Πέρα από την ασχετοσύνη του, πρέπει να είναι και πολύ θρασύς εκείνος ο οποίος κάλεσε από τηλεοράσεως – το πρώτο προσφιλές του μέσο επικοινωνίας, επειδή το δεύτερο είναι το twitter –, κάλεσε λοιπόν τον μικρομεσαίο επιχειρηματία, τον μαγαζάτορα, και του πρότεινε να παραδώσει τα κλειδιά της επιχείρησής του για να επιλύσει αυτός ο κύριος όλα τα προβλήματα που έχουν συσσωρευτεί στον κλάδο ως δια μαγείας θεωρώντας τον επί χρόνια επαγγελματία άχρηστο να τα φέρει εις πέρας. Χλευάζοντας αυτός ο κύριος την μικρομεσαία τάξη στο σύνολό της, φαίνεται ότι αγνοεί παντελώς τις αγωνίες όλων αυτών των εμπόρων για το πως θα κρατήσουν τις επιχειρήσεις τους όρθιες από την μία μεριά και από την άλλη να περισωθούν οι ήδη υπάρχουσες θέσεις εργασίες μη προβαίνοντας σε απολύσεις του προσωπικού τους σε μια εποχή όπου οι εργασιακές σχέσεις βάλλονται πανταχόθεν με καινούργια νομοθετήματα του Υπουργού Εργασίας.
Ακόμα, αναλογίζομαι την χλεύη και την λοιδορία, χαρακτηρισμοί με τους οποίους αντιμετωπίζεται ο νέος σήμερα στο Πανεπιστήμιό του που είναι αντίθετος με τα , αστυνομικά μέτρα στον ίδιο του τον χώρο, όταν τον απεικονίζουν σε φωτογραφίες να είναι τρεις κι ο κούκος επιδεικνύοντας τον στις τηλεοράσεις τους ειρωνικά ‘’ιδού κύριοι, καμαρώστε ένα γενναίο φοιτητικό κίνημα’’, ενώ στην πραγματικότητα ήσαν χιλιάδες οι συγκεντρωμένοι χωρίς βέβαια τους γνωστούς-αγνώστους και τους κομματικοποιημένους που θέλουν κάθε φορά οι κυβερνώντες να χρησιμοποιούν για να μειώσουν την επιτυχία μιας κινητοποίησης.
Αναλογίζομαι, πως για να έχεις το σθένος να χλευάσεις και να ειρωνευτείς αυτόν τον νέο – ναι, τον έναν από τις χιλιάδες των συγκεντρωμένων σε μια πορεία – θα πρέπει να σκεφτείς πολλές φορές πόσα παντελόνια έλιωσε στα θρανία και πόσα χωραφάκια στο χωριό (την μόνη περιουσία του) πρέπει να πουλήσει κοψοχρονιά για να τελειώσει το Πανεπιστήμιο του μη δίνοντας το δικαίωμα σε κάποιους να εκθέσουν σε παγκόσμια πρώτη τον πνευματικό του χώρο να φυλάσσεται από αστυνομικούς, αφήνοντας να εννοηθεί προς τα έξω ότι η τάξη και η ελευθερία στεριώνουν μόνο όταν επιβάλλονται δια του ροπάλου.
Αναλογίζομαι πώς σε μια εποχή που κυριαρχεί η αδιαφορία και ο ατομικισμός, σε μια κοινωνία όπου θεριεύει ο φόβος και το σκοτάδι, εάν κάποιος θα ήθελε να ήταν με την πλευρά του Ανθρώπου, εάν συναισθανόταν βαθιά μέσα του την ανθρωπιά δεν θα γινόταν ο σπορέας του φόβου και της αβεβαιότητας αλλά θα επεδίωκε να ζει και να κινείται σε ένα περιβάλλον ασφάλειας και κατανόησης, σε ένα περιβάλλον θαλπωρής και ανακούφισης από τους πάσης φύσεως φόβους και πόνους, σε έναν χώρο όπου θα εκρατείτο μακριά από την αγωνία γινόμενος υποστηρικτής των αντοχών της και κοινωνός των αλλαγών που ευαγγελίζεται. Και… μέχρι να ισχύσουν η κοινωνική σύμπνοια και η εμπράγματη αλληλεγγύη είμαστε ακόμα μακριά. Αρκετά μακριά ως κοινωνική συνοχή, ομοψυχία και δράση, στοιχεία απαραίτητα για να προχωρήσουμε στο επόμενο βήμα της αλληλοκατανόησης.
Υγ: Το παρόν γράφεται με αφορμή κάποια επαρχιακά καταστήματα στα οποία δεν παρασχέθηκε η άδεια λειτουργίας τους με ό, τι αυτό συνεπάγεται, προβάλλοντας η κυβέρνηση ως δικαιολογία τον μπαμπούλα της επιδημίας ενώ από την άλλη συγκεντρώνει μαθητές στα Λύκεια της χώρας πειραματιζόμενη με την όσο το γρηγορότερο (μέσα σε δέκα ημέρες) βεβιασμένη απόκτηση ανοσίας! την οποία θα χρησιμοποιήσει ως δικαιολογία για την έξοδο του Πάσχα, επικαλούμενη βέβαια επιπλέον και όπου την ‘’παίρνει’’ τα στημένα ‘’κορωνοπάρτι’’, ως εφεδρικό της όπλο.