Ο Διονύσης Μαρίνος είναι Δημοσιογράφος και Κριτικός Λογοτεχνίας.
Eυγενής κατ’ ουσίαν και επιθετικός όπου πρέπει. Εστέτ με την προσήνεια που του προσδίδει η πλέρια γνώση πολλών αντικειμένων, αλλά και λαϊκός με την έννοια της πρόσδεσής του με το καθημερινό. Με ευρωπαϊκή εσάνς, αλλά και με μιαν ελληνικότητα -αυθεντική, όχι ψευδεπίγραφη- που δεν διστάζει να την εκφράζει δημόσια. Ο καθηγητής στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο, κριτικός τέχνης και συγγραφέας, Μάνος Στεφανίδης, είναι από αυτές τις περιπτώσεις των ανθρώπων που ξεπερνούν την έννοια του «πνευματικού ταγού». Ίσως διότι από μόνη της η έκφραση κουβαλάει στην Ελλάδα την απαξιωτική ερμηνεία του κουλτουριάρη. Ο Μάνος Στεφανίδης μόνο τέτοιος δεν είναι. Όποιος συνομιλήσει μαζί του θα σταθεί μπροστά σε μια ευχάριστη έκπληξη. Όχι, σε πολλές! Όσες κρύβει και η συνέντευξη που παραχώρησε στο Andro, από την οποία παρέλασαν πολλά μέλη της πολιτικής και πνευματικής σκηνής, αλλά κυρίως οι καινοτόμες ιδέες του.
– Κύριε Στεφανίδη, ας ξεκινήσουμε με ένα θέμα που αφορά τον ακαδημαϊκό χώρο. Έχουμε μπροστά μας τις πρυτανικές εκλογές. Τα πανεπιστήμια αποτελούν οργανικό μέρος της κοινωνίας, άρα τι μπορούμε να περιμένουμε από την εκλογική διαδικασία; Το λέτε πολύ σωστά. Τα πανεπιστήμια, ενώ λειτουργούν ως ένα πνευματικό γκέτο υψηλού επιπέδου, είναι οργανικό κομμάτι της κοινωνικής πραγματικότητας. Θα έπρεπε να είναι πιο ανοιχτά και παρεμβατικά και συγχρόνως πιο ελεύθερα. Μοιάζει οξύμωρο, αλλά δεν είναι. Τα πανεπιστήμια χειμάζονται από έλλειψη ελευθερίας.
– Αυτό το διαπιστώνει κανείς ακόμη κι αν δεν κινείται στο χώρο των πανεπιστημίων. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν κάποιες ασύδοτες μειονότητες, οι οποίες παρεμβαίνουν στην ομαλή λειτουργία και δημιουργούν από μικρά προβλήματα έως σκάνδαλα και κολάσιμες πράξεις. Τα πανεπιστήμια, λοιπόν, δεν είναι αυτό που θα έπρεπε να είναι. Οι πρυτανικές αρχές είναι μια από τα ίδια. Στο Πανεπιστήμιο Αθηνών ο νυν πρύτανης είναι γιος πρύτανη.
– Νεποτισμός, λοιπόν… Υπάρχει μια περίεργη κληρονομικότητα και στον ακαδημαϊκό χώρο. Το δράμα των πανεπιστημίων συνεχίζεται όσο δεν αντιμετωπίζουμε το ουσιαστικό πρόβλημα. Το περίφημο άρθρο 16, το οποίο θα έδινε φτερά όχι στα ιδιωτικά, αλλά και στα δημόσια πανεπιστήμια. Θα έβγαιναν απόλυτα κερδισμένα από τον ανταγωνισμό.
– Για να καταλάβει και ο κόσμος που ενδεχόμενα δεν γνωρίζει, το άρθρο 16 αναφέρεται στην ίδρυση ή μη ιδιωτικών πανεπιστημίων. Ακριβώς. Κι εγώ μεγαλωμένος με τις ιδεοληψίες της Αριστεράς, εντελώς μηχανικά έλεγα «όχι». Βλέποντας, όμως, την κατάντια η οποία κρατάει χρόνια και διαπιστώνοντας ότι ο νόμος της Διαμαντοπούλου, με όλες του τις δυσπλασίες, έβαζε τα πράγματα σε μια σειρά, θεωρώ πως είναι η τελευταία ευκαιρία για την τριτοβάθμια εκπαίδευση να συγχρονιστεί και να ακολουθήσει αυτό που συμβαίνει στον υπόλοιπο κόσμο. Οι πρυτάνεις είτε συναλλάσσονται με οικτρές μειοψηφίες είτε ασχολούνται με την προσωπική τους προβολή, γι’ αυτούς τους βλέπουμε να μεταπηδούν στην πολιτική. Κάποτε είχαν μεγάλο κύρος, σήμερα ελάχιστα συμβαίνει αυτό. Δεν μπορώ να συγχωρήσω τους πρυτάνεις που ανέχονται την ανομία μέσα στο χώρο των πανεπιστημίων.
