Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

“Να έχεις μια καρδιά που ποτέ δεν σκληραίνει, ένα χαρακτήρα που ποτέ δεν κουράζει, ένα άγγιγμα που ποτέ δεν πονά”, του Νίκου Βασιλειάδη

Spread the love

 

llll.png

(2019). Μια φορά και έναν καιρό, στο σκοτεινό και υγρό πατάρι ενός σπιτιού ήταν αποθηκευμένο ένα μεγάλο ξύλινο κέδρινο κουτί, γεμάτο ξεχωριστά, λαμπερά, γυάλινα ολόχρυσα, Χριστουγεννιάτικα στολίδια. Διατηρούσαν τον αστραφτερή τους λάμψη, φανταχτερά με κατακόκκινες κορδέλες να κρέμονται από τους ασημένιους κρίκους τους. Από παλιά η οικογένεια που τα είχε στην κατοχή της κάθε Χριστούγεννα που στόλιζε το δέντρο φρόντιζε και τα στόλιζε στην από την πλευρά του δέντρου που έβλεπε στο παράθυρο, έτσι ώστε όλοι όσοι περνούσαν έξω από το σπίτι να τα καμαρώνουν.

Ανάμεσα τους όμως βρισκόταν ένα άσχημο, παραμελημένο στολίδι, ένα κακοντυμένο αρκούδι με κοντά πόδια και μακριά μουσούδα που ούτε στο χρώμα είχε πετύχει, αφού το δέρμα του ήταν βαμμένο γκρι αντί για κατάλευκο. Αυτό το παιχνίδι ποτέ κανείς δεν το πρόσεξε, ποτέ κανείς από την οικογένεια δεν το έβαλε στην καλή πλευρά του δέντρου μαζί με τα άλλα όμορφα στολίδια. Κάθε χρόνο έμενε τελευταίο σαν επιλογή και το έβαζαν στα κάτω κλαδιά κάπου χωμένο μέσα τους ώστε να μην φαίνεται. Ποτέ κανείς δεν είχε μιλήσει με όμορφα λόγια για αυτό ούτε το είχαν πιάσει τρυφερά ποτέ για να το βάλουν πίσω στην θέση του μαζί με τά άλλα όμορφα στολίδια. Μα κάθε τι στον κόσμο , έχει ένα λόγο ύπαρξης και αξία μεγάλη. Μπορεί το στολίδι αυτό το άσχημο και πολυκαιρισμένο να μην ήταν μεγάλο και λαμπερό, όμορφο και κομψό όπως τα άλλα. Είχε όμως την μεγαλύτερη φαντασία που χε ποτέ ένα στολίδι, και ήξερε με το μυαλό του να φτιάχνει υπέροχα παραμύθια. Απλά ποτέ κανείς δεν το έφερε μπροστά στα μάτια του για να μπορέσει μέσα από την αχνή θαμπή του λάμψη να του τα διηγηθεί. Εκείνα τα Χριστούγεννα που πλησίαζαν ήταν όταν άκουσε πάλι κάποιον από την οικογένεια να ανεβαίνει πάλι στο πατάρι και να παίρνει το κουτί. Είχε έρθει πάλι η ώρα που θα στολίζανε το Χριστουγεννιάτικο δέντρο τους.

Τότε άκουσε την οικογένεια να συζητά και να λέει: «πρέπει να ξεκαθαρίσουμε όλα τα άχρηστα και άσχημα αντικείμενα και να πάρουμε καινούργια. Έχουν περάσει αρκετά χρόνια με τα ίδια παλιά παιχνίδια..» Ποια θα ήταν η τύχη του άραγε; Θα το πετούσαν στην ανακύκλωση; Θα το έσπαγαν; Εκείνο το βράδυ το χλωμό γκρι αρκούδι ένιωθε πιο λυπημένο από ποτέ. Πόσο θα’ θελε το έβαζαν για μια και μοναδική φορά να στολίσει το όμορφο Χριστουγεννιάτικο έλατο από την καλή του μεριά μαζί με τα άλλα λαμπερά στολίδια, να μην ήταν μόνο, να καμάρωναν και αυτό όπως τα άλλα στολίδια. Η μοίρα του όμως ήταν άσχημη. Μαζί με κάποια άλλα σπασμένα ξύλινα στολίδια και κάποιες παλιές λερωμένες κάρτες από την υγρασία το γκρι αρκούδι βρέθηκε πεταμένο στην άκρη ενός σκουπιδοντενεκέ μέσα σε ένα χαρτονένιο κουτί από παπούτσια. Εκείνες τις ώρες που το στολίδι περνούσε τόσο δύσκολα, όταν πια είχε βραδιάσει και άρχιζε ένα παγωμένο ψιλόβροχο που πότιζε σιγά σιγά το παλιό κουτί από τα παπούτσια έτυχε και πέρασε από την γειτονιά ένα παλικάρι που γύριζε από την δουλειά του. Ο Μάρκος, ήταν ένα παλικάρι στα 20 του και δούλευε ντελιβεράς σε ένα σουβλατζίδικο προσπαθώντας με την σκληρή δουλειά του να καλύψει τα έξοδά του για να σπουδάσει στο Τμήμα Ψηφιακών Συστημάτων στο Πανεπιστήμιο του Πειραιά. Είχε έρθει εδώ και δύο χρόνια από το χωριό του και ζούσε σε ένα παγωμένο ημιυπόγειο καμαράκι μια σταλιά. Πολλές φορές τα παγωμένα βράδια που δεν άναβε την μικρή ηλεκτρική σομπίτσα θέλοντας να κάνει οικονομία μια που δύσκολα τα έφερνε βόλτα, ξάπλωνε στον παλιό καναπέ που είχε μαζέψει από τους άχρηστους που είχαν πετάξει στην άκρη του δρόμου και χρησιμοποιούσε σαν κρεβάτι φορώντας διπλές μπλούζες και διπλά φούτερ, για να την παλέψει. Ο Μάρκος λάτρευε και περίμενε πως και πώς να έρθουν τα Χριστούγεννα. Λίγο η χαρούμενη ατμόσφαιρα, τα φωτισμένα μπαλκόνια, λίγο τα αυξημένα λόγω γιορτών μπουρμπουάρ που θα του άφηναν οι πελάτες, λίγο το δώρο – αν το έδινε – ο ιδιοκτήτης του μαγαζιού θα του έκαναν τις κρύες νύχτες του βαρύ χειμώνα λίγο καλύτερες. Ένα ζεστό φαγητό, λίγη τηλεόραση, η ηλεκτρική σόμπα να ζεστάνει το καμαράκι του και ένας καλός ύπνος ήταν το δικό του στο μυαλό ολοκληρωμένο παραμύθι. Ο Μάρκος χωρίς να καταλάβει πώς έριξε το βλέμμα στο παλιό χάρτινο κουτί. Κάτι του είπε μέσα στο μυαλό του να το πάρει στα χέρια και να το ανοίξει. Έτσι από ένα τυχαίο γεγονός το μικρό γκρι αρκουδάκι, μαζί με δυο κουτσούς ξύλινους καρυοθραύστες, ένα έλκηθρο που του έλειπε το ένα πέδιλο, μια ξύλινη εκκλησία με σπασμένο καμπαναριό, μια πλαστική κόκκινη μπαλίτσα με γραμμένο στο πλάι της ένα ξεφτισμένο χρόνια πολλά 1989 και μερικές χριστουγεννιάτικες κάρτες ζωγραφισμένες με το πόδι από έναν σύλλογο αναπήρων, βρέθηκαν στα χέρια του Μάρκου. Ο Μάρκος δεν θέλησε να τα πετάξει, γιατί ο Μάρκος όπως και γω που σας γράφω αυτή την μικρή ιστορία πίστευε πως κάθε τι στον κόσμο , έχει ένα λόγο ύπαρξης και αξία μεγάλη. Έτσι εκείνο το βράδυ πριν τα Χριστούγεννα όλα αυτά τα άχρηστα για άλλους πράγματα που πετάχτηκαν στην άκρη του δρόμου σαν σκουπίδια βρήκαν ένα καινούριο σπιτικό.

