Προβλήθηκε για πρώτη φορά τέλη του 1960, θυμάμαι πως την είχα δει με έναν φιλαράκο μου, μου στο σινεμαδάκι της γειτονιάς μου (για την ακρίβεια μας έβαλε ένας γνωστός, που εργαζόταν εκεί, με κίνδυνο να εκτεθούμε όλοι, αφού η ταινία ήταν ακατάλληλη!) αλλά –σαν γνήσιοι οπαδοί του Εθνικού- φύγαμε λίγο πριν τελειώσει η προβολή. Αυτό έγινε με το που η Μελίνα Μερκούρη έβαλε το 45άρι δισκάκι στο φορητό ηλεκτρόφωνο, έστησε μπροστά της μια μεγάλη αφίσα της τότε ομάδας του Ολυμπιακού και άρχισε να τραγουδάει «Τα παιδιά του Πειραιά», ρίχνοντας το γεμάτο λαγνεία μάτι της στον Ηλία Υφαντή (ή μήπως στον Μίμη Στεφανάκο;)
Η ταινία προτάθηκε για βραβεία, τα πήγε καλά στις Κάννες, όμως περιμέναμε ο ποδοσφαιρικός μου σύντροφος και του λόγου μου, με ιδιαίτερη αγωνία το πώς θα αντιμετωπιστεί το φιλμ «Ποτέ την Κυριακή» από τα αμερικανάκια που δίνουν τα βραβεία «Οσκαρ» χωρίς όμως κακία μέσα μας. Απλά, συμφωνήσαμε με τον φίλο μου πως ο Ντασέν και η ταινία που γύρισε στον Πειραιά, ατύχησε λόγω αφελούς σεναρίου. Από την άλλη, παρακολουθώντας χθες από την ΕΡΤ2 το «Ιλια ντάρλινγκ», παραδέχτηκα ότι η Μελίνα Μερκούρη, αυτή η λαμπερή ηθοποιός μας, που δίκαια θεωρείται ένα από τα θηρία του ελληνικού κινηματογράφου, ήταν συγκλονιστική ίσως αδικήθηκε, χάνοντας τότε το βραβείο από την Ελίζαμπεθ Τέϊλορ.
Κάποια στιγμή, με ενημέρωσαν το σαλόνι (όπου έπαιζε η μεγάλη τηλεόραση ΑΝΤ1) ότι ο Χατζηνικολάου είχε βάλει παλιό στιγμιότυπο με τον Ζαχαράτο να δίνει ρεσιτάλ…Μελίνας ενώπιον της Μαλβίνας Κάραλη. Απίστευτη η συγκυρία. Μόνο που αυτή τη φορά δεν λιποτάκτησα από την αυθεντική Μερκούρη και είδα το ρεσιτάλ της ως το τέλος της ταινίας.
Μιας ταινίας, που δικαίως οι Αμερικάνοι της Ακαδημίας Κινηματογράφου τίμησαν μόνο -δίνοντας το «χρυσό» αγαλματίδιο για το τραγούδι «Τα παιδιά του Πειραιά»- στον δημιουργό του Μάνο Χατζιδάκι. Ηταν ο δεύτερος Ελληνας που τιμήθηκε, μετά την επιτυχία της Πειραιώτισσας Κατίνας Παξινού (άλλο θεριό υποκριτικής), το 1944, για το «Για ποιον χτυπά η καμπάνα». Ακολούθησαν ακόμη τρεις δικοί μας, ο Βασίλης Φωτόπουλος, ο Κώστας Γαβράς και ο Βαγγέλης Παπαθανασίου και τέλος.
ΥΓ: Τον απίστευτο Τάκη Ζαχαράτο τον πρόλαβα λίγο, προς το τέλος του «Ενώπιος ενωπίω», αλλά ήμουν σίγουρος για ό,τι θα παρακολουθούσα: Α-π-ο-λ-α-υ-σ-τ-ι-κ-ό-ς!
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr