Ο Ηλίας Καραβόλιας είναι Οικονομολόγος με ειδίκευση Γενικής Θεωρίας και Οικονομικής Πολιτικής. Κατέχει Master of Arts από το European Institute of Philosophical Anthropology
Ποτέ ( σχεδόν) τόσο λίγοι δεν έμπαιναν τόσο βαθιά στις τσέπες των πολλών. Ξέρετε, το μεγάλο κεφάλαιο όπως και το εισπρακτικό κράτος, μπαίνουν πρώτα από το μάτι και το αυτί για να καταλήξουν στον πλέον ζωτικό μας όργανο, την τσέπη. Ο ολιγοπωλιακός καπιταλισμός πρώτα εγκαθίσταται εντός μας και μετά στην αγορά. Διότι αγορά είμαστε απλά εμείς οι ίδιοι, ως παραγωγοί-καταναλωτές.
Μετατραπήκαμε σε μονάδες πίστωσης και χρέωσης για νοητικούς λογαριασμούς. Από το ΑΤΜ όμως της κάθε ανθρώπινης ψυχής βγαίνουν διαφορετικά συναισθήματα, ένστικτα, επιθυμίες. Αυτά συνθέτουν το φόντο της αγοράς μαζί με τους κώδικες και την γλώσσα του κεφαλαίου. Όταν αυτή η διαφορική πραγματικότητα συγχρονιστεί με το γίγνεσθαι του κόσμου και των πραγμάτων έξω από τον εαυτό, τότε το υποκείμενο της ιστορίας αναγκάζεται να πληκτρολογήσει το ατομικό του pin, οπότε και το ψυχικό ΑΤΜ βγάζει, εκτός των άλλων που αναφέραμε, το κραταιό νόμισμα του βίου : τον χρόνο.
Ο χρόνος-νόμισμα λοιπόν του κοινωνικού, που γεμίζει το ανθρώπινο υπαρξιακό κενό, είναι που καλύπτει την ποσότητα αγοραστικής δύναμης και αμοιβής εργασίας που χάνουμε, αφού κλείνει συχνά τις ψυχικές ρωγμές του διχασμένου υποκείμενου και μειώνει κάπως την δυσφορία του μέσα στον πολιτισμό(Freud). Οπότε και το υποκείμενο συνεχίζει να συναλλάσσεται με την ιστορία και τα συμβάντα. Έστω και με την οριακή ζωή του, την υποκατανάλωτικη και υπό-παραγωγική του συμπεριφορά.
Δομείται όμως εμφανώς τις τελευταίες δεκαετίες μια αγοραία κοινωνική μηχανική, μια βιοπολιτική με το σιδερένιο χέρι του κράτους και του παγκόσμιου μονεταρισμού, ως το απόλυτο εργαλείο απόσπασης υπεραξίας και κέρδους από την ολιγομελή ισχυρή ελίτ της (κάθε) χώρας : δηλαδή της άρχουσας τάξης που κατέχει το υπερσυσσωρευμένο κεφάλαιο και μοιράζει μεταξύ των μελών της τους κλάδους της αγοράς.
Οι μεταπολιτευτικές συνθήκες ( μέχρι το 2008/9) επιτάχυνσης στην παραγωγή και ανόδου των εισοδημάτων των πολλών( πάλαι ποτέ ισχυρή μεσαία τάξη) μεταλλάσσονται σε συνθήκες έντονης συμπύκνωσης του ιστορικού χρόνου( ποτέ στην νεοελληνική κοινωνία δεν πέρασαν τόσο γρήγορα τα χρόνια όσο την τελευταία δωδεκαετία ) Αυτός ο συνδυασμός άλλαξε (και θα αλλάξει για τις επόμενες γενιές ) την σχέση αλληλεπίδρασης του καθενός με τον κόσμο, την αγορά, την εργασία, την απόλαυση της ζωής.
Δεν χωράει δε πλέον τόσο εύκολα στον μεγάλο καμβά της παγκόσμιας σκηνής, κανένα ιδιαίτερο εθνικό σκηνικό της σημερινής κατάστασης και της σχέσης του νεοέλληνα με τον κόσμο γύρω μας. Και αυτό γιατί ο χρόνος μας υπεξαιρείται πλέον βίαια απο τις ελίτ της εξουσίας και του κεφαλαίου. Σχεδόν πιο βίαια από τον μόχθο και την υπεραξία που παράγουμε.
Αφαιρέθηκε από τον ανθρώπινο βίο των Ελλήνων τα τελευταία δύσκολα χρόνια, μεγάλη ποσότητα άνθρωπο-ωρών. Υπεξαιρέθηκαν, εκτός από ιδρώτα και αμοιβές, τόσο ανεπίστρεπτος ανθρώπινος χρόνος όσο και πολύτιμο ανθρώπινο κεφάλαιο.
Όπως είπαμε στην αρχή, ποτέ δεν μπήκε τόσο εύκολα το άναρχο καπιταλιστικό σύστημα εντός μας, πρώτα από τα μάτια και τα αυτιά, και μετά στην τσέπη μας.
Και οι περισσότεροι θα παλεύουν να βγάλουν από μέσα τους αυτό το άχθος του συστήματος, όχι πλέον μόνο με την δουλειά και την δημιουργία ή με την κατανάλωση, αλλά με το στόμα τους (Λόγος) και με τα άκρα των δακτύλων τους (Γραφή). Γι’ αυτό και μιλάμε πολύ και πληκτρολογούμε στις ιντερνετικές μικρό-κοινότητες επικοινωνίας και στα μικρο-περιβάλλοντα πολιτικής και ιδεών, για να μην εδραιωθεί εντός μας, να μην γίνει ίζημα, το τοξικό στοιχείο της κοινωνικής μηχανικής (που ακολουθεί αιώνες τώρα τα κοινωνικά και οικονομικά συστήματα).
Καθώς προσπαθούμε να αποφορτίσουμε τους νευρώνες μας από την νομισματική τυραννία της ποσότητας των πραγμάτων – και όχι την δημοκρατία της αξίας τους- υποτασσόμαστε φυσικά στην σκληρή καθημερινότητα. Συμπιέζουμε ακόμη περισσότερο τον ιστορικό ατομικό μας χρόνο και αναγκαστικά παράγουμε : προσφορά -ζήτηση- κέρδος- υπεραξία.
Τι νόημα άραγε έχουν όλα τα παραπάνω ως περιγραφές (κενής ισως) ευρυμάθειας για τα τρέχοντα του βίου στον τόπο; Φρονώ ότι δεν έχουμε την απαιτούμενη «ριζοσπαστική νοημοσύνη» και όχι αντίληψη, ώστε να κατανοήσουμε τι ακριβώς δομείται ολοένα και περισσότερο στην ελληνική οικονομία, άρα και στην κοινωνική διαστρωμάτωση. Αρνούμαστε να δούμε ότι γινόμαστε κοινωνία και οικονομία φιλελεύθερης ολιγαρχίας. Η άρνηση αυτής της πραγματικότητας οδηγεί σε λιγότερο βίο, χαμηλότερες προσδοκίες, περισσότερη επαναστατική γυμναστική και ψηφιακό ακτιβισμό.
Όσο δεν γεμίζουμε την ψυχική μας δεξαμενή με ταξική συνείδηση και ιστορική σύλληψη των δομικών μετασχηματισμών, τόσο θα δουλεύουμε για λιγότερα και θα αγανακτούμε μόνο στα πληκτρολόγια…