Την άλλη μέρα ο Μάρκος γυρίζοντας πάλι από την δουλειά περνώντας από την γωνία του μεγάλου σούπερ Μάρκετ, εκεί που βρίσκονταν παρατεταγμένα μια σειρά από μεγάλα περήφανα μυρωδάτα πανέμορφα έλατα, μάζεψε από τα πεταμένα κλαδιά ελάτων στην άκρη του δρόμου ένα μεγάλο φουντωτό κλαδί και το έφερε στο σπίτι. Το έστησε σε μια γωνία και πάνω του στόλισε όλα εκείνα τα άχρηστα και άσχημα για τους άλλους στολίδια. Και εκεί ψηλά από την καλή μεριά που έβλεπε προς τον καναπέ που κοιμόταν, στην καλύτερη μεριά, με ξεχωριστή προσοχή για να μην σπάσει τοποθέτησε το γκρι αρκούδι της ιστορίας μας. Στην βάση μια παλιά καρτ ποστάλ με την Θεία Γέννηση πήρε την θέση της φάτνης και στα μάτια του Μάρκου, στο μικρό δωματιάκι του το Χριστουγεννιάτικο έλατο έγινε μέρος των δικών του Χριστουγέννων. Το βράδυ όταν απόφαγε και αφού κλείνανε τα μάτια του ο Μάρκος έγειρε στον παλιό του καναπέ και αποκοιμήθηκε. Και ήταν τότε αυτή η μοναδική και πρώτη φορά στην μεγάλη και άχαρη μέχρι τότε ζωή του χριστουγεννιάτικου στολιδιού της μικρής μας ιστορίας που έχοντας βρει την θέση του στην καρδιά ενός φτωχού παληκαριού, το παιχνίδι έλαμψε και άστραψε μέσα στο μισοσκόταδο, φώτισε σαν να έλουζε χρυσόσκονη το κλαδί του έλατου, και σκόρπισε μια γλυκιά ζέστη στο υγρό δωμάτιο. Οι Καρυοθραύστες χαμογέλασαν μέσα στις κατακόκκινες λαμπερές στολές τους, η κόκκινη πλαστική μπαλίτσα άστραψε, η μικρή ξύλινη εκκλησία φωτίστηκε σαν να ήταν πραγματική και η φάτνη ζωντάνεψε σαν όνειρο. Ένα όνειρό που χύθηκε σαν γλυκιά μυρωδιά κανέλας σε όλο το δωμάτιο και αγκάλιασε το κορμί του Μάρκου. Ένα παραμύθι, ποτέ κανείς δεν είχε πει ποτέ ξανά, ένα ολοκληρωμένο παραμύθι στον ωκεανό των Ονείρων.

Τα χρόνια πέρασαν γρήγορα. Ο Μάρκος τελείωσε το Πανεπιστήμιο, πήρε το πτυχίο του και έπιασε μια καλή δουλειά. Έφυγε από το μικρό δωματιάκι των πρώτων δύσκολων χρόνων του στην Αθήνα. Γνώρισε μια όμορφη κοπέλα και παντρεύτηκε και ζει σε ένα ζεστό διαμέρισμα κάπου στο Παγκράτι. Κάθε χρόνο όταν έρχονται τα Χριστούγεννα πηγαίνουν μαζί και διαλέγουν ένα όμορφο καταπράσινο πυκνό έλατο που στολίζουν με περισσή αγάπη με πανέμορφα στολίδια. Και στην πιο όμορφη και ζηλευτή γωνιά του ο Μάρκος δεν ξεχνά ποτέ μα ποτέ να στολίσει το μικρό γκρι αρκούδι. Εκείνο που πριν από χρόνια του χάρισε μια κρύα χειμωνιάτικη νύχτα την αγάπη του και το πιο όμορφο ολοκληρωμένο παραμύθι. Εκείνο που τελειώνει με το “να έχεις μια καρδιά που ποτέ δεν σκληραίνει, ένα χαρακτήρα που ποτέ δεν κουράζει, ένα άγγιγμα που ποτέ δεν πονά. Έτσι λένε. Ποιος ξέρει;

Καλά Χριστούγεννα σε όλους!

Ετήσια συνδρομή: 150 ευρώ Paradise SPA & GYM (εντός Ξενοδοχείου Amilia Mare-Paradise, 4ο χλμ Ρόδου-Καλλιθέας).  Εντός πακέτου:  Xαμάμ, τζακούζι, σάουνα, οργανωμένο γυμναστήριο, pilates, brazilian boost, strong zumba, bodypump. Τηλ: 22410-62481 & 22414-01519

PARADISE SPA & GYM-ΕΤΗΣΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗ (FULL PACK): 150 ΕΥΡΩ


Μόνο στη Ρόδο: Αποστόλου Παύλου 50 (Ανάληψη)-Βενετοκλέων (Στάδιο ΔΙΑΓΟΡΑΣ)-Ρόδου-Λίνδου (ύψος ΙΚΑ)-Λεωφόρος Κρεμαστής – Πηγές Καλλιθέας (από Μάιο-Οκτώβριο) & catering Γάμοι-Βαπτίσεις, Συνέδρια, Εκδηλώσεις

PANE DI CAPO – AT RHODES – ΣΤΗ ΡΟΔΟ – ΤΗΛ: 22410-69007

 

SHARE
RELATED POSTS
Σκέψεις προσωπικές…, της Νάσιας Στουραΐτη
Να’χα τα νιάτα σου, της Μαρίας Σκαμπαρδώωνη
Τσάρκες με την γιαγιά, του Δημήτρη Κατσούλα

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.