«Το να πας καθαρός και με γραβάτα στο αμφιθέατρο, αυτό κάτι σηματοδοτεί. Σέβεσαι τον εαυτό σου και το κοινό στο οποίο απευθύνεσαι».
– Είναι, όντως, μια τραγική κατάσταση και το διαπιστώνουμε καθημερινά. Φανταστείτε έναν χώρο όπου μπορεί να μπαίνει ο καθένας, να ασχημονεί, να κλέβει, να απειλεί, να μαχαιρώνει, να τραμπουκίζει. Αυτό είναι αδιανόητο. «Βλέπω το μίσος ανθρώπων που είναι συμπλεγματικοί. Που μισούν την αξιοκρατία και φοβούνται το διαφορετικό».
– Η άρση του ασύλου θα έλυνε κάποια προβλήματα; Μερικοί ακόμη βολεύονται να νομίζουν ότι ζουν την παραμονή της 24ης Ιουλίου 1974, μια ημέρα πριν πέσει η Δικτατορία. Όλα αυτά είναι ανοησίες, εκ του πονηρού όμως. Το άσυλο εμείς το καταλύουμε όχι κάποιος εξωτερικός παράγοντας και το να εφαρμόζεται ο νόμος και να υπάρχει μια στοιχειώδης αστυνόμευση σε μέρη όπου δρουν μικροσυμμορίες και ναρκέμποροι, νομίζω πως είναι το αυτονόητο που πρέπει να πράξει η ηγεσία του πανεπιστημίου. Το άλλο μεγάλο πρόβλημα των πανεπιστημίων είναι ότι χρειάζονται μάνατζμεντ. Είναι τεράστιο όπλο επενδυτικό και παραγωγικό για τη χώρα. Οργανώστε μας, αυτό λέω. Υποτίθεται πως είμαστε οι σοφοί του τόπου. Ένας μάνατζερ θα μπορούσε να απογειώσει τα πανεπιστήμια και αξιοποιώντας το έμψυχο δυναμικό και τους πόρους. Τα πανεπιστήμια είναι πλούσια, δεν είναι φτωχά. Αντίθετα, η διαχείριση είναι μίζερη. Πρόκειται για σύγχρονο σκλαβοπάζαρο όπου εργολάβοι εκμεταλλεύονται κάποιες δυστυχισμένες καθαρίστριες, οι οποίες αμείβονται με ψιχία, με τις βρόμικες τουαλέτες και με την πλήρη εγκατάλειψη. Τα κτίρια στην Πανεπιστημιούπολη έχουν να συντηρηθούν κάποιες δεκαετίες. Όλα αυτά δημιουργούν μια νοσηρή ατμόσφαιρα, κυρίως για τα παιδιά.
– Ε, βέβαια θα παθαίνουν πολιτισμικό σοκ μόλις εισέλθουν στα ενδότερα. Έχουν στο μυαλό τους τις σειρές που βλέπουν στο Netflix, με τα αμερικανικά και γαλλικά πανεπιστήμια και βλέπει όλη αυτή την εγκατάλειψη. Βλέπει όλους εμάς που είμαστε επιεικώς μέτριοι γιατί αυτό υπάρχει, μια μετριοκρατία, μια Δημοκρατία των μετρίων. Ακόμη και στην εμφάνισή μας, παίζει ρόλο κι αυτό. Το να πας καθαρός και με γραβάτα στο αμφιθέατρο, αυτό κάτι σηματοδοτεί. Σέβεσαι τον εαυτό σου και το κοινό στο οποίο απευθύνεσαι. Μην μας ενοχλεί η κουρελαρία στο πανεπιστήμιο. Κάπου την έχουμε ανεχτεί, αν όχι προκαλέσει.
