Ανοιχτή πόρτα Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Ο Σιωπηλός Δρόμος του αυλητή του Χάμελιν και ο Covid-19, του Νίκου Βασιλειάδη

Spread the love

Νίκος Βασιλειάδης

llll.png


Οι θρύλοι και τα παραμύθια, οι λαϊκές δοξασίες και οι αφηγήσεις, αποτελούν ανέκαθεν τροφή και αιτία για να αναλογιστούμε την πραγματικότητα από κάποια άλλη ίσως αθέατη πλευρά που μέχρι τώρα ίσως αγνοούμε. Άλλα πάλι παραμύθια, μιας και είναι βγαλμένα μέσα από την ίδια την ζωή είναι σημαδιακά και δεν παύουν να έχουν διαχρονικά τόσα πολλά κοινά με την κάθε εποχή, ειδικά σε ό,τι αφορά την απόγνωση του κόσμου σε δύσκολους καιρούς. Όπως για παράδειγμα, Ο αυλητής του Χάμελιν, (γερμανικά:Rattenfänger von Hameln‎· o αυλητής – ο γητευτής του Χάμελν), ένας γερμανικός θρύλος, γνωστός κυρίως από την διήγηση των αδερφών Γκριμ. Ένας θρύλος που μπορεί να είναι πραγματικότητα μπορεί και όχι άλλά παραμένει εφιαλτικός.

Η γερμανική πόλη Χάμελιν κάθε χρόνο στις 26 Ιουνίου αναβιώνει ένα θλιβερό γεγονός που σκοτεινιάζει με το άσχημο τέλος του, τον συνήθως όμορφο και μαγικό κόσμο των παραμυθιών και αφορά μια επαπειλούμενη επιδημία πανούκλας εξαιτίας των ποντικιών στην πόλη και η θλιβερή της κατάληξη. Το έτος 1284, λοιπόν εξαιτίας μιας επιδρομής ποντικιών στην πόλη τους, οι κάτοικοι του Χάμελιν ήταν σε απόγνωση. Η πανούκλα που θα ενέσκυπτε ήταν σχεδόν μια βεβαιότητα. Τότε ακριβώς εκείνη την κρίσιμη στιγμή και ενώ κάθε άλλη προσπάθεια που είχε γίνει για να εξαφανιστούν τα τρωκτικά είχε αποτύχει, εμφανίστηκε ένας αυλητής, ντυμένος με παρδαλά ρούχα, και τους υποσχέθηκε να τους σώσει, να εξαφανίσει δηλαδή τα ποντίκια, αρκεί να του έδιναν την αμοιβή που θα ζητούσε. Οι πολίτες του Χάμελιν συμφώνησαν και δέχτηκαν να πληρώσουν το ποσό.

Τότε ο γητευτής των ποντικών έβγαλε μια μικρή φλογέρα από την τσέπη του κι άρχισε να παίζει. Τα ποντίκια και οι αρουραίοι άρχισαν αμέσως να βγαίνουν από τα σπίτια και μαζεύτηκαν γύρω του. Όταν κατάλαβε ότι τα είχε γητέψει όλα, κατευθύνθηκε προς τον ποταμό Βέσερ, σήκωσε τα πατζάκια του παντελονιού του και προχώρησε στο νερό. Τα ζώα τον ακολούθησαν και πνίγηκαν. Τώρα που οι πολίτες είχαν λυτρωθεί από τη μάστιγα που τους ταλάνιζε, μετάνιωσαν που είχαν υποσχεθεί τόσα πολλά λεφτά σε αντάλλαγμα και χρησιμοποιώντας ένα σωρό δικαιολογίες αρνήθηκαν να τον πληρώσουν. Ο Αυλητής αποχώρησε, πικραμένος και θυμωμένος.

Επέστρεψε στις 26 Ιουνίου, την ημέρα των Αγίων Ιωάννη και Παύλου, νωρίς το πρωί κατά τις 7 (αν και άλλοι επιμένουν πως ήταν μεσημέρι), στο Χάμελιν ντυμένος αυτή τη φορά με κυνηγετικά ρούχα και βλέμμα που τρόμαζε – φορώντας στο κεφάλι ένα μεγάλο αποκρουστικό παράξενο κόκκινο καπέλο. Έπαιζε την φλογέρα του καθώς περπατούσε τους δρόμους, αλλά αυτή τη φορά δεν ήταν τα ποντίκια και οι αρουραίοι που βγήκαν από τα σπίτια να τον ακολουθήσουν, αλλά τα παιδιά: ένας μεγάλος αριθμός αγοριών και κοριτσιών από τα τέσσερα και πάνω. Ανάμεσά τους ξεχώριζε και η μεγαλύτερη κόρη του δημάρχου. Το πλήθος των παιδιών τον ακολούθησε κι αυτός τα οδήγησε σε ένα βουνό, όπου εξαφανίστηκαν όλοι μαζί. Όλα αυτά τα είδε μια παραμάνα, η οποία κουβαλώντας ένα παιδί στην αγκαλιά της, τους ακολούθησε από απόσταση και μετά επέστρεψε γρήγορα, φροντίζοντας να μεταφέρει τα νέα στην πόλη. Οι ανήσυχοι γονείς έτρεχαν όλοι προς τις διαφορετικές πύλες της πόλης αναζητώντας τα παιδιά τους. Οι μητέρες φώναζαν κι έκλαιγαν με λυγμούς. Μέσα σε μία ώρα στάλθηκαν μαντατοφόροι προς κάθε κατεύθυνση να ρωτήσουν αν είχε δει κανείς τα παιδιά – έστω ένα από αυτά – αλλά δίχως αποτέλεσμα. Συνολικά εξαφανίστηκαν 130 παιδιά. Ο θρύλος λέει πως δύο από αυτά ξέμειναν πίσω κι επέστρεψαν. Το ένα ήταν τυφλό και το άλλο κωφάλαλο. Το τυφλό παιδί δεν ήταν σε θέση να δείξει συγκεκριμένο τόπο, αλλά μπορούσε να εξηγήσει πώς ακολούθησαν τον Αυλητή. Το κωφάλαλο παιδί ήταν σε θέση να δείξει τον τόπο, αλλά δεν είχε ακούσει το παραμικρό. Ένα μικρό αγόρι που φορούσε πουκάμισο με κοντά μανίκια, επέστρεψε για να πάρει το πανωφόρι του κι έτσι γλίτωσε την τραγωδία, διότι σαν επέστρεψε οι άλλοι είχαν ήδη εξαφανιστεί μέσα σε μια σπηλιά στο λόφο.

Αν βρεθείτε στο Χάμελιν και ρωτήσετε πού βρίσκεται αυτή η σπηλιά, ακόμη και σήμερα, μπορούν να σας τη δείξουν. Ακόμα και σήμερα, ο δρόμος που διάβηκαν τα παιδιά για να περάσουν την πύλη της πόλης ονομάζεται Σιωπηλός Δρόμος, και όταν περπατάς σε αυτόν δεν επιτρέπεται ούτε ο χορός, ούτε η μουσική. Ακόμη και τώρα κάθε φορά που μια γαμήλια πομπή διασχίζει το συγκεκριμένο δρόμο, καθώς κατευθύνεται προς την εκκλησία, οι μουσικοί σταματούν να παίζουν. Το βουνό κοντά στο Χάμελιν όπου εξαφανίστηκαν στα παιδιά ονομάζεται Πόπενμπεργκ.

Εκεί έχουν στηθεί δύο πέτρινα μνημεία σε σχήμα σταυρού, ένα από την αριστερή πλευρά και ένα από τη δεξιά. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι τα παιδιά οδηγήθηκαν μέσα από μια σπηλιά στην Τρανσυλβανία. Το γεγονός αυτό καταγράφηκε στα αρχεία της πόλης και μπορεί να δει κανείς σήμερα στο Δημαρχείο χαραγμένη την παρακάτω φράση: «Το έτος 1284 μετά τη γέννηση του Χριστού οδηγήθηκαν μακρυά από το Χάμελιν εκατόν τριάντα παιδιά, γεννημένα στον τόπο αυτό. Αποπλανημένα από έναν αυλητή στα έγκατα του βουνού».

Ένας φρικιαστικός θρύλος που σήμερα ίσως μας θυμίζει την στάση που κρατήσαμε σαν άνθρωποι απέναντι στις προειδοποιήσεις της Φύσης και το τίμημα που πληρώνουμε σήμερα. Ναι η φύση μας προειδοποίησε πάμπολλες φορές. Εδώ και χρόνια μας έστειλε πολλές αρρώστιες και κινδύνους για την ζωή μας και μεις ριχτήκαμε με την επιστήμη να τις πολεμήσουμε και να τις εξαλείψουμε. Και τα καταφέραμε, σχεδόν τις περισσότερες φορές. Όμως δεν μάθαμε τίποτε απ ‘ όλες αυτές. Δεν δώσαμε στην επιστήμη, στην μοναδική ελπίδα σωτηρίας μας την αμοιβή που θα την έκανε δυνατή και αυτάρκη για να μας προστατεύσει από κάθε μελλοντικό κακό. Υποβαθμίσαμε την Υγεία και την έρευνα, αφήσαμε υποστελεχωμένο, αδύναμο και υποτονικό το κάθε σύστημα Υγείας μας και τώρα κλαίμε. Κλαίμε γιατί ένας καινούριος αυλητής με παράξενη κορώνα – καπέλο στο κεφάλι παίρνει, ευτυχώς όχι τα παιδιά μας, αλλά τους γονείς μας μέσα στις σκοτεινιές σπηλιές της λήθης και του θανάτου. Και φτιάξαμε για μια ακόμη φορά έναν καινούριο σιωπηλό δρόμο – δίχως ανθρώπινη επαφή, δίχως χορό, δίχως τραγούδια. Μόνον με θρήνους.

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.  

The article expresses the views of the author

iPorta.gr

SHARE
RELATED POSTS
Σαν μισοδιάφανες πεταλούδες, της Στέλλας Κουτρή
Στον καρδιολόγο…, του Γιώργου Αρκουλή
Μαντινάδα της δεύτερης μέρας, του Μάνου Στεφανίδη

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.