα σου, τ’ αγκρίφια της Ατιμίας επίμονα όλο και περισσότερο πως γρατσουνίζουν την Τιμιότητα του συναισθήματος, τούτον τον τριγμό κάποτε πιο δυνατόν μέσα στην αγκαλιά που γίνεται η σιγαλιά της νύχτας, τα βλέφαρα τόσο βαριά να νοιώθεις, μα με «τα μάτια της ψυχής» ανύσταχτα, δίχως άγγιγμα άλλο πέρ’ απ’ της ολομόναχης συνείδησης μέσα στη σκοτεινιά, ψιθυριστά να λες, και δεν τολμάς την ολοπρώτη Λέξη, με αγκυλωμένη ανάσα…, «…, βρέξον εἰς τὴν καρδία μου τὴν δρόσον τῆς χάριτός σου».

Κι αμέσως κατόπιν, για να μην δακρύσεις από ντροπή για την υστεροβουλία σου, σαν προδοσία εκείνου του συνανθρώπου που τού έλαχε τόσο να πονέσει ακαριαία από χτες ως σήμερα…, αμέσως, ψίθυρος ξανά, μέσα στη σιωπηλή της κάμαρας νυχτερινή την ώρα, πιο σιγηλός… «Κύριε, βοήθει μοι τῇ ἀπιστίᾳ».

Πάντοτε, απ’ όταν άρχισα να θυμάμαι τη ζωή, ένα ηλιοβασίλεμα ζύγιζε μέσα μου δυο φορές παραπάνω από μιαν χαραυγή. Απ’ όταν τότε παίζαμε πάντα παιδιά στα καλοκαίρια, μ’ άρωμα πεύκου, φως κάθετου μεσημεριού, και δροσερό νερό στο αξεδίψαστο ποτήρι, κι υπήρχε μόνον «τώρα» – ούτε «χτες» μήτε και «αύριο». Ηλιόγερμα, τ’ αποσπερνά τα χρώματα που πύρωναν, θαρρείς, με μιαν πρωτόφαντη στιλπνότητα τον ουρανό, γλυκύτητα πόθου από φιλιά κοριτσιών απρόσμενα δοσμένα, αυτή η άλλη ανάσα της ζωής στις δροσοσταλιές του ανθίσματός της…

Ένα ηλιοβασίλεμα έμενε, και μένει πάντοτε, ανυπότακτο απ’ τις τσιμεντωμένες αγριότητες ολόγυρα, τις δασκαλεμένες αλλά σπασμωδικές κινήσεις, τα λόγια από ακατέργαστο γρανίτη γκρίζο, να μπήγονται ολοένα στην πληγή σφαδάζοντας και πιο βαθιά με του ψέματος τ’ αλάτι, ένα ηλιοβασίλεμα, πες δειλινό, εσπέρα, πες λιόγερμα! Ομορφιά πάνω απ’ την ασχήμια, όπως κελαηδητό μοναχικό αηδονιού μέσα στο καταχείμωνο.

Δεν μπορεί η Ομορφιά να μην έχει μιαν υπέρτατη γενεσιουργό Αιτία. Όπως το φιλί του κοριτσιού είναι αληθινό μονάχα σαν το δίνει ο Έρωτας. Έτσι κι ο πόνος, έτσι και το φευγιό του ήλιου, τόσο σοφά αργό και ανεπαίσθητο, πλασμένο από αιώνες στιγμών αποχαιρετισμού, και το αηδόνι έτσι ν’ αψηφά το καταχείμωνο. Μεγάλος στην αγάπη του Τεχνίτης που σμίλεψε τη γεωμετρικότητα της χιονονιφάδας, κι όσο κρατήσει. Αρκεί που είναι αυτή. Η Αρμονία. 

Πρωτοσυλλάβισα σε περασμένα δάκρυα την τωρινή μου αλήθεια. Στην καρδιά της Τραγωδίας του Κόσμου κρύβεται πάντα λάμποντας ενός κοριτσιού φιλί, μια χιονονιφάδα, και δυο πινελιές από ανταύγειες ηλιοβασιλέματος. Αυτά φτάνουν για να σε κάνουν Άνθρωπο αν νιώθεις ως τα τρίσβαθά σου τον πόνο και την αγάπη, αυτήν την παράδοξη στις αντιθετικές συνθέσεις της «αλφαβήτα» της ζωής μας.

«Σκιᾶς ὄναρ ἄνθρωπος», είπε σ’ έναν στίχο του ο Αρχαίος Ποιητής. Μα οι Ποιητές δουλεύουν πάντοτε με υλικό αιωνιότητας. Και συ, πάλι, στη σιγαλιά,… «Κύριε, βοήθει μοι τῇ ἀπιστίᾳ». Πιο ειλικρινά λέγεται με σιωπή παρά με λόγια. Κι ο Έρωτας; Κι ετούτος, πλήρωμα και πλούτος εν σιωπή – και μόνον έτσι. 

Αρμονία. Αυτή η «Μεγίστη Μουσική» μιας σφαιρικότητας όπου έχει το κέντρο της παντού, και την ακτίνα της για διάμετρο του Απείρου. 

Το ηλιοβασίλεμα είναι -να, τώρα θα το πω και τούτο- Μάνας γλυκό φίλημα πάνω στο πονεμένο δέρμα, και πιο πολύ όταν την πληγή επιμελώς ζητάς να την κρατήσεις, εσύ μονάχα ξέρεις πώς, κρυμμένη. 

Κι αν το καλοσκεφτείς, ίσως κάποια στιγμή έξαφνα να βρεις, μπορεί και σε τρεις-τέσσερις το πολύ γραμμές ολόκληρη, την Αλήθεια που άλλοι, τους δόθηκε, να γνωρίζουν πρωτύτερα και πιότερο από σένα:

Οι ανυπότακτες ψυχές

θα ζούνε πάντοτε 

εξόριστες

στο απόβροχο της Λύπης.

Αποβροχο της Λύπης, Τοξο Ουρανιο Στ ο Ηλιο βα σ ιλεμα

Κωνσταντίνος Μεϊντάνης

SHARE
RELATED POSTS
Ιστορίες μέσα στο studio: κι απέναντι η Γκιώνα…, του Γιάννη Παπαϊωάννου
Απόμακρες, μοναχικές γιαγιάδες, του Δημήτρη Κατσούλα
Γράμμα σ’ένα παιδί που δεν γεννήθηκε ποτέ, του Αλάριχου

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.