– Αυτή είναι μια φιλοσοφία που πέρασε η Αριστερά στα πανεπιστήμια κατά την Μεταπολίτευση; Με την Μεταπολίτευση και με έντονη την εμπειρία της Δικτατορίας που δεν ήταν μικρό πράγμα με τις εξορίες, τις διώξεις λαμπρών καθηγητών επειδή δεν δήλωναν χουντικοί και τη συσσώρευση ανθρώπων που στη συνέχεια έκαναν καριέρα ως Πασόκοι, ενώ ήταν σταμπαρισμένοι χουντικοί, όλο αυτό το κλίμα δημιούργησε και στη νεολαία και στην ακαδημαϊκή κοινότητα μια δυσπιστία. Υπήρξε μια επιθυμία να διαφυλλάξουμε το άσυλο και τις πανεπιστημιακές ελευθερίες. Ήταν τότε η «άνοιξη του ’68» που ζήσαμε όλοι εμείς, αλλά ως εκεί. Μετά το Καραμανλής ή τανκς ήρθε ο Παπανδρέου, ήρθε η αναγνώριση της Αντίστασης, η εκδίκηση των περιθωριοποιημένων, επέστρεψαν οι πολιτικοί εξόριστοι από το Ανατολικό μπλοκ. Συνέβη στην Ελλάδα μια κοσμογονία και μισό αιώνα μετά είναι αστείο να υποτονθορύζουμε τις ίδιες χιλιομασημένες, ψευδοεπαναστατικές γυμναστικές. Αν ξεπεράσουμε αυτό το σύνδρομο «Αριστερά-Δεξιά». «Πληρώσαμε τα απίστευτα πακέτα Ντελόρ που διαχύθηκαν στην επαρχία. Πληρώνουμε τον επιδειξιομανή νεοπλουτισμό μας».
– Δεν υπάρχει λέτε αυτή η διάκριση; Λέω πως δεν επαρκεί για να εξηγήσουμε τα πολιτικά, τα κοινωνικά ή ακόμη και τα φιλοσοφικά ζητήματα του τόπου. Έχουμε ένα σύστημα άκρως συντηρητικό, το οποίο προτείνει έναν πολύ εργαλειακό τρόπο διαχείρισης για άκρως σημαντικά θέματα όπως είναι η παγκόσμια μόλυνση έως την πολιτιστική ταυτότητα μέσα στην παγκοσμιοποίηση. Από την άλλη έχουμε την Αριστερά με τον μαξιμαλισμό της και την έλλειψη στοιχειώδους ευαισθησίας, κοιτάξτε τι συμβαίνει με τους μετανάστες σήμερα. Πολύ πιο ανθρώπινα τους υποδέχονταν οι μη αριστερές κυβερνήσεις από την Αριστερά. Σήμερα έχουμε ανάγκη από σύνθεση. Δεν αντέχω πια όλο αυτό το μεθοδευμένο μίσος.
– Βλέπετε μίσος. Όντως, είναι πλέον ευδιάκριτο. Ε, βέβαια. Βλέπω το μίσος ανθρώπων που είναι συμπλεγματικοί. Που μισούν την αξιοκρατία και φοβούνται το διαφορετικό. Από τους Ρουβίκωνες έως τους χρυσαυγίτες, και δεν τους εξισώνω. Βλέπω ανθρώπους οι οποίοι μισούν. Ο τύπος που πάει και ξυλοφορτώνει τον αστυνομικό στη γωνία επειδή φυλάει τα γραφεία του ΠΑΣΟΚ είναι κρετίνος. Ή ο άλλος ουρακοτάγκος που περιμένει θρασύδειλος στη γωνία τον οικονομικό μετανάστη για να τον χαρακώσει, είναι αποβράσματα μιας υποκουλτούρας του μίσους.
«Δεν υπάρχει χειρότερη φάρα από όλους αυτούς τους επώνυμους δημοσιογράφους που εξακολουθούν να υπηρετούν ένα αφεντικό και να αλλάζουν ανάλογα με την καλύτερη προσφορά».
