Τούτα ‘δώ τα ολιγόσειρα κειμενάκια τα θέλω να έχουν δόντια γερά σφιγμένα, βλέμμα που να κοιτάζει τη γη, καπρίτσιο για το άδικο και χαμόγελο που να μυρίζει Άνοιξη. Κι αυτό, διότι θυμάμαι εκείνον τον λεβέντη Κούρδο όπου για μερικές ημέρες και μόνο – δεν χρειάστηκε παραπάνω – τον μάθαινα Ελληνικά ως μια ξένη γλώσσα. «Καλημέρα», «Καλησπέρα», «Ονομάζομαι Τζελίλ», «Είμαι από το Αφρίν», «Ο μεγάλος μου αδελφός ζει στην Ιταλία», «Η μάνα μου μένει στα χώματά μας, στη Συρία», «Τον πατέρα μου τον έπιασαν οι Τούρκοι πριν τέσσερα χρόνια και αγνοείται η τύχη του», συλλάβιζα από τον πίνακα του θεατρικού εργαστηρίου αργά-αργά τονίζοντας την προφορά των φθόγγων. Κάποια στιγμή στο διάλειμμα κι ενώ κουβεντιάζαμε με τα άλλα παιδιά τους ηθοποιούς, βγάζοντας την μπλούζα του είδα τα σκαμμένα σημάδια στα χέρια του τα οποία έκρυβε κάτω από τα μανίκια του. Έκτοτε σταμάτησα να τον ερωτώ, παρά μόνο έμαθα αργότερα ότι ήσαν από οβίδες.
Έχω καλά τυπωμένο στο μυαλό μου το όμορφο θλιμμένο πρόσωπό του κι ένα χαμόγελο που άρχιζε ν’ ανθίζει παρ’ όλες τις κακουχίες σαν ανθισμένη μυγδαλιά καταμεσής Γενάρη μήνα.
Ο Τζελίλ είναι άριστος ζωγράφος σκηνικών, γιατί η γλώσσα της Τέχνης παντού στον κόσμο είναι μία και γνώριμη.
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr