Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Στα εγκαίνια, του Δημήτρη Κατσούλα

Spread the love

WELCOME TO GREEK ISLANDS RESTAURANT-NEW YORK253-17 NORTHERN BLVD

Ήταν τόσο τυπικός ο φίλος που ούτε καν μου ανέφερε ότι χθες είχε εγκαίνια στον πολυχώρο που άνοιξε. Από τρίτο πρόσωπο το πληροφορήθηκα, οπότε δεν γινόταν να απέχω από αυτά. Σινιαρίστηκα, λοιπόν, έβαλα και γραβάτα για να τον εκπλήξω, πήρα και το λουλουδικό ανά χείρας και έφθασα στον χώρο όπου με όλα τα τυπικά ( παπάς για τον αγιασμό, γλυκά και φαγητά στον μπουφέ, και με όλα τα κομφόρ άψογα να είναι τακτοποιημένα), θα ξεκινούσαν τα καθέκαστα. Εκείνο που με χάλασε – το ανέφερα μάλιστα και στον ίδιο το φίλο – ήταν η πολύ δυνατή μουσική, τα πυροτεχνήματα να κάνουν τη νύχτα μέρα,  άφθονη χρήση κόκα κόλας καθώς και η πληθώρα εδεσμάτων. Κάποια στιγμή και ενώ όλα εξελίσσοντο κανονικά, αντιλαμβάνομαι μια κυρία μεσόκοπη με το ταγεράκι της που όπως υπερηφανευόταν στους γύρω το είχε από την εποχή που έγινε νύφη. Το ίδιο έδειχνε και μια φθαρμένη τσάντα που κρατούσε στο αριστερό της χέρι όπου θέλοντας να κρύψει τα χρόνια της είχε βάλει ένα μαντήλι παρδαλό στο εσωτερικό της το οποίο εξείχε αρκετά καλύπτοντάς την σχεδόν. Με «τσαχπινιά» ήρθε και τρύπωσε ανάμεσα στους προσκεκλημένους συγγενείς, φίλους, γνώριμους από παλιά. Βλέποντας τα φαγητά απλωμένα στα τραπέζια (self service ) στάθηκε μπροστά τους και γεμίζει ένα πιάτο βαθύ μέχρι του σημείου που δεν έπαιρνε άλλο και φεύγει. Ομολογουμένως την πρώτη φορά ούτε καν έδωσα σημασία. Ξαναεμφανίζεται μετά από λίγο, γεμίζει δεύτερο πιάτο και ξανά βγαίνει έξω. Δεν το άντεξα, οπότε την τρίτη φορά που έκανε πάλι την εμφάνισή της με  «στόχο» τον μπουφέ την ακολούθησα με διακριτικότητα από μακρινή απόσταση. Ένα τετράγωνο παρακάτω την περίμενε ο σύζυγός της ο οποίος κρατούσε στην αγκαλιά του το εγγόνι τους. Την είχαν αράξει πάνω στα χορτάρια κρατώντας ο καθένας και το πιάτο του. Έτρωγαν με τα χέρια, έκαναν αχαρακτήριστους μορφασμούς και γελούσαν ταυτοχρόνως. Ήταν η δεύτερη ημέρα από το πανηγύρι του Γενεσίου της Θεοτόκου – 8 Σεπτεμβρίου – στο   χωριό τους, να… μη βγούμε βόλτα και πεινασμένοι.

Κάποια στιγμή, και αργά κατά τις δώδεκα και μισή μεσάνυχτα είπα να επιστρέψω σπίτι. Ο κόσμος τίγκα απλωμένος στις γύρω ταβέρνες, όπου με πολύ ζόρι θα έβρισκες καρέκλα και τραπέζι άδειο. Παντού στημένοι πάγκοι με γουρουνοπούλες και κοψίδια. Σε απόσταση τουλάχιστον δυο χιλιομέτρων μακριά βρωμούσε τσίκνα παντού.

Εάν πιστεύατε ότι το Ζευγολατιό βγάζει τα καλύτερα παστέλια, συμπληρώστε παρακαλώ ότι έχει και τις καλύτερες τσίκνες που σπάνε μύτες.

SHARE
RELATED POSTS
Θεματικές δυσκολίες…, του Νότη Μαυρουδή
Βροχή, του Μάνου Στεφανίδη
Μη Θε’ μ’ χειρότερα…, του Αλέξανδρου Μπέμπη

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.