– Τι τους γεννάει όλους αυτούς; Το πράγμα είναι πιο σύνθετο. Έχουμε χάσει τη ραχοκοκαλιά μας εδώ και πολύ καιρό. Αυτό που κάποτε λέγαμε παράδοση, όταν δεν το εξαλείψαμε, το έχουμε καταντήσει εντελώς φολκλόρ. Η παράδοση είναι κάτι εντελώς ζωντανό. Η παράδοση καθιστά την Ιστορία βίωμα, καθιστά τον μύθο σε Ιστορία. Δεν μπορούμε να γράψουμε Ιστορία αν δεν έχουμε συνείδηση της ιερότητας του μύθου. Αυτή η κοινωνία έχασε αυτό που έλεγε ο Ζήσιμος Λορεντζάτος «το χαμένο κέντρο». Κύλησε πολύ εύκολα σε έναν στρουθοκαμηλισμό, σε έναν νεοπλουτισμό και την αγραμματοσύνη. Έγραφα από τη δεκαετία του ’90 για το φαινόμενο του Κωστοπουλισμού που αν δεν ήσουν 25άρης και δεν είχες γκόμενα, Φεράρι κόκκινη και δεν είχε φράγκα ήσουν loser. Μην ξεχνάτε ότι αυτό το πράγμα έγινε χωρίς αντίσταση από την παιδεία μας – κάθε χρόνο και χειρότερα. Οι φοιτητές μου, που είναι μια χαρά παιδιά, είναι κάθε χρόνο και λίγο λιγότερο ενημερωμένοι. Ξέρετε ότι δεν μπορούν να τοποθετήσουν τον εαυτό τους εν τόπω και χρόνω. Το πρώτο μάθημα που κάνω είναι να μάθουν πότε διαρκούν οι αιώνες. Ή τους ζητάω να μου απαριθμήσουν τις χώρες της Βαλκανικής Χερσονήσου. Φοιτητές που είναι στη Φιλοσοφική Σχολή. Και για να μην σας πω τι έγινε το 1453.
– Χάνουμε τα εντελώς προφανή από όσα μου λέτε. Φτάνουμε στο σημείο της αμάθειας. Έχουμε όλοι αποδεχθεί την ήσσονα προσπάθεια. Συνδικαλιστικές παροχές που κατακτήθηκαν με τα χρόνια και τα δικαιώματά μας, πόσα παπούτσια δεν λιώσαμε για να τα λέμε αυτά; Τώρα; Πού είναι τα δικαιώματα; Λευτεριά στην Παλαιστίνη, δεν λέγαμε; Πόσα άρβυλα δεν έχουμε λιώσει γι’ αυτό; Και τι είδαμε; Τον Νετανιάχου δίπλα στον Τσίπρα και τον Αμερικανό ΥΠΕΞ να συνυπογράφουν ένα σύμφωνο συνεκμετάλλευσης των κοιτασμάτων της Ανατολικής Μεσογείου και τους Παλαιστίνιους απέξω. Δεν άνοιξε ρουθούνι. Συνελήφθη ο Ασάνζ και θα έπρεπε να κατέβει στο δρόμο όλη η προοδευτική νεολαία του τόπου. Έχουμε καταντήσει μια κατατονική κοινωνία. Όταν πήγαιναν στο Βουκουρέστι το ’80 και στην Αγία Πετρούπολη και τη Μόσχα το ’85 έβλεπα ανθρώπους παντελώς παραιτημένους. Δείτε εδώ τώρα, εδώ στην Αθήνα υπάρχουν άστεγοι, το τραμ στον Πειραιά δεν έχει λειτουργήσει ακόμη. Στη Θεσσαλονίκη το ίδιο. Πότε θα γίνουν όλα αυτά; Ντρέπομαι τους ξένους που έρχονται στα μέρη μας. Ντρέπονται που στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου μετά τις 7 γίνεται κατάληψη από πρεζόνια και ότι αντιεξουσιαστικές ουρούν στους τοίχους της Ακαδημίας Αθηνών.
– Χαρακτηρίσατε πριν την κοινωνία μας «κατατονική». Υπήρχε περίπτωση να ήταν αλλιώς τα πράγματα έπειτα από μια παρατεταμένη περίοδο κρίσης; Πληρώνουμε όλο αυτό το ψευδομοντέλο το οποίο στήσαμε. Πληρώσαμε τα απίστευτα πακέτα Ντελόρ που διαχύθηκαν στην επαρχία. Πληρώνουμε τον επιδειξιομανή νεοπλουτισμό μας. Θυμάμαι στη Ελευθεροτυπία να γράφω για της τζιπάρες του Κολωνακίου. Η ανισότητα παραμένει και κριτική για την κρίση δεν έκανε κανένας. Ακόμη και η 4η εξουσία δεν πήρε είδηση τη χρεοκοπία της χώρας που ήταν ό,τι πιο σημαντικό συνέβη τα τελευταία πενήντα χρόνια. Δεν υπάρχει χειρότερη φάρα από όλους αυτούς τους επώνυμους δημοσιογράφους που εξακολουθούν να υπηρετούν ένα αφεντικό και να αλλάζουν ανάλογα με την καλύτερη προσφορά. Αυτοί και η ιδιωτική τηλεόραση έχουν κάνει κακό αισθητικά στον τόπο. Θα μου πεις, εξαιρείς τη δημόσια τηλεόραση. Μα, τα ενημερωτικά της προγράμματα μόνο ηλίθιοι τα παρακολουθούν, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα προγράμματα της που υπεραμύνονται ενός κάποιου πολιτισμού. Έλεγα παλαιότερα στον Μπόμπολα να βάλουν έστω μια εκπομπή πολιτισμού στο Mega και μου απαντούσε «να πας στο κρατικό κανάλι που παίρνουν την επιχορήγηση» και του απαντούσα: «Εσείς δεν χρωστάτε τίποτα σ’ αυτόν τον τόπο; Εσύ, ο Ψυχάρης, ο Λαμπράκης και ο Βαρδινογιάννης». «Το κριτήριο για τις επόμενες εκλογές θα είναι το χείρον βέλτιστον. Αυτός που θα κάνει λιγότερο κακό στον τόπο».
– Και τι μας μένει ακόμη; Το πολιτικό προσωπικό; Το πολιτικό προσωπικό είναι κι αυτό υπαλληλοποιημένο σε ορατά και αόρατα αφεντικά. Τώρα πια αυτά τα ξέρουμε. Όταν είδαμε το φιλί στο στόμα της Περιστέρας με τον Βαρδινογιάννη καταλάβαμε πως πια τα πράγματα έχουν ανήκεστο βλάβη.
– Ως εκ τούτου, όλα αυτά τα δεδομένα οδηγούν σε μια γενικευμένη αφασία. Βλέπω ότι κατ’ ουσίαν την κρίση την πέρασε οδυνηρά ένα κομμάτι του ελληνικού λαού. Ένα άλλο μέρος επιβίωσε με σχετική αξιοπρέπεια και ένα άλλο παρέμεινε αλώβητο. Με τρελαίνει που βλέπω στο δρόμο τόσα καινούργια ακριβά αυτοκίνητα. Με τρελαίνει που στη γειτονία μου στη Ν. Σμύρνη παρκάρουν κάτι τεράστια τζιπ και λες τι είναι αυτοί οι άνθρωποι. Τα κέρδισαν αυτά τα χρήματα τίμια ή είναι μαύρο χρήμα που ακόμη υπάρχει; Για την πολιτική εξουσία ισχύει αυτό που έλεγε ο Μπουρντιέ ότι η εξουσία είναι πλέον μια πολύ υδαρής έννοια. Είναι παντού όχι εκεί που νομίζουμε. Τον τόπο τον πουλάνε και τον αγοράζουν συγκεκριμένα οικονομικά συμφέροντα, τα παλιά τζάκια φτώχυναν, αλλά καινούργια δημιουργούνται, αλλά υπερεθνικά τζάκια ζητούν κι αυτά το δικό τους κομμάτι. Την Ελλάδα σήμερα την πουλήσαμε. Μιλάνε όλοι για μεταρρυθμίσεις; Οι φόροι είναι οι μεταρρυθμίσεις; Τα ξεπουλάμε όλα: την ΤΡΑΙΝΟΣΕ στους Ιταλούς, το λιμάνι στην COSCO. Το άμεσο όφελος δεν βλέπω. Νέες θέσεις εργασίας; Απορρόφηση των ελλειμμάτων; Δεν ξέρω. Και από την άλλη το καρκινογόνο Δημόσιο αυξάνεται. Δεν χρεοκόπησε η Ελλάδα, το κράτος χρεοκόπησε κι όμως παραμένει αλώβητο. Αυτή είναι η βασική δεξαμενή ψηφοφόρων όλων των κομμάτων.
«Δεν έχω ψηφίσει ποτέ ΠΑΣΟΚ και ασκώ κριτική από τα πρώτα χρόνια. Τώρα οι περισσότεροι έγιναν ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ο τόπος δεν πάει έτσι μπροστά».
– Σ’ αυτό δεν πρωτοτύπησε ούτε ο Τσίπρας. Εσείς, μάλιστα, τον γνωρίζετε από μικρό. Τον ξέρω από μικρό και τον ξεχώρισα. Ήμουν ο πρώτος που έγραψα κάπου στο ’90 στο περιοδικό «Αντί», «αυτό το παιδί προσέξτε το» και όποτε με έβλεπε, γιατί πλέον δεν με βλέπει, δεν έχουμε σχέσεις, μου το έλεγε. Σίγουρα είναι χαρισματικός, σίγουρα μαθαίνει πολύ γρήγορα να ελίσσεται και να επιβιώνει. Δεν έχει αποβάλλει τις ΚΝίτινες μεθόδους και τις συνωμοτικές τακτικές άμυνας εν καιρώ ειρήνης της Αριστεράς. Είναι ένα πολιτικό ζώο που θα επιβιώσει. Δεν νομίζω πως έκανε καλό στον τόπο, αλλά μας έδωσε ένα τεράστιο μάθημα και είναι στο χέρι μας να το αφομοιώσουμε.
– Ποιο μάθημα μάς έδωσε; Το ότι δεν υπάρχει αυτή η Αριστερά που όλοι εμείς με τον ρομαντισμό μας ή τον καιροσκοπισμό μας ευαγγελιζόμασταν. Έτσι απλά.
– Το έχω ξαναπεί: οι πιο τυχεροί είναι οι παλαιοί Αριστεροί που δεν ζουν πλέον για να δουν τι συνέβη με την Αριστερά στην εξουσία. Φέρνω το παράδειγμα του Παπαγιαννάκη που δεν ζει ή τον Κωνσταντόπουλο που έχει άλλο επίπεδο και ιδιωτεύει. Έκανε μια δήλωση αηδίας και τίποτα άλλο. Ο Σπύρος Λυκούδης, ένας σωρός κόσμος. Η Αριστερά δημιουργήθηκε με τη Γαλλική Επανάσταση, εδραιώνεται με την Αστική Επανάσταση και με τις μαρξιστικές ιδέες. Ο Μαρξισμός τα τελευταία πενήντα χρόνια είναι η θεωρία της μόδας στα αμερικανικά πανεπιστήμια. Δεν εξαντλεί το ερωτηματικό του, κι ο Μαρξ ως Εγελιανός κάνει το ίδιο λάθος: θέλει να δώσει μια ολική απάντηση στο πρόβλημα, αλλά οι προσεγγίσεις του, όπως και του Βέμπερ, παραμένουν επίκαιρες. Σε αντίθεση με τον Αλτουσέρ και τον Φουκώ, κάποιες γαλλικές πομφόλυγες που έσκασαν. Καμία σχέση με τον Καστοριάδη, τον Παπαϊωάννου και τον Κονδύλη που παραμένουν πολύ σημαντικοί. Ειδικά ο τελευταίος μας έχει μιλήσει από χρόνια για την ανάγκη να υπερασπιστούμε μια εθνική ταυτότητα τόσο θα γινόμαστε άθυρμα. Η χώρα αιμορραγεί, φεύγουν τα κομμάτια της. Οι γκρίζες ζώνες έγιναν κόκκινες.
– Πώς βλέπετε επομένως το μέλλον της χώρας; Αυτή τη στιγμή η Ελλάδα μού θυμίζει ένα strip girl. Όποιος έχει λεφτά πηγαίνει και της βάζει στο βρακάκι κάτι και απλώνει και το χέρι του. «Το ΠΑΣΟΚ ήταν η γλυκιά συμμορία που ξετρέλανε τους πάντες» (Nikos Libertas/SOOC). -Και το πολιτικό «μετά»; Τι περιμένουμε από τον Μητσοτάκη; Το κριτήριο για τις επόμενες εκλογές θα είναι το χείρον βέλτιστον. Αυτός που θα κάνει λιγότερο κακό στον τόπο. Δεν μπορώ να ψηφίσω Δεξιά. Μπορώ να ψηφίσω τον Καραμπελιά, το ΑΡΔΗΝ, τον Λαφαζάνη. Σαφώς καταγγέλλω τον ΣΥΡΙΖΑ. Θα ψήφιζα Νέα Δημοκρατία αν έβλεπα ένα γενναίο άνοιγμα στο κέντρο και μια μετάκληση προσωπικοτήτων. Παραμένει ένα φοβικό κόμμα σπαρασσόμενο από τρεις διαφορετικές ομάδες. Μακάρι ο Μητσοτάκης να το συνενώσει. Βγήκε με τη λαϊκή ψήφο, αλλά κοιτάξτε με τι αντιπάλους: τον Βαγγέλα, τον Αδωνι Γεωργιάδη, τον Χατζιδάκη και τον Τζιτζιφιόγκο (sic). Yπάρχουν άνθρωποι που σέβομαι στη ΝΔ όπως είναι ο Τζαβάρας, η Κεραμέως, ο Δένδιας και ο Χατζιδάκης. Εκτιμώ τον Μητσοτάκη που ήταν ο μόνος που δεν ψήφισε την ανεκδιήγητη υποψηφιότητα του Πάκη Παυλόπουλου για Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Περιμένω να κάνει τα στοιχειώδη και περιμένω πως θα ΄χει πόλεμο. Αυτό το πράγμα που θα ξεκινήσει η Αριστερά από την επόμενη ημέρα θα είναι η ταφόπλακα στη χώρα. Μακάρι να έχει την πλειοψηφία για να μην κάνει περαιτέρω παραχωρήσεις, αλλά αυτό εξαρτάται από τον ίδιο. «Η χώρα αιμορραγεί, φεύγουν τα κομμάτια της. Οι γκρίζες ζώνες έγιναν κόκκινες».
– Είμαστε όλοι ΠΑΣΟΚ, κύριε Στεφανίδη; ΠΑΣΟΚ του ’80, μάλιστα. Αυτό δεν το συζητάμε. Βέβαια! Το ΠΑΣΟΚ ήταν η γλυκιά συμμορία που ξετρέλανε τους πάντες. Δεν έχω ψηφίσει ποτέ ΠΑΣΟΚ και ασκώ κριτική από τα πρώτα χρόνια. Κάναμε απίστευτη πλάκα στο «Αντί» με τα μεγαθήρια που έστηνε ο Λαμπράκης. Τώρα οι περισσότεροι έγιναν ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ο τόπος δεν πάει έτσι μπροστά. Έλεγα στον Κώστα Καραμανλή που επίσης γνωρίζω από παλιά, και χαίρομαι που κανένας δεν μου πρότεινε μια δημόσια θέση, απαλλάξου από την ακροδεξιούρα. Είχε τα φόντα και την κουλτούρα να ακολουθήσει τη μεγάλη παράδοση του θείου του.
– Θα δεχόσασταν μια δημόσια θέση αν σας γινόταν πρόταση; Ναι, αλλά στην αρχή της κυβερνητικής θητείας του Καραμανλή. Σίγουρα όχι θέση πολιτική. Εμένα η δουλειά μου είναι να στήνω μουσεία. Κι αυτό που του ζήτησα είναι να προκηρύσσεται η θέση του διευθυντή με τυπικές διαδικασίες. Θα έβαζα υποψηφιότητα, όπως έκανα και τώρα, στο ΕΜΣΤ και με απέρριψαν επειδή δεν είχα τα τυπικά προσόντα. Θα προσπαθούσα να κάνω κάτι. Υπάρχουν τόσα πράγματα να κάνει κανείς. Λέω τα ίδια πράγματα σε όλους τους υπουργούς Πολιτισμού. Θα πρέπει να υπάρχει ένας φάκελος με όλες τις προτάσεις που κάνω. Υπάρχει στον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης το μουσείο που είναι άδειο και με πρόταση της κας. Μενδώνη έχει γίνει αποθήκη. Τους είπα ότι αυτό το χώρο δεν μπορείτε να τον γκρεμίσετε. Κάντε τον ένα υποδειγματικό εκθεσιακό κέντρο όπου θα εκτίθενται κάθε δύο χρόνια τρία παγκόσμια αριστουργήματα. Ένας Κούρος, η Μόνα Λίζα (θα την έδιναν οι Γάλλοι για την Ακρόπολη) και δύο φιγούρες από τον Θαμμένο Στρατό. Τι πιο απλό; Και να το εγκαινιάσει ο πρόεδρος της UNESCO και να μεταδίδεται σε παγκόσμια κάλυψη όπως το Μουντιάλ. Οι απαρχές του παγκόσμιου πολιτισμού.
– Και γιατί δεν εισακουστήκατε; Δεν ξέρω! Είναι ιδέες που τις έχω υποβάλλει και στην Ελλάδα και τη Γερμανία στον Σταϊνμάγερ που τότε ήταν ΥΠΕΞ και τώρα είναι Πρόεδρος της Γερμανίας, και τον είχα γνωρίσει. Είναι ένας φιλέλληνας. Είχα προτείνει να γίνει μια έκθεση στη Γερμανία με έργα Ελλήνων καλλιτεχνών (Κανιάρης, Κουνέλλης, Λάππας). Ήταν έτοιμοι να το κάνουν οι Γερμανοί, ήθελαν να ανεβάσουν την Ελλάδα στην κοινή γνώμη των Γερμανών και το αντίστροφο στη δική μας. Βαθύτατα πολιτική σκέψη, καθόλου προσχηματική που σε εμάς θα έδινε πολλά οφέλη. Είχα προτείνει και μια εβδομάδα ελληνικού σινεμά (από τον Κούνδουρο μέχρι τον Λάνθιμο). Είναι εδώ αυτή η Ελλάδα, είναι δημιουργική. Είμαστε παρόντες και διοικούμαστε από απόντες. Απόντες σε όλους τους τομείς.
– Ωραία, και τι κάνουμε; Το παλεύει ο καθένας μόνος του; Όχι μεγάλα λόγια, όχι άλλες στρατευμένες ιδεοληψίες. Δεν είχα ποτέ κομματική ταυτότητα. Ήμουν στον Ρήγα Φεραίο και υπεύθυνος Πολιτισμού στον Συνασπισμό, ήμουν το αγαπημένο παιδί του Κωνδταντόπουλου, αλλά δεν είχα κομματική ταυτότητα. Να διαλύσουμε τις κομματικές νεολαίες, είναι το πρώτο που πρέπει να κάνουμε. Δεν χρειάζονται. Για να σε διορίσουν στο Δημόσιο; Αν είσαι ελεύθερος άνθρωπος δεν χρειάζεται να πληρώνεις συνδρομή σε ένα κόμμα για να την ανταλλάξεις με κάτι. Πληρώνουμε την κομματίλα και το πελατειακό κράτος. Το άλλο: συλλογικότητες. Όχι ΜΚΟ, όχι οργανώσεις εκ του πονηρού, όχι άλλος Σόρος στη ζωή μας. Υπάρχουν χιλιάδες άνθρωποι σε όλη την Ελλάδα που ζωγραφίζουν, μετέχουν σε χορωδίες, σε θεατρικές παραστάσεις. Οι Δήμοι έχουν μαθήματα κεραμικής, ζωγραφικής κ.α. Το βλέπω στον Δήμο Κερατσινίου να συμβαίνει. Πηγαίνουν και μικρά παιδιά για να βρουν αυτό που δεν τους δίνουν οι κρετίνοι στο σχολείο. Στο σχολείο τα παιδιά αυτοκτονούν έτσι καθηλωμένα. Τα, δε, έξυπνα βαριούνται. Μόνο από κάτω, με ατομική ευθύνη. Ο Τσαρούχης έλεγε: «Ας κάνουμε τη δουλειά μας κι ας αφήσουμε την Ιστορία να κάνει τη δουλειά της». Έχουν γεμίσει τα Πανεπιστήμια με άχρηστους.
– Και δεν αντιδράει κανένας, φαντάζομαι… Στη Σχολή Καλών Τεχνών, οι φοιτητές μπαίνουν καλλιτέχνες και μέσα σε ένα βράδυ γίνονται δημόσιοι υπάλληλοι που ραδιουργούν εναντίον άλλων και αυτοκαταργούνται ως καλλιτέχνες. Τι ντροπή! Τα παιδιά του Κεσσανλή, τώρα είναι τύποι που ραδιουργούν και ο Πρύτανης πηγαίνει στην Biennale της Βενετίας και την Documenta, ως Πρύτανης επαναλαμβάνω. Τα εργαστήρια είναι γεμάτα έργα και δεν τα δείξει ποτέ κανένας. Δημιουργοί που είναι ήδη ακυρωμένοι. Να ανοίξουν τα μουσεία, έχουμε κοντά 300 στην Ελλάδα. Αφήστε τα να φαίνεται και η τοπική παραγωγή. Όπου και να πάω στην Ελλάδα, έχουν ξεφοβηθεί οι αρχαιολόγοι. Εχουν τεράστια παρουσία σε ένα γραφειοκρατικό υπουργείο. Άλλο δράμα αυτό. Το υπουργείο δεν μπορεί να βάλει μια καντίνα στην Ολυμπία, αλλά ασκεί δικτατορική εξουσία. Οι αρχαιολόγοι είναι οι μόνοι που αγαπούν τον τόπο και είναι λίγοι ανάμεσα σε χιλιάδες κηφήνες, όπως συμβαίνει σε όλο το Δημόσιο.
Για το Andro